IΝΣΤΙΤΟΥΤΟ
ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
2ο
Πανελλήνιο Επιστημονικό Συνέδριο
ΤΟΠΙΚΗ
ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ, ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗ
Ηράκλειο
1-3 Απριλίου 2016
2ο
Συμπόσιο:
Ο
Αναπτυξιακός και Κοινωνικός Ρόλος της Αυτοδιοίκησης
στην
Εποχή της Κρίσης
Ηράκλειο 2 Απριλίου 2016
Εισηγητής: Δημήτρης Κατσούλης
Νομικός, τ. Δήμαρχος
Αυλώνος Ευβοίας
Πρόλογος
Επίκαιρος ο τίτλος του συμποσίου: «Ο αναπτυξιακός
και κοινωνικός ρόλος της Αυτοδιοίκησης στην Εποχή της Κρίσης». Ευθύς έρχεται
στον νου η σκέψη ότι ο αναπτυξιακός και κοινωνικός ρόλος της τοπικής αυτοδιοίκησης
αναζητάται στην εποχή της απροκάλυπτης χειραγώγησης και της οικονομικής
αφαίμαξής της, της μείωσης δηλαδή των διαθέσιμων πόρων και παράλληλα της
πρόσθεσης γραφειοκρατικών ελέγχων και ασφυκτικού πλαισίου λειτουργίας εξαιτίας
τόσο των εξωτερικών παρεμβάσεων αλλά και των εσωτερικών αδυναμιών και
αντιφάσεων της ίδιας της τοπικής αυτοδιοίκησης. Σε αυτό το πλαίσιο ο μεν
αναπτυξιακός ρόλος περιθωριοποιείται αφού δεν υπάρχει εξάλλου ανάπτυξη για να
εξελιχθεί ο ρόλος αυτός ενώ ο κοινωνικός ρόλος ασκείται χωρίς την οργανωτική
και λειτουργική αυτάρκεια η οποία θα επέτρεπε στις τοπικές αρχές, στους Δήμους
να καλύψουν τις πραγματικές ανάγκες των τοπικών κοινωνιών, ειδικότερα των
κοινωνικών ομάδων που έχουν ανάγκη και παράλληλα να διαμορφώσουν και να
ασκήσουν πολιτικές ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής. Έτσι οι Δήμοι καταλήγουν
να είναι απλώς πάροχοι περιορισμένων υπηρεσιών αξιοποιώντας κυρίως τις
χρηματοδοτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κυνηγώντας διαρκώς την ροή τους έτσι
ώστε να εξασφαλίσουν την εργασιακή διάθεση πραγματικά αξιόλογων εργαζομένων. Το
ότι οι Δήμοι είναι αποτελεσματικότεροι πάροχοι κοινωνικών υπηρεσιών ιδίως στον
τομέα της κοινωνικής φροντίδας αυτό είναι ιστορικά και επιστημονικά
αποδεδειγμένο μέσα από την εμπειρία όχι τόσο της ελληνικής όσο της ευρωπαϊκής
αυτοδιοίκησης. Το ότι η κρίση αύξησε τις ανάγκες κοινωνικής φροντίδας επίσης
είναι δεδομένο. Συνεπώς η συμβολή της τοπικής αυτοδιοίκησης στην κοινωνική
φροντίδα είναι περισσότερο απαιτητική στην φάση της κρίσης. Αυτό όμως δεν
πρέπει να περιχαρακώνει την συζήτηση για το παρόν και την προοπτική της
αυτοδιοίκησης σε επιμέρους ρόλους παραγνωρίζοντας το κυρίαρχο κατά την γνώμη
μου διακύβευμα: ποια αυτοδιοίκηση θέλουμε σε ποιο κράτος και με ποια σχέση με
την κοινωνία;
1. Εισαγωγή
Η εισήγησή μου επικεντρώνεται στην πρωτοβάθμια
τοπική αυτοδιοίκηση, στον Δήμο. Εξάλλου το πεδίο αυτό είναι ιστορικά και
διαχρονικά ο πολιτικός και διοικητικός θεσμός κύτταρο της Πολιτείας και όπως τα
κύτταρα διαμορφώνουν έναν οργανισμό, ο Δήμος για να είναι κύτταρο της Δημοκρατικής
Πολιτείας πρέπει να είναι ο ίδιος πεδίο δημοκρατίας. Δεν είναι τέτοιο a priori,
πρέπει να οργανώνεται και να λειτουργεί έτσι. Μεταχειριζόμαστε μία έννοια, την
Τοπική Δημοκρατία. Δεν είναι μία έννοια αφηρημένη αλλά έχει συγκεκριμένο πεδίο
και συγκεκριμένες συνιστώσες. Ο βαθμός ανάπτυξής της, η αποτελεσματικότητά της
και κυρίως η ικανότητα διαχρονικής ανανέωσης είναι στοιχεία που προσδίδουν στον
Δήμο χαρακτηριστικά ανταπόκρισης στους επιμέρους ρόλους του και συνεπώς και
στον αναπτυξιακό και κοινωνικό ρόλο.
Η τοπική δημοκρατία βασίζεται σε τρεις πυλώνες. Το
περιεχόμενο της τοπικής εξουσίας, δηλαδή στο βαθμό αποκέντρωσης, στις
αρμοδιότητες, στην σαφή διάκρισή τους μεταξύ των δύο βαθμών και με το κεντρικό
κράτος, σε ένα καλά δομημένο θεσμικό και λειτουργικό πλαίσιο συνεργασιών μεταξύ
των επιπέδων πολυεπίπεδης διακυβέρνησης. Εν συνεχεία βασίζεται στο σύστημα
διακυβέρνησης, δηλαδή στα αιρετά όργανα, τις διαδικασίες λήψεις των αποφάσεων,
στο δίκτυο διαδικασιών πολιτικής συμμετοχής, στην σχέση μεταξύ πολιτικού προσωπικού
και δημοτικής υπαλληλίας, στην ανάπτυξη των ανθρωπίνων πόρων. Τρίτος πυλώνας
είναι η κοινωνία των πολιτών και η συμμετοχή της στην διαμόρφωση των δημοτικών
πολιτικών.
Ακούμε συχνά για την διεφθαρμένη αυτοδιοίκηση,
ακούμε από την άλλη πλευρά για την αδικούμενη και συκοφαντημένη αυτοδιοίκηση,
πολλά από αυτά που ακούμε στην εποχή της κρίσης φαίνονται και ασήμαντα μπροστά
στις βίαιες αλλαγές που βιώνει στην καθημερινότητά του ο πολίτης και η τοπική
κοινωνία. Είναι μία αντιπαράθεση που έρχεται από το παρελθόν αλλά δεν υπηρετεί
την ουσία του διακυβεύματος που θέσαμε πιο πάνω. Ο Δήμος είναι προσφορότερο
πεδίο για την διαφάνεια, την λογοδοσία, τον κοινωνικό έλεγχο. Και παράλληλα δεν
είναι προσφορότερο πεδίο για την διαφθορά απ΄ ότι κάθε θεσμός εξουσίας, τυπικής δημοκρατίας και όπως κάθε μηχανισμός
διαχείρισης πολιτικής επιρροής σε ένα δεδομένο
πολιτικoδιοικητικό σύστημα. Ο βαθμός όμως διαφάνειας, λογοδοσίας και
κοινωνικού ελέγχου είναι κριτήριο αξιολόγησης
της τοπικής δημοκρατίας και διαπερνά τους τρεις πυλώνες της. Συνεπώς ο
Δήμος που είναι ανοικτός στην τοπική κοινωνία, εφαρμόζει και διευρύνει διαρκώς
τις διαδικασίες διαφάνειας και λογοδοσίας – αξιοποιώντας και τις εφαρμογές της
ηλεκτρονικής διακυβέρνησης- προκαλεί και
υλοποιεί στις λειτουργίες του τον κοινωνικό έλεγχο, είναι ο Δήμος -όχημα της
τοπικής δημοκρατίας αλλά και της ανάπτυξης και της κοινωνικής συνοχής. Αυτός ο
Δήμος δεν περιμένει την εποχή της ευμάρειας για να ανοίξει στην κοινωνία – με
την παλιά ίσως πρακτική της πελατειακής
αυτοδιοίκησης- αλλά ανοίγοντας τώρα στην κοινωνία ως θεσμικό σύστημα
διαφάνειας, λογοδοσίας και λαϊκής συμμετοχής γίνεται παράλληλα και όχημα για να
οδηγήσει την κοινωνία έξω από την κρίση.
2.Ο
Δήμος στην «Καλλικρατική» ή «Μετακαλλικρατική» Περίοδο
Τα λέμε αυτά – τα λίγο ίσως θεωρητικά- για να
καταλήξουμε σε ένα πρακτικό συμπέρασμα:
Το ισχύον θεσμικό πλαίσιο, ο Καλλικράτης εν προκειμένω, μία μεταρρύθμιση με
αρκετές αντιφάσεις, εισάγει και αρχές δημοτικής διακυβέρνησης που – έστω
αλυσιτελώς- ενισχύουν την διαφάνεια, τη λογοδοσία και την συμμετοχή τον
πολιτών. Εξάλλου ποτέ δεν έλειψαν από την αυτοδιοίκηση αυτές οι ευκαιρίες και
οι εστίες συμμετοχής. Στην πράξη όμως δεν αξιοποιήθηκαν, υποτιμήθηκαν ή
αφυδατώθηκαν από τα πολιτικά χαρακτηριστικά και έμειναν τυπικές γραφειοκρατικές
διαδικασίες. Κατά κανόνα η τοπική κοινωνία είναι θεατής, ασφαλώς κριτής αλλά
όχι συμμέτοχος ενεργός στο πολιτικό και διοικητικό γίγνεσθαι της τοπικής
αυτοδιοίκησης. Αλλά αυτή η τοπική αυτοδιοίκηση δεν μπορεί να είναι ο Δήμος-
Ανοικτός στην Κοινωνία.
Χρειάζεται μία νέα προσέγγιση της θεσμικής αλλά και
της λειτουργικής, της ουσιαστικής σε κάθε περίπτωση, σχέσης του Δήμου με την
τοπική κοινωνία. Εδώ ακριβώς ο Καλλικράτης ενώ εισήγαγε τις προαναφερόμενες
αρχές στο σύστημα διακυβέρνησης ο ίδιος δημιούργησε τις οργανωτικές και
λειτουργικές προϋποθέσεις για να απομακρύνει ακόμη περισσότερο τον πολίτη από
τον Δήμο. Φρόντισε την χωρική μεγένθυνση αλλά υποτίμησε την άμεση σχέση του
πολίτη με τον Δήμο και κατ΄επέκταση την τοπική δημοκρατία.
Το σύστημα διακυβέρνησης υπήρξε επίσης θύμα του
Καλλικράτη. Πρώτον δεν ολοκλήρωσε εύστοχες επιλογές ή κατανόησε τη συμβολή τους
με στρεβλό και εκ του αποτελέσματος αρνητικό τρόπο. Ο Δήμαρχος, το Δημοτικό
Συμβούλιο και το ασύντακτο σύστημα των αντιδημάρχων δεν προσαρμόστηκε όπως
απαιτούσε η νέα αναγκαιότητα δημοτικής διακυβέρνησης που προκάλεσε η μεγένθυνση
του Δήμου και η αλλοίωση των ορίων της τοπικότητας. Δεν θα επεκταθώ στην
καταστατική θέση, στο σύστημα εποπτείας, στον σύστημα δημοτικής αποκέντρωσης,
σε όλα αυτά τα οποία ήρθαν από τους Δήμους του Καποδίστρια, χωρίς να έχει
αξιολογηθεί η εμπειρία και χωρίς να έχει γίνει η προσαρμογή τους στην νέα
πραγματικότητα.
Για να μην παρεξηγηθώ, δεν είμαι από αυτούς που
θεωρούν ότι ο Καλλικράτης “κατέστρεψε” την αυτοδιοίκηση ούτε ότι ο Καλλικράτης
είναι προϊόν των μνημονίων. Αντιθέτως υποστηρίζω ότι, παρά τις ακρότητες ως
προς την εφαρμογή κριτηρίων για τον
προσδιορισμό των χωρικών ενοτήτων των Δήμων, ο Καλλικράτης δόμησε την
περιφερειακή αυτοδιοίκηση, εισήγαγε θεσμούς διαφάνειας, λογοδοσίας και
διαβούλευσης, περιέγραψε ένα -έστω μηχανιστικά - δομημένο σύστημα κατανομής
αρμοδιοτήτων το οποίο στο μεγαλύτερο μέρος δεν εφαρμόστηκε, κατάργησε την
άσκηση της εποπτείας από τα κρατικά-κυβερνητικά όργανα αλλά η ρύθμιση για τον
Ελεγκτή Νομιμότητας επίμονα δεν εφαρμόστηκε. Μάλλον θα ήταν ορθότερο να πούμε
ότι τα «μνημόνια» δηλαδή η κρίση «σκότωσαν» τον Καλλικράτη. Όχι τόσο γιατί έτσι
είναι αλλά διότι στο όνομα της κρίσης δεν εφαρμόστηκαν όλα τα θετικά της μεταρρύθμισης. Αντιθέτως
αξιοποιήθηκαν ή προσέφεραν γόνιμο έδαφος τα προβληματικά σημεία της. Και δεν
ήταν λίγα.
Συνάγεται το συμπέρασμα ότι η "πρώτη καλλικρατική
περίοδος" της τοπικής αυτοδιοίκησης διανύθηκε και διανύεται ως και η πρώτη "μετακαλλικρατική περίοδος" η οποία χαρακτηρίζεται από την αναστολή της
εφαρμογής κρίσιμων επιλογών της μεταρρύθμισης, την μη υποστήριξη και την μη
διόρθωση προβληματικών επιλογών και τέλος από το νομοθετικό πλαίσιο της
χειραγώγησης με την μορφή κυρίως γραφειοκρατικών και πολυδαίδαλων ελέγχων, την
προκλητική προσβολή των συνταγματικών αρχών της διοικητικής και οικονομικής
αυτοτέλειας και την υπαγωγή της τοπικής αυτοδιοίκησης και ιδίως των Δήμων σε καθεστώς
“υποδόριου” ελέγχου σκοπιμότητας που φέρνει τα πράγματα πολλές δεκαετίες πίσω.
Όλα αυτά ασφαλώς υπό την οπτική γωνία των Δήμων που δεν έχουν πόρους,
οικονομικούς και ανθρώπινους, που δεν μπορούν να προγραμματίσουν και να
εκτελέσουν τις αποφάσεις τους υποβαλλόμενοι σε άσκοπες διαδικασίες
γραφειοκρατικού ελέγχου, που έχουν τεράστιες πλέον διοικητικές ανάγκες εξαιτίας
της χωρικής και πληθυσμιακής μεγένθυνσης και ταυτόχρονα ένα πεπαλαιωμένο
σύστημα διακυβέρνησης που δεν μπορεί να ανταποκριθεί στοιχειωδώς στην πολιτική
εντολή της οποίας τα όργανά του είναι φορείς. Δεν θα επεκταθώ πιο πολύ στην
μετακαλλικρατική περίοδο, την περίοδο που βιώνουμε από τόσα χρόνια τώρα. Την ζείτε, την ζούμε και είναι καιρός να
σκεφθούμε τι χρειάζεται να γίνει για να φύγουμε από αυτή την κατάσταση.
3.Τοπικής
δημοκρατίας αγώνας άγονος
Παραφράζοντας και μόνο τον τίτλο του έργου του
νεανικού Σαίξπηρ «Αγάπης Αγώνας Άγονος» θα λέγαμε ότι ο αγώνας για ανόρθωση των
πυλώνων της τοπικής δημοκρατίας είναι τελικά άγονος εάν δεν υπάρξει ένα
ευρύτερο σχέδιο μεταρρύθμισης στη δομή αλλά και στις λειτουργίες της
Δημοκρατικής Πολιτείας και σε αυτή είναι μία πρόταση διεξόδου από την σημερινή
κρίση του πολιτικού και διοικητικού συστήματος. Η τοπική δημοκρατία είναι ένα
από τα πεδία των μεταρρυθμίσεων αυτών. Η πείρα και το αποτέλεσμα των προηγουμένων
οργανωτικών κυρίως μεταρρυθμίσεων, με κορυφαία εκείνη του Προγράμματος Ιωάννης
Καποδίστριας και πιο πρόσφατη και εμβληματική διότι εκτείνεται στην πολυεπίπεδη
αυτοδιοίκηση, εκείνη του Προγράμματος Καλλικράτη έχει οδηγήσει σε ορισμένα
κρίσιμα συμπεράσματα τα οποία πρέπει να γίνουν αντικείμενο συζήτησης και κυρίως
επεξεργασίας από όλους τους παράγοντες των μεταρρυθμίσεων και κυρίως από την
τοπική αυτοδιοίκηση. Η οργανωτική μεταρρύθμιση όταν δεν συνοδεύεται από τις
αντίστοιχες λειτουργικές μεταρρυθμίσεις, δηλαδή εκείνες που προσαρμόζουν την
λειτουργία των θεσμών και της διοίκησης στα νέα οργανωτικά σχήματα και
ταυτόχρονα εμπεδώνουν τους τρεις πυλώνες της τοπικής δημοκρατίας, δηλαδή
κατανομή αρμοδιοτήτων, λειτουργικός εκσυγχρονισμός, ανανέωση και προσαρμογή του
συστήματος διακυβέρνησης, διασφάλιση επάρκειας πόρων και οικονομικής
αυτοτέλειας, ανάπτυξη ανθρώπινου δυναμικού, διαδικασίες συμμετοχής της
κοινωνίας των πολιτών και εντέλει δομές και λειτουργίες ανοικτού στην κοινωνία
Δήμου, τότε οι μεν οργανωτικές μεταρρυθμίσεις διαψεύσουν όσους τις είχαν
κατανοήσει ως όχημα χειραφέτησης της τοπικής αυτοδιοίκησης και καταλήγουν να
γίνονται όχημα αναποτελεσματικότητας και κυρίως όχημα χειραγώγησης.
Πρέπει επίσης να μην ξεχνάμε ότι ο συγκεντρωτισμός
έχει ισχυρούς αγωνιστές σε όλο το φάσμα του κεντρικού πολιτικού συστήματος,
στην γραφειοκρατική νομενκλατούρα και στις θεσμικές, πολιτικές και οικονομικές
κάστες που στεριώνουν την εξουσία τους
σε αυτόν. Ο αγώνας για την τοπική δημοκρατία είναι ταυτόχρονα αγώνας για την
πραγματική αποκέντρωση, την ολοκληρωμένη και πλήρη, για την οργάνωση και
λειτουργία επιτέλους ενός πραγματικά επιτελικού κεντρικού κράτους με πέρασμα
της διοικητικής εξουσίας στις περιφέρειες και τους δήμους.
Ποιος δρόμος οδηγεί σε αυτόν το στόχο;
Ο δρόμος αίσιων πλέον μεταρρυθμίσεων, δηλαδή
μεταρρυθμίσεων που παράγουν αποτελέσματα και υπηρετούν μετρήσιμους στόχους προς
την νέα δημοκρατική αποκεντρωμένη Πολιτεία της οποίας βάση αποτελεί η τοπική
αυτοδιοίκηση και συγκεκριμένα ο νέος Δήμος.
4.Προτάσεις
αίσιων μεταρρυθμίσεων
Η ίδια η τοπική αυτοδιοίκηση και εν προκειμένω τα
συλλογικά της όργανα πρέπει επιτέλους να εκπονήσουν μία ολοκληρωμένη και σοβαρή
πρόταση μεταρρυθμίσεων που θα πρέπει επίσης να εφαρμοστούν και να στοχεύουν σε
συγκεκριμένα και μετρήσιμα αποτελέσματα. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές πρέπει συνεπώς
να έχουν αίσιο αποτέλεσμα και να απαντούν στο ερώτημα που τέθηκε παραπάνω: Ποια
αυτοδιοίκηση θέλουμε σήμερα, σε ποιο κράτος; Μέχρι σήμερα όλες οι
μεταρρυθμίσεις καταστρώθηκαν με πρωτοβουλία των Κυβερνήσεων χωρίς τα συλλογικά
όργανα της αυτοδιοίκησης να έχουν επεξεργαστεί συγκεκριμένο πλαίσιο με εξαίρεση
ίσως τις επεξεργασίες του Ινστιτούτου Τοπικής Αυτοδιοίκησης το 2008. Συνήθως
όταν καλούνται να προτείνουν επαναλαμβάνουν μακρύ κατάλογο επιμέρους,
αποσπασματικών, θεσμικών ζητημάτων. Για παράδειγμα, ποια είναι η αξιολόγηση από
την εφαρμογή ή μη των ρυθμίσεων του Καλλικράτη; Πέραν γενικών αφορισμών δεν
έχουμε ακούσει κάτι πιο συστηματικό από τα συλλογικά όργανα της Αυτοδιοίκησης,
τουλάχιστον της πρωτοβάθμιας.
Κατά την γνώμη μας οι κατευθύνσεις για την
μεταρρύθμιση προς τον Νέο Δήμο στο πλαίσιο μίας αποκεντρωμένης δημοκρατικής
Πολιτείας είναι οι ακόλουθες:
1.Απόλυτη
τήρηση, σεβασμός και εμπέδωση, σε κάθε μεταρρύθμιση, των συνταγματικών αρχών
της διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας, της τοπικής αυτονομίας κατά την
έννοια του ΕΧΤΑ. Συνεπώς η συζήτηση για αναθεώρηση του άρθρου 102 Συντ. έχει ως
προϋπόθεση αυτή την θέση.
2. Ενιαίο
πλαίσιο κατανομής αρμοδιοτήτων μεταξύ κράτους και Αυτοδιοίκησης και μεταξύ των
επιπέδων της αυτοδιοίκησης. Αφετηρία το επιτελικό Κράτος ή το πέρασμα της
εκτελεστικής- διοικητικής εξουσίας στους Δήμους και στις Περιφέρειες. Ενιαίο
πλαίσιο σημαίνει κατανομή του συνόλου των αρμοδιοτήτων σε όλα τα επίπεδα με
έναν και μόνο νόμο.
3.Κατάστρωση
θεσμικών διαδικασιών συνέργειας και συνεργασίας Κράτους- Αυτοδιοίκησης και
Δήμων -Περιφερειών ιδίως σε τομείς προγραμματισμού, χωροταξικού σχεδιασμού
κ.ο.κ.
4. Ο
νόμος για την κατανομή των αρμοδιοτήτων πρέπει να εμπεριέχει, ως δεύτερο ενιαίο
μέρος, την νομοθεσία για τα οικονομικά των Δήμων και Περιφερειών με σαφή
εφαρμογή της συνταγματικής επιταγής για την μεταφορά των αντίστοιχων πόρων και
με βάση την κατανομή των αρμοδιοτήτων να καθορίζονται οι πηγές και το ύψος
χρηματοδότησης των Δήμων και Περιφερειών.
5.Φορολογική
αποκέντρωση και σύστημα αποτελεσματικής είσπραξης των εσόδων των Δήμων.
Σύγχρονο νομοθετικό πλαίσιο για την διαχείριση και την αξιοποίηση της δημοτικής
ακίνητης περιουσίας και εξομοίωση με το δημόσιο ως προς την προστασία της
ακίνητης περιουσίας.
6.Ευρύ
πλαίσιο κανονιστικών αρμοδιοτήτων σε Περιφέρειες και Δήμους
7.Αναθεώρηση
του συστήματος διακυβέρνησης συμπεριλαμβανομένου και του εκλογικού συστήματος.
Έμφαση στην προγραμματική πολιτική εντολή και στην ενδοδημοτική θεσμική
ισορροπία μεταξύ πολιτικού θεσμικού ελέγχου και αποδοτικής εκτελεστικής λειτουργίας. Στο «τραπέζι» πρέπει να τεθούν
και τα ακόλουθα:
- Άμεση εκλογή του Δημάρχου και του Δημοτικού Συμβουλίου με συνδυασμούς όχι απαραιτήτως συνδεδεμένους.
- Αναλογικό εκλογικό σύστημα
- Όριο θητειών για όλους και σε όλα τα όργανα.
- Σύνθεση θεσμικής πλειοψηφίας διαμέσου της συγκρότησης της Εκτελεστικής Επιτροπής με ευθύνη του Δημάρχου και έγκριση από το Δημοτικό Συμβούλιο του προγραμματικού πλαισίου.
- Προσαρμογή της ενδοδημοτικής αποκέντρωσης στην τυπολογία των Δήμων
- Εισαγωγή συμμετοχικών διαδικασιών όπως π.χ. συμμετοχικός προϋπολογισμός, τοπικό αναπτυξιακό συμβούλιο, τοπικό δημοψήφισμα, εφαρμογές ηλεκτρονικής διαβούλευσης
8. Οργανωτική
συγκρότηση των Δήμων ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους και ανάπτυξη ανθρώπινου
δυναμικού με στόχο συγκρότηση ικανής δημοτικής υπαλληλίας που να διασφαλίζει
την αποτελεσματικότητα, τον επαγγελματισμό και την παροχή υπηρεσιών ποιότητας
με εύλογο διαχωρισμό από την πολιτική εξουσία των αιρετών. Πλην του Δημάρχου, αποφυγή της συμμετοχής των αιρετών στη διοίκηση. Διαχωρισμός πολιτικής και
διοικητικής λειτουργίας.
9. Απλούστευση
των διαδικασιών οικονομικής λειτουργίας των Δήμων με προτυποποίησή τους και
εμπέδωση της διαφάνειας και της χρηστής διοίκησης.
10.Εκλογίκευση,
απλούστευση αλλά όχι κατάργηση του προληπτικού ελέγχου. Προϋπόθεση γιαυτό είναι
η αναβάθμιση του προσωπικού των Οικονομικών Υπηρεσιών με διαρκή κατάρτιση-
επιμόρφωση, αξιολόγηση, διοίκηση στόχων και μάλιστα μετρήσιμων στόχων.
11. Αποκατάσταση
και απόλυτη τήρηση της άμεσης εκτελεστότητας των αποφάσεων των οργάνων της
τοπικής αυτοδιοίκησης. Ο έλεγχος της νομιμότητας να μην σταματά την άμεση
εκτέλεση των αποφάσεων. Εισαγωγή διαδικασιών Εσωτερικού Ελέγχου και συμμετοχή
της Νομικής Υπηρεσίας σε αυτόν. Υποχρεωτική συγκρότηση Νομικής Υπηρεσίας σε
όλους τους Δήμους.
5. Επίμετρο
Η τοπική αυτοδιοίκηση κατά την περίοδο της κρίσης
βρέθηκε στην δίνη της αφαίρεσης των θεσμοθετημένων πόρων της, δεν κατόρθωσε να
αντιμετωπίσει με επάρκεια τις νέες διοικητικές ανάγκες που προκάλεσε η χωρική
και πληθυσμιακή διεύρυνση και υπαναχώρησε σε σχέση με το προ κρίσης status της
διοικητικής και οικονομικής της αυτοτέλειας. Η κρίση και οι πολιτικές βίαιης
δημοσιονομικής προσαρμογής έδωσαν την ευκαιρία στις δυνάμεις του
συγκεντρωτισμού να απονευρώσουν την αποκέντρωση και να περιορίσουν την
αυτοδιοίκηση σε προελεγχόμενους ρόλους. Το ότι οι Δήμοι ανταποκρίθηκαν διαμέσου
των κοινωνικών τους δομών στις ανάγκες των ευπαθών κοινωνικών ομάδων του
πληθυσμού τους δεν είναι αποτέλεσμα αναβαθμισμένου ρόλου. Είναι η αυτονόητη
συνέπεια της εγγύτητας του θεσμού στην κοινωνία και της ήδη ασκούμενης
δημοτικής πολιτικής για την κοινωνική φροντίδα. Αντιθέτως την ίδια εποχή οι
αρμοδιότητες στον τομέα της πρωτοβάθμιας υγείας δεν ήρθαν ενώ είχαν
θεσμοθετηθεί με τον Καλλικράτη, οι πόροι παρέμειναν αγκυρωμένοι στα ευρωπαϊκά προγράμματα
χωρίς ουσιαστική αύξηση παρά τις αυξημένες ανάγκες και προσφάτως τα
θεσμοθετημένα “Κέντρα Κοινότητας» δεν ενδυναμώνουν τον ουσιαστικό κοινωνικό
ρόλο της Αυτοδιοίκησης αλλά έρχονται μάλλον να τον περιχαρακώσουν και να
μοιράσουν με το κεντρικό κράτος το «πολιτικό- πελατειακό όφελος».
Το «δημοτικό κοινωνικό κράτος» δεν μπορεί να έχει
προοπτική εάν δεν διασφαλίζει τους αναγκαίους πόρους, τους ανάλογους με τις
πραγματικές ανάγκες των τοπικών κοινωνιών και δεν μπορεί να έχει προοπτική εάν
δεν αναγνωρίζεται στους Δήμους η αρμοδιότητα και η πραγματική εξουσία να
διαθέτουν τους πόρους σύμφωνα με τις δικές τους προτεραιότητες ή ακόμη
περισσότερο εάν δεν έχουν την ικανότητα να παράγουν και οι ίδιοι πόρους
προκειμένου να ενισχύσουν τα αποτελέσματα της κοινωνικής τους πολιτικής.
Αντίστοιχα θα μπορούσαμε να μιλήσουμε και για τις
άλλες κοινωνικές πολιτικές, πέραν της φροντίδας, της αλληλεγγύης και της
πρόνοιας. Να μιλήσουμε για τον Αθλητισμό, την Παιδεία, τον Πολιτισμό. Πλαίσιο
πολιτικών πρωτοβουλιών, πόροι και λειτουργικά μέσα είναι τα εργαλεία για να
ανταποκριθεί η αυτοδιοίκηση στον ρόλο της που είναι ακριβώς η ανάπτυξη των
τοπικών κοινωνιών σε περιβάλλον δημοκρατικής συμμετοχής και προοδευτικής,
δηλαδή δημιουργικής, διακυβέρνησης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου