ΣυμβΕφΠατρών
9/2018
Υπεξαίρεση
στην υπηρεσία εις βάρος του Δημοσίου με αντικείμενο αξίας άνω των εκατόν
πενήντα χιλιάδων ευρώ κατ’ εξακολούθηση. Αποφασίζεται η παραπομπή στο
ακροατήριο του κατά τόπον αρμοδίου Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, της
κατηγορουμένης, η οποία ούσα δημοτική υπάλληλος ιδιοποιήθηκε παράνομα χρήματα
τα οποία έλαβε λόγω αυτής της ιδιότητάς της αυτής και τα οποία ανήκαν κατά
κυριότητα στον Δήμο, η δε ζημία που προκάλεσε στην περιουσία αυτού ήταν
μεγαλύτερη των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ.
Αριθμός:
9/2018
(Αριθ.
Ειδ. Βιβλίου: 9/2018)
ΤΟ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΦΕΤΩΝ ΠΑΤΡΩΝ
Συγκροτήθηκε
από τους Δικαστές: Στεφάνια Καρατζά, Πρόεδρο Εφετών, ʼννα
Λεοντίου
και
Χρυσή
Φυντριλάκη
- Εισηγήτρια,
Εφέτες.
Συνεδρίασε
στο γραφείο των διασκέψεων στις 21 Δεκεμβρίου 2017, παρουσία και του Γραμματέως
Αυγερινού Κατσέρη.
Το
Συμβούλιο καλείται να αποφανθεί για την ποινική υπόθεση στην οποία ο
Αντεισαγγελέας Εφετών Πατρών Γεώργιος Μπισμπίκης, έχει υποβάλει την πρόταση του
με αριθμό 217/2017 που έχει ως εξής:
«Εισάγω, ενώπιον του Συμβουλίου Σας, κατά το
άρθρο 308 παρ. 1 Κ.Π.Δ., την προκείμενη ποινική δικογραφία κατά των: 1) ...,
κατοίκου Διβαράτων Κεφ/νιας, 2) ..., κατοίκου Αγίας Ευθυμίας Κεφαλληνίας και 3)
..., κατοίκου Αργοστολίου Κεφαλληνίας, οδ. ..., οποίοι κατηγορούνται για
υπεξαίρεση στην υπηρεσία σε βάρος του δημοσίου με αντικείμενο αξίας άνω των
150.000 ευρώ, την οποία τέλεσαν από κοινού, κατ εξακολούθηση, ήτοι για παράβαση
των άρθρων: 1, 12, 13°-14, 27 παρ. 1, 45, 51, 52, 98 παρ. 2, 258 παρ. 2 περ. γ
στοιχ. γ, 263 Α στοιχ. α ΠΚ και άρθρ. 1 §§ 1 Ν. 1608/1950, ως η παρ. 1 του άρθρ.
1, που είχε αντικ. με άρθρ. 4 § 5 Ν. 1738/1987 και τροπ. με άρθρ. 2 Ν.
1877/1990, αντικ. εκ νέου με άρθρ. 36 § 1 Ν. 2172/1993 και στη συνέχεια τροπ.
και συμπλ. με άρθρ. 24 § 3 Ν. 2298/1995 και τροπ. με άρθρ. 4 § 3α Ν. 2408/1996
και εκθέτω τα εξής: Κατά τη διάταξη του άρθρου 308 § 1 εδ. γ' και δ' Κ.Π.Δ.,
όπως η παρ. 1 αντικ. με αρθρ. 15 του Ν. 3904/2010, στα εγκλήματα που
προβλέπονται από το άρθρο 1 του Ν. 1608/50, η περάτωση της κύριας ανάκρισης
κηρύσσεται από το Συμβούλιο των Εφετών. Για το σκοπό αυτό η δικογραφία
διαβιβάζεται αμέσως μετά την τελευταία ανακριτική πράξη στον Εισαγγελέα Εφετών,
ο οποίος, αν κρίνει ότι η ανάκριση δεν χρειάζεται συμπλήρωση, την εισάγει με
πρόταση του στο Συμβούλιο Εφετών, που αποφαίνεται αμετακλήτως ακόμη και για τα
συναφή πλημμελήματα και κακουργήματα, ανεξαρτήτως της βαρύτητας των τελευταίων
ή εάν γι' αυτά προβλέπεται διαφορετικός τρόπος περάτωσης της κυρίας ανακρίσεως
και όταν από την έρευνα της ουσίας της υπόθεσης κρίνει ότι δεν θεμελιώνεται
προβλεπόμενο από το άρθρο 1 του Ν. 1608/1950 έγκλημα. Από τη διάταξη αυτή, η
οποία αποσκοπεί στην ταχεία εισαγωγή των σχετικών υποθέσεων προς συζήτηση στο
ακροατήριο και την δικαστική εκκαθάριση των προβλεπομένων στο Ν. 1608/1950
εγκλημάτων [ΟλΑΠ 390/1992, Ποιν. Χρ. MB' 522, Α.Π. 1186/2007, Ποιν. Χρ. ΝΗ'
410, Α.Π. 1384/2006, Ποιν. Χρ. ΝΖ' 619], προκύπτει ότι, ιδρύεται υλική
αρμοδιότητα του Συμβουλίου Εφετών προς περάτωση της κύριας ανάκρισης,
αποφαινομένου τούτου αμετακλήτως σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, σε κάθε
περίπτωση που ασκήθηκε ποινική δίωξη και ενεργήθηκε ανάκριση για πράξη που
προβλέπεται από το άρθρο 1 του Ν. 1608/1950 και ο Εισαγγελέας Εφετών, εφόσον
ασκήθηκε ποινική δίωξη πράξη που εμπίπτει στον άνω νόμο, μετά την τυπική
περάτωση της κύριας ανάκρισης, είναι υποχρεωμένος, εάν κρίνει ότι η ανάκριση
δεν χρειάζεται συμπλήρωση, να απευθυνθεί προς το Συμβούλιο Εφετών, το οποίο
είναι το μόνο αρμόδιο για την ουσιαστική περάτωση της ανάκρισης σε κάθε
περίπτωση, υφισταμένης δηλαδή αρμοδιότητας τούτου, και όταν, κατά την έρευνα
της ουσίας της υπόθεσης κρίνει, ότι δεν θεμελιώνεται προβλεπόμενο από το άρθρο
1 του Ν. 1608/1950 έγκλημα, αλλά άλλο έγκλημα, υπαγόμενο στις κοινές ποινικές
διατάξεις, όπως, όταν κριθεί, ότι η αξιόποινη πράξη δεν στρέφεται κατά του
Δημοσίου ή των άλλων νομικών προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 1, οπότε, σ'
αυτή την περίπτωση, οφείλει, αφού δώσει, με βάση τα περιστατικά που κατά την
κυριαρχική του εκτίμηση προέκυψαν, τον ορθό νομικό χαρακτηρισμό της πράξης, να
παραπέμψει στο αρμόδιο δικαστήριο τον κατηγορούμενο, για να δικαστεί για την
πράξη αυτή, όπως ορθά αυτή χαρακτηρίσθηκε από τούτο [Συμβούλιο Εφετών], το
σχετικό δε βούλευμα του, δεν υπόκειται σε αναίρεση [Α.Π. 541/2008, αδημ., Α.Π.
1186/2007, Ποιν. Χρ. ΝΗ' 410, Α.Π. 1384/2006, Ποιν. Χρ. ΝΖ' 619, ΤρΕφΚακΑΘ
2278/2008, Ποιν. Χρ. ΝΗ' 1002, ΣυμβΕφΑΘ 1205/2009, αδημ.].
Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1
παρ. 1 του Ν. 1608/1950, όπως τροποποιηθείσα και συμπληρωθείσα, κατά τα
αναφερόμενα ανωτέρω, ισχύει σήμερα και ίσχυε και κατά τους χρόνους που φέρεται
ότι ενήργησε ο κατηγορούμενος, στον ένοχο των αδικημάτων που προβλέπονται στα
άρθρα 216, 218, 235, 236, 237, 242, 256, 258, 372, 375 και 386 του Ποινικού
Κώδικα, εφόσον αυτά στρέφονται κατά του Δημοσίου ή των νομικών προσώπων
δημοσίου δικαίου ή κατ' άλλου νομικού προσώπου από εκείνα που αναφέρονται στο
άρθρο 263Α του Ποινικού Κώδικα και το όφελος που πέτυχε ή επιδίωξε ο δράστης ή
η ζημία που προξενήθηκε ή οπωσδήποτε απειλήθηκε στο Δημόσιο ή στα πιο πάνω
νομικά πρόσωπα υπερβαίνει το ποσό των πενήντα εκατομμυρίων (50.000.000) δραχμών
[ήδη 150.000 ευρώ], επιβάλλεται η ποινή της κάθειρξης, και αν συντρέχουν
ιδιαζόντως επιβαρυντικές περιστάσεις, ιδίως αν ο ένοχος εξακολούθησε επί μακρό
χρόνο την εκτέλεση του εγκλήματος ή το αντικείμενο του είναι ιδιαιτέρως μεγάλης
αξίας, επιβάλλεται η ποινή της ισόβιας κάθειρξης. Από την άνω διάταξη
προκύπτει, ότι ο νόμος 1608, δεν καθιερώνει αυτοτελώς το αξιόποινο, ούτε
μεταβάλλει τους όρους και τα στοιχεία των αναφερομένων στο άρθρο 1 αυτού
εγκλημάτων, αλλά απλώς επαυξάνει, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, την ποινή [βλ.
τον χαρακτηριστικό τίτλο του: «Περί αυξήσεως των ποινών των προβλεπομένων δια
τους καταχραστάς του Δημοσίου»] και καθιστά την πράξη κακούργημα. Δηλαδή ο
νόμος (1608/50) δεν διαπλάσσει νέα εγκλήματα, αφού είναι τα αυτά εγκλήματα του
Π.Κ., απλώς σε διακεκριμένη μορφή [βλ. ΟλΑΠ 3/2008, Ποιν. Χρ. ΝΗ' 404, Α.Π.
222/2008, Ποιν. Χρ. ΝΘ' 43, Α.Π. 298/2008, αδημ.]. Εξ'άλλου, σύμφωνα με τη
διάταξη του άρ. 258 του ΠΚ, όπως η περ. γ' αντικαταστάθηκε με το άρ. 14 παρ. 5β
του Ν. 2721/1999, «Υπάλληλος ο οποίος παράνομα ιδιοποιείται χρήματα ή άλλα
κινητά πράγματα που τα έλαβε ή τα κατέχει λόγω αυτής της ιδιότητας του, και αν
ακόμα δεν ήταν αρμόδιος γι' αυτό, τιμωρείται: α) με φυλάκιση τουλάχιστον έξι
μηνών β) αν το αντικείμενο της πράξης είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, με
φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών γ) με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών, αν: (α) ο
υπαίτιος μεταχειρίστηκε ιδιαίτερα τεχνάσματα και το αντικείμενο της πράξης
είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας συνολικά ανώτερης των δέκα πέντε χιλιάδων (15.000)
ευρώ, ήδη 30.000 ευρώ, ή (β) το αντικείμενο της πράξης έχει αξία μεγαλύτερη των
εβδομήντα τριών χιλιάδων (73.000) ευρώ, ήδη 120.000 ευρώ, ως τα ποσά στο
ανωτέρω άρθρο αναπροσαρμόστηκαν με άρθρο 24§1 περ. η' Ν. 4055/2012.». Από την
πιο πάνω διάταξη προκύπτει ότι, για τη στοιχειοθέτηση του προβλεπόμενου από
αυτήν εγκλήματος της υπεξαιρέσεως στην υπηρεσία, το οποίο περιλαμβάνει την
αντικειμενική υπόσταση της κατά το άρ. 375 παρ. 1 ΠΚ υπεξαιρέσεως με επαύξηση
της ποινής, απαιτείται: α) Παράνομη ιδιοποίηση ξένων (ολικά ή εν μέρει) κινητών
πραγμάτων ή χρημάτων, τέτοια δε θεωρούνται εκείνα τα οποία βρίσκονται σε ξένη,
σε σχέση με το δράστη, κυριότητα, με την έννοια κατά την οποία αυτή
εκλαμβάνεται στο αστικό δίκαιο. Κατοχή δε, κατά την έννοια των προαναφερομένων
διατάξεων, δεν είναι μόνο η σχέση φυσικής εξουσιάσεως του πράγματος από τον
κατέχοντα αυτό κατά τη βούληση του, αλλά και η πραγματική σχέση που καθιστά
δυνατή κατά τις αντιλήψεις των συναλλαγών την εξουσίαση του πράγματος από το
δράστη κατά τη βούληση του. Αν πρόκειται για χρήματα, η απόκτηση της κατοχής
τους, υπό την παραπάνω έννοια, δεν πραγματοποιείται μόνο με την παράδοση τους
στο δράστη, αλλά και με τη λογιστική τους μεταφορά στον προσωπικό λογαριασμό
του δράστη ή, καθ' υπόδειξη του τελευταίου, σε λογαριασμό τρίτου σε τράπεζα,
οπότε γίνεται δικαιούχος αυτός (δράστης ή τρίτος) και αποκτά δικαίωμα αναλήψεως
τους κατά τις διατάξεις που διέπουν το τραπεζικό σύστημα, β) Ιδιότητα του
δράστη ως υπαλλήλου, κατά την έννοια του άρ. 13 στοιχ. α' του ΠΚ, όπως αυτή
διευρύνεται με το άρ. 263α του ίδιου Κώδικα. Και γ) ο υπάλληλος να έλαβε ή να
κατέχει τα κινητά πράγματα ή τα χρήματα υπό την υπαλληλική του ιδιότητα,
αδιάφορα αν ήταν αρμόδιος ή όχι γι' αυτό. Ιδιοποίηση αποτελεί κάθε ενέργεια ή
παράλειψη του δράστη, η οποία καταδηλώνει τη θέληση του να εξουσιάζει και
διαθέτει το πράγμα σαν να είναι κύριος. Υποκειμενικώς απαιτείται η ύπαρξη δόλου
του δράστη, ο οποίος ενέχει τη γνώση αυτού ότι το πράγμα ή τα χρήματα είναι
ξένα (ολικά ή εν μέρει) ως προς αυτόν και ότι τα έλαβε ή τα κατέχει υπό την
υπαλληλική του ιδιότητα, καθώς και τη βούληση να τα ιδιοποιηθεί παράνομα,
δηλαδή χωρίς τη συγκατάθεση του ιδιοκτήτη. Τέτοια βούληση υφίσταται και όταν
εκμεταλλεύεται το πράγμα προς ίδιο όφελος και αντίθετα με τις δοθείσες οδηγίες
του κυρίου του πράγματος. Εξάλλου, στοιχειοθετείται υπεξαίρεση και όταν
πρόκειται για παραστατικά αξίας έγγραφα, όπως είναι οι πιστωτικοί τίτλοι,
καθόσον αντικείμενο ιδιοποιήσεως εδώ είναι η ενσωματωμένη σε αυτά αξία.
Περαιτέρω, ξένο θεωρείται το πράγμα όταν είναι υπό ξένη κυριότητα, όπως αυτή
διαπλάσσεται στο αστικό δίκαιο, και δεν περιήλθε στην κατοχή του υπαιτίου με
κάποια μεταβιβαστική της κυριότητας πράξη. Έτσι, και ο εντολοδόχος που
διαχειρίζεται χρήματα για λογαριασμό του εντολέα του δεν αποκτά κυριότητα επ'
αυτών. Από τη διάταξη δε του άρ. 719 ΑΚ προκύπτει ότι, αν ο εντολοδόχος
απέκτησε από την εκτέλεση της εντολής χρήματα και αρνείται να τα διαθέσει προς
περαιτέρω τυχόν εκτέλεση της εντολής ή να τα αποδώσει στον εντολέα,
ιδιοποιούμενος αυτά, δεν αθετεί μόνο την υποχρέωση του από το νόμο ή τη σύμβαση
της εντολής, αλλά διαπράττει και την παράνομη πράξη της υπεξαιρέσεως. Τέλος, με
την υπαλληλική ιδιότητα λαμβάνει κανείς χρήματα ή άλλα κινητά πράγματα, όταν
μεταξύ της λήψεως και της υπαλληλικής ιδιότητας του λήπτη υπάρχει μια άμεση
σχέση αιτιότητας. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν περιορίζεται μόνο στις περιπτώσεις που
υπάλληλος λαμβάνει ένα πράγμα στο πλαίσιο της υπαλληλικής του αρμοδιότητας,
αλλά υπάρχει και εκεί που μπορεί κανείς να μην έχει "in concrete" αρμοδιότητα,
το πράγμα όμως δίνεται σ' αυτόν ως υπάλληλο.
Για τη στοιχειοθέτηση δε του εγκλήματος της
υπεξαιρέσεως στην υπηρεσία σε βαθμό κακουργήματος απαιτείται ή ο υπαίτιος να
μεταχειρίστηκε ιδιαίτερα τεχνάσματα και το αντικείμενο της πράξεως να είναι
ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, συνολικά ανώτερης των 15.000 ευρώ ήδη 30.000 ευρώ, ή
το αντικείμενο της πράξεως να έχει αξία μεγαλύτερη των 73.000 ευρώ και ήδη
120.000 ευρώ( ΑΠ 50/2011, ΠΧ/2012 σελ.30).
Από το αποδεικτικό υλικό της δικογραφίας και
συγκεκριμένα από τις καταθέσεις των μαρτύρων, τα πορίσματα του πειθαρχικού και
διοικητικού ελέγχου, το πόρισμα του ορκωτού λογιστή και τα λοιπά έγγραφα καθώς
και τις απολογίες των κατηγορουμένων προέκυψαν παρακάτω: Με αφορμή το από τον
ασφαλιστικό φορέα των υπαλλήλων των δήμων και κοινοτήτων (Τ.Τ.Δ.Κ.Τ) αποσταλέν
προς τον Δήμο Κεφ/νιας έγγραφο με αριθμ. πρωτ. .../8-4-2011, σύμφωνα με το
οποίο ο πρώην Δήμος Πυλαρέων όφειλε από ασφαλιστικές εισφορές προς τον ασφαλιστικό
αυτό φορέα το ποσό των 27.246,35 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 1/2010 έως
31/2010, η προϊσταμένη της Δ/νσης των Διοικητικών και Οικονομικών Υπηρεσιών του
Δήμου Κεφ/νιας, ο οποίος κατέστη από την 1-1-2011 καθολικός διάδοχος του πρώην
Δήμου Πυλαρέων λόγω ενσωματώσεως του τελευταίου στον πρώτο, ενημέρωσε με τα
αριθμ. πρωτ. .../15-9-2011 και .../11-10-2011 έγγραφα της τον Δήμαρχο του Δήμου
Κεφ/νιας ότι ύστερα από το έγγραφο του ανωτέρω ασφαλιστικού φορέα αλληλογράφησε
και με άλλους ασφαλιστικούς φορείς, καθώς και με την Δ.Ο.Υ Αργοστολίου, και
προέκυψε ότι ο πρώην Δήμος Πυλαρέων και τα συσταθέντα από αυτόν νομικά πρόσωπα,
όπως το Κ.Α.Π.Η του Δήμου αυτού και η «Ζησιμάτειος Βιβλιοθήκη» όφειλαν εισφορές
προς το ΙΚΑ, στα ταμεία προνοίας των υπαλλήλων των δήμων και κοινοτήτων και
προς το δημόσιο από φόρους μισθωτών υπηρεσιών (Φ.Μ.Ύ), ότι σε συνέχεια των όσων
ως ανωτέρω πληροφορήθηκε ζήτησε εγγράφως από την υπηρετούσα στην νυν δημοτική
ενότητα Πυλαρέων ταμία, που ήταν η πρώτη κατηγορουμένη, να της αποσταλούν οι
αποδείξεις καταθέσεως των εισφορών στους προαναφερόμενους δικαιούχους
ασφαλιστικούς φορείς, αυτή δε από την πλευρά της απήντησε εγγράφως ότι δεν
υπάρχουν τέτοιου είδους οφειλές του πρώην Δήμου Πυλαρέων κι ότι τα σχετικά
παραστατικά υπάρχουν στο αρχείο, χωρίς όμως και να αποσταλούν ποτέ εκ μέρους
της στον Δήμο Κεφ/νιας, παρα την επανειλημμένη έγγραφη όχληση της προς τούτο
τόσο από πλευράς της ανωτέρω προϊσταμένης όσο και από μέρους του αρμοδίου
Αντιδημάρχου. Κατόπιν αυτών ο Δήμαρχος Κεφ/νιας με τις αριθ. Πρωτ.
.../8-12-2011 και .../1-3-2011 αποφάσεις του διέταξε την διενέργεια ένορκης
διοικητικής εξέτασης με αντικείμενο την συλλογή στοιχείων προς διαπίστωση τυχόν
πειθαρχικών παραπτωμάτων εκ μέρους των υπαλλήλων του πρώην Δήμου
Πυλαρέων, ενώ με την αριθμ. .../2012 απόφαση του δημοτικού συμβουλίου του Δήμου
Κεφ/νιας ανατέθηκε σε ορκωτούς λογιστές η διενέργεια συνοπτικού ελέγχου του
απολογισμού του πρώην Δήμου Πυλαρέων αρχικά για το έτος 2010 και ακολούθως
αποφασίστηκε η επέκταση του ελέγχου αυτού και για τα έτη 2008 και 2009.
Περαιτέρω υποβλήθηκε προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Κεφ/νιας, προκειμένου να
διερευνηθεί και η ποινική πτυχή της υποθέσεως, το συγκεντρωθέν υλικό κατά τις
προαναφερόμενες διοικητικές ενέργειες, σύμφωνα με τα πορίσματα των οποίων καταλογιζόταν
η πειθαρχική ευθύνη αποκλειστικά στην πρώτη κατηγορουμένη, επειδή, αν και είχε
ορισθεί με απόφαση του Δημάρχου ως υπεύθυνη για να διαχειριστεί τα ζητήματα
αυτά, ήτοι είχε ορισθεί υπεύθυνη για την απόδοση των ασφαλιστικών εισφορών και
των φόρων μισθωτών υπηρεσιών στους
ανωτέρω ασφαλιστικούς οργανισμούς και το δημόσιο, δεν προέβη σ' αυτήν. Στα
πλαίσια δε της διαταχθείσας από τον εισαγγελικό λειτουργό προκαταρτικής
εξετάσεως παραγγέλθηκε η διενέργεια ελέγχου και από επιθεωρητές του σώματος επιθεωρητών -
ελεγκτών δημόσιας διοικήσεως. Στο πόρισμα δε των τελευταίων επιβεβαιώνονται οι
διαπιστώσεις των πορισμάτων της πειθαρχικής διαδικασίας περί μη αποδόσεως των
ασφαλιστικών εισφορών και των φόρων μισθωτών υπηρεσιών εκ μέρους της πρώτης
κατηγορουμένης, η οποία εκ του γεγονότος αυτού τέθηκε σε αυτοδίκαιη αργία με
την αριθμ. .../2013 απόφαση του Δημάρχου Κεφ/νιας. Ειδικότερα, σε όλα τα
ανωτέρω πορίσματα και προς θεμελίωση των ανωτέρω εκτιμήσεων τους αναφέρονται τα
παρακάτω: Με την αριθμ. .../19-01-2007 απόφαση του τότε Δημάρχου του Δήμου
Πυλαρέων και ήδη τρίτου κατηγορουμένου της είχαν ανατεθεί ως δημοτικής
υπαλλήλου του Δήμου Πυλαρέων τα καθήκοντα της
συντάξεως προϋπολογισμών και απολογισμών, οικονομικής παρακολουθήσεως, μισθοδοσίας, διαχειρίσεως δαπανών,
παραλαβής και αρχειοθετήσεως εγγράφων και προμηθειών. Επίσης με την
.../10-10-2007 απόφαση του αυτού Δημάρχου της είχαν ανατεθεί τα καθήκοντα
ειδικού δημοτικού ταμία. Εκτελούσε δε τα ανωτέρω καθήκοντα από τον χρόνο
εκδόσεως εκάστης των ανωτέρω δημαρχιακών αποφάσεων μέχρι την 31-12-2010, οπότε
καταργήθηκε το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου υπό την επωνυμία «Δήμος Πυλάρου»
και συνενώθηκε στο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου υπό την επωνυμία «Δήμος
Κεφαλλονιάς». Ακόμη, με τις ανωτέρω ιδιότητες της, διαχειριζόταν τις πιστώσεις
του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου υπό την επωνυμία «ΚΑΠΗ Πυλάρου» και την
απόδοση κρατήσεων υπέρ του ΙΚΑ. Περαιτέρω, και αναφορικά με την δευτέρα
κατηγορουμένη, με τις αυτές ως άνω αποφάσεις ο τρίτος πάντα κατηγορούμενος με
την προαναφερομένη ιδιότητα του της είχε αναθέσει τα καθήκοντα της διαχειρίσεως
εσόδων, των αδειών διαφημίσεων, μισθώσεων κοινοχρήστων χώρων, δανείων,
βεβαιώσεων ΤΑΠ και παραλαβής και αρχειοθετήσεως εγγράφων, την απόδοση ΦΜΎ της
μισθοδοσίας των υπαλλήλων της «Ζησιματείου» Βιβλιοθήκης καθώς και τα καθήκοντα
του Δημοτικού εισπράκτορος και της αναπληρώτριας δημοτικής Ταμία. Η πρώτη
λοιπόν κατηγορουμένη με την ιδιότητα της ως ταμία και με το καθήκον να
παρακρατεί τα προοριζόμενα για τις ασφαλιστικές εισφορές και τους φόρους
μισθοδοσίας των υπαλλήλων του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου υπό την
επωνυμία «Δήμος Πυλαρέων» και των νομικών προσώπων δημοσίων δικαίου υπό τις
επωνυμίες «ΚΑΠΗ Πυλάρου» και «Ζησιμάτειος Βιβλιοθήκη», χρηματικά ποσά
προκειμένου να τα αποδίδει εν συνεχεία στους δικαιούχους φορείς, δεν απέδωσε,
κατά την περίοδο από 01-01-2008 έως 31-12-2010, προς αυτούς το συνολικό ποσό
των 353.636 ευρώ, που συνέχισε συνεπώς να οφείλει ο Δήμος Πυλαρέων και μετά την
ενσωμάτωση του στον Δήμο Κεφ/νιας, πράγμα που η πρώτη κατηγορουμένη απέκρυψε
κατά την σύνταξη του πίνακα απογραφής των υποχρεώσεων του Δήμου Πυλαρέων, τον
οποίο παρέδωσε με πρωτόκολλο στους υπαλλήλους του Δήμου Κεφ/νιας και στον οποίο
εμφανίζονταν οι οφειλές του πρώην Δήμου Πυλαρέων να ανέρχονται μόλις στο ποσό
μόνο των 7.761,24 ευρώ. Ο προσδιορισμός δε του οφειλόμενου ποσού των 353.636
ευρώ έγινε, όπως συνάγεται από το από 30-7-2015 πόρισμα των επιθεωρητών -
ελεγκτών Δημοσίας Διοικήσεως, μετά από παρακολούθηση της προβλεπομένης από τον
νόμο (ΒΔ 17-5/15-6-1959) διαδικασίας εισπράξεως, η οποία γινόταν με έκδοση
γραμματίου εισπράξεως των κρατήσεων υπέρ τρίτων και έκδοση στην συνέχεια
χρηματικού εντάλματος απόδοσης των κρατήσεων ανά δικαιούχο φορέα βάσει σχετικών
συγκεντρωτικών καταστάσεων, η δε απόδοση των κρατήσεων στους ασφαλιστικούς
οργανισμούς και την Δ.Ο.Τ γινόταν με κατάθεση του αναλογούντος ποσού σε
τραπεζικό λογαριασμό του δικαιούχου φορέα ή με ανάληψη μετρητών και απ' ευθείας
κατάθεση στον φορέα είτε από την ίδια είτε από την αναπληρώτρια της είτε, ακόμη,
από συγγενικό πρόσωπο της ταμίου στην περίπτωση που υπήρχε φόρτος εργασίας,
όπως σχετικώς δήλωσε. Με βάση λοιπόν τα χρηματικά εντάλματα που είχε εκδώσει η
ταμειακή υπηρεσία του πρώην Δήμου Πυλαρέων κατά το χρονικό διάστημα των ετών
2008-2009 οι επιθεωρητές - ελεγκτές Δημόσιας Διοίκησης εκτίμησαν ότι το
συνολικό παρακρατηθέν ποσό ανέρχεται στις 614.760 ευρώ. Από αυτό λοιπόν
υπολόγισαν ότι απέδωσε η πρώτη κατηγορουμένη μόνο το ποσό 261.124 ευρώ, ενώ δεν
έκανε το ίδιο και με το ποσό των 353.636 ευρώ, που όφειλε ο Δήμος προς τους
προαναφερόμενους ασφαλιστικούς φορείς και προς το δημόσιο. Τούτο εμφαίνεται
αναλυτικότερα στον παρακάτω πίνακα, στον οποίο αναγράφονται ανά στήλη οι
ασφαλιστικές εισφορές, η πηγή των κρατήσεων, τα ποσά που παρακρατήθηκαν, τα
ποσά που αποδόθηκαν και το ποσά που δεν έχουν αποδοθεί από την πρώτη
κατηγορουμένη (βλ. σχετ. με την κατηγοριοποίηση αυτή τις ένορκες καταθέσεις των
επιθεωρητών, ...).
……………………………………………………………………
Περαιτέρω από τις καταθέσεις των επιθεωρητών
Δημόσιας Διοίκησης προκύπτει ότι από το συνολικό ποσό των οφειλών, που
ανέρχεται στις 353.636 ευρώ, ποσό ύψους 294.069 ευρώ αντιπροσωπεύει τις οφειλές
του πρώην Δήμου Πυλαρέων προς το δημόσιο και ασφαλιστικούς οργανισμούς και ποσό
ύψους 59.567 ευρώ οφειλές των προαναφερομένων νομικών προσώπων του δήμου αυτού
προς τους αυτούς δικαιούχους. Το ανωτέρω λοιπόν συνολικό ποσό (353.636 ευρώ)
θεωρήθηκε από τους επιθεωρητές ότι είναι και το υπεξαιρεθέν ποσό από την πρώτη
κατηγορουμένη, αφού δεν υπάρχουν παραστατικά καταβολής του συνολικού αυτού
ποσού στους τραπεζικούς λογαριασμούς των δικαιούχων ασφαλιστικών φορέων και του
δημοσίου ή καταβολής του με άλλο τρόπο (μετρητά). Ακόμη, οι μάρτυρες αυτοί
αναφέρουν ότι τμήμα του ανωτέρω μη αποδοθέντος και υπεξαιρεθέντος ποσού (353.636
ευρώ), που ανέρχεται στο ύψος των 258.672 ευρώ, προκύπτει ότι προήλθε από την
είσπραξη, με έκδοση από την πρώτη κατηγορουμένη γραμματίων εισπράξεως, με
παρακράτηση των ασφαλιστικών εισφορών και φόρων, που δεν αποδόθηκαν από αυτήν
στους δικαιούχους φορείς, αλλά αποδόθηκαν με χρηματικά εντάλματα στον πρώην
Δήμο Πυλαρέων εγγράφοντας το ποσό των 409.405 ευρώ σε κωδικό, που αφορά σε
φόρους και τέλη, τα οποία βαρύνουν τον Δήμο. Ειδικότερα η πρώτη κατηγορουμένη
προκύπτει ότι κατά τα έτη 2009 και 2010 εξέδωσε είκοσι έξη (26) χρηματικά
εντάλματα πληρωμής τα οποία αντιστοιχούσαν στο συνολικό ποσό των 409.405 ευρώ,
με αιτιολογία την απόδοση φόρων και την ένδειξη «ΕΞΟΦΛΗΘΗ» ή την ένδειξη
«Λογιστική Τακτοποίηση» με δικαιούχο τον Δήμο και την μονογραφή της και τα οποία
είναι τα παρακάτω: το ... (φόροι προμηθευτών και εργολάβων, 32.7346), το ...
(Φ.Μ.Τ., 129.1746), το ... (φόροι αιρετών, 19.933€)/2009 (σύνολο: 181.8416), το
... (φόροι αιρετών, 68.230€), το ... (φόροι αιρετών, 9.092€), το ... (φόροι
αιρετών, 14.581€), το ... (Φ.Μ.Τ., 12.581€), το ... (φόροι αιρετών, 1.748€), το
... (φόροι προμηθευτών και εργολάβων, 3.576€), το ... (Φ.Μ.Τ., 12.903€), το ...
(φόροι προμηθευτών και εργολάβων, 5,364€), το ... (φόροι αιρετών, 1.991€), το
... (φόροι προμηθευτών και εργολάβων, 3.940€), το ... (Φ.Μ.Ύ., 9.4126), το ...
(φόροι αιρετών, 1.977€), το ... (Φ.Μ.Τ., 18.872€), το ... (φόροι αιρετών,
3.4616), το ... (φόροι προμηθευτών και εργολάβων, 956), το ... (φόροι
προμηθευτών και εργολάβων, 2.886€), το ...(φόροι αιρετών, 1.0346), το ...
(Φ.Μ.Ύ., 9.378€), το 84 (φόροι αιρετών, 1.4986), το ... (φόροι προμηθευτών και
εργολάβων, 21.7876), το ... (φόροι προμηθευτών και εργολάβων, 7.4406), το ...
(Φ.Μ.Ύ., 15.2546) και το ... (φόροι αιρετών, 463€)/2010 (σύνολο: 227.5646)].
Επί των γραμματίων αυτών εισπράξεως όμως δεν ανέγραφε την ένδειξη :
«Παρακράτηση ασφαλιστικών εισφορών», αλλά μόνο την αιτιολογία : «Φόροι μισθωτών
υπηρεσιών», «Φόροι αιρετών», «Φόροι προμηθευτών και εργολάβων». Όπως όμως
υπολόγισαν οι επιθεωρητές, από το συνολικό ποσό των 409.405 ευρώ, για το οποίο
εκδόθηκαν εντάλματα πληρωμής στην συνέχεια με δικαιούχο τον πρώην Δήμο
Πυλαρέων, μόνο το ποσό των 150.733 ευρώ αντιστοιχεί σε αποδοτέους από τον Δήμο
φόρους και συνεπώς το υπόλοιπο ποσό των 258.672 ευρώ, που αποτελεί τμήμα του
συνολικού ποσού των 353.636 ευρώ, αντιστοιχεί σε αποδοτέες υπέρ των
ασφαλιστικών φορέων κρατήσεις, το οποίο όμως δεν αποδόθηκε, αλλά, αντ' αυτού,
ολόκληρο το ποσό των 409.405 ευρώ αποδόθηκε με τον προαναφερόμενο τρόπο στον
Δήμο Πυλαρέων. Τούτο συνέβη προκειμένου να φαίνεται ως δικαιούχος αυτών ο Δήμος
και ως εκ τούτου να μην υποχρεούται η πρώτη κατηγορουμένη να εκδώσει χρηματικά
εντάλματα πληρωμής με δικαιούχους τους πραγματικούς οφειλέτες, ήτοι το Ελληνικό
Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία. Στις ίδιες διαπιστώσεις περί του
προαναφερομένου ελλείμματος, το οποίο προσδιόρισε σε μεγαλύτερο ύψος από το
αποδοθέν με την κρισιολογούμενη κατηγορία με καταλογισμό αυτού σε ευθύνη της
πρώτης κατηγορουμένης, για τον λόγο ότι ήταν η ταμίας που διαχειριζόταν τα των
αποδόσεων των ασφαλιστικών εισφορών και των φόρων προς το δημόσιο κατέληξε και
ο ορκωτός λογιστής, ... στις συνταχθείσες από αυτόν εκθέσεις ελέγχου των
δαπανών για τα έτη 2008 έως 2010 που παρέδωσε στον Δήμο Κεφ/νιας για
καταλογισμό στους υπευθύνους των. Προς την κατεύθυνση όμως ελέγχου του
νομότυπου ή μη των δαπανών, στις οποίες προέβη ο πρώην Δήμος Πυλαρέων, ζήτημα
που φαίνεται ότι βαίνει πέραν του ήδη ερευνηθέντος στα πλαίσια της κυρίας
ανακρίσεως και άφορα ενδεχομένως στην τέλεση του ποινικού αδικήματος της απιστίας
εκ μέρους των εμπλεκομένων στην έγκριση των δαπανών που χαρακτηρίζονται ως
επιλήψιμες στην ανωτέρω έκθεση, θα εξαχθούν αντίγραφα των εκθέσεων των ορκωτών
λογιστών, προκειμένου να διαβιβασθούν στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Κεφ/νιας για
τις δικές του ενέργειες. Έναντι των όσων
ως ανωτέρω προέκυψαν σε βάρος της η πρώτη κατηγορουμένη απολογούμενη
ισχυρίστηκε ότι δεν είναι βάσιμη η κατηγορία σε βάρος της, διότι στην
πραγματικότητα τα γραμμάτια εισπράξεως που εξέδωσε δεν αφορούσαν σε πραγματικά
έσοδα, ώστε να αποδοθούν οι κρατήσεις στους δικαιούχους τους και συνεπώς δεν
εισήρχοντο αυτά στο ταμείο του δήμου. Ετσι τα εντάλματα πληρωμής για την
απόδοση των παρακρατηθέντων εκδίδονταν μόνο για την λογιστική τακτοποίηση, ώστε
να ισοσκελίζονται τα έσοδα με τα έξοδα. Τούτο γινόταν, διότι ο δήμος δεν είχε
ταμειακά διαθέσιμα επαρκή για την εξόφληση των υποχρεώσεων του. Υποστήριξε δε,
ότι αυτό θα μπορούσε να διαπιστωθεί αν οι ελεγκτές συσχέτιζαν τα εντάλματα
πληρωμής που έλεγξαν με τα γραμμάτια είσπραξης και ακόμη αν, περαιτέρω, έλεγχαν
τις αναλυτικές κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών για να διαπιστώσουν αν
εισπράχθηκαν τα ποσά των γραμματίων είσπραξης, οπότε θα διαπίστωναν ότι δεν
έγινε καμία εκταμίευση των ποσών των ενταλμάτων πληρωμής. Περαιτέρω η πρώτη
κατηγορούμενη παραδέχτηκε ότι ο ανωτέρω τρόπος των παρακρατηθέντων στους
κωδικούς που αφορούσαν σε τέλη και φόρους που βάρυναν τον δήμο και άρα
εμφανίζονταν ως έξοδα του δήμου και ο οποίος ακολουθήθηκε με σκοπό την
ισοσκέλιση των εσόδων με τα έξοδα, δεν ήταν νόμιμος μεν, όμως, όπως
ισχυρίστηκε, επρόκειτο για μια παγιωμένη πρακτική που γνώριζαν τόσο η
συγκατηγορουμένη της, ..., όσο και ο συγκατηγορούμενός της Δήμαρχος. Οι ανωτέρω
όμως υπερασπιστικοί ισχυρισμοί της δεν είναι βάσιμοι. Ειδικότερα, και όσον
αφορά στο ως άνω κύριο κατά της κατηγορίας επιχείρημα της περί παραλείψεως
συσχετισμού των γραμμάτια εισπράξεως με τα εντάλματα πληρωμής καθώς και της
παραλείψεως ελέγχου της κινήσεως των τραπεζικών λογαριασμών, τούτο
καταρρίπτεται με τις ένορκες καταθέσεις των επιθεωρητών, οι οποίοι ερωτώμενοι
επ' αυτού ακριβώς του ζητήματος και ειδικότερα αν τα παρακρατηθέντα με τα
γραμμάτια είσπραξης χρηματικά ποσά, που ανήλθαν στο συνολικό ποσό των 409.405
ευρώ συσχετίσθηκαν με τα χρηματικά εντάλματα πληρωμής απάντησαν καταφατικά, με
το δε από 16-6-2017 εμπιστευτικό τους προς τον Ανακριτή Κεφ/νιας έγγραφο
γνώρισαν στον τελευταίο, ενόψει του εκ μέρους του διατυπωθέντος προς αυτούς
κατά την ενώπιον του ένορκη εξέταση τους σχετικού ερωτήματος, ότι κατόπιν
διασταυρώσεως των αποδοθέντων με τα χρηματικά εντάλματα στον δήμο Πυλαρέων,
αντί στους δικαιούχους ασφαλιστικούς φορείς και το δημόσιο, ποσών, ύψους
409.405 ευρώ, με τις κινήσεις των λογαριασμών: ... και ..., που τηρούσε ο δήμος
στην εμπορική τράπεζα, δεν προέκυψε να έχουν κατατεθεί αντίστοιχα ποσά ως
μετρητά σε αυτούς. Πλέον όμως αυτών, οι εκθέσεις των διενεργησάντων τον
πειθαρχικό έλεγχο υπαλλήλων του Δήμου Κεφ/νιας, το πόρισμα των επιθεωρητών
Δημόσιας Διοίκησης, αλλά και η έκθεση του ορκωτού λογιστού δεν αφήνουν
περιθώρια αναιρέσεως της ευθύνης αυτής, αφού η ίδια είχε ορισθεί ως υπεύθυνη
για την διαχείριση των ζητημάτων αυτών. ʼλλωστε, όπως οι ανωτέρω παρατήρησαν στα πορίσματα τους και ευλόγως αξιολόγησαν προς την κατεύθυνση θεμελιώσεως της κρίσης τους περί καταφάσεως της ευθύνης της, η πρώτη κατηγορουμένη ήταν αυτή που
δεν παρέδωσε τα παραστατικά, που αποδείκνυαν αν πράγματι απέδιδε τις εισφορές
στους δικαιούχους, όταν επανειλημμένως της ζητήθηκε να κάνει αυτό από την
αρμόδια υπηρεσία του Δήμου Κεφ/νιας. Η ίδια ήταν επίσης που απάντησε εγγράφως
στην προϊσταμένη της οικονομικής υπηρεσίας του Δήμου Κεφ/νιας, ότι δεν υπάρχει
οφειλή του πρώην Δήμου Πυλαρέων προς τους ασφαλιστικούς φορείς και το δημόσιο,
όταν ερωτήθηκε σχετικώς από την ανωτέρω υπηρεσία που ερευνούσε το ανάκυψαν εν
τω μεταξύ σχετικό ζήτημα. Συνεπώς εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι υπάρχουν
επαρκείς ενδείξεις ενοχής σε βάρος της για την αξιόποινη πράξη που της
αποδίδεται. Όχι όμως και με την επιβαρυντική προσθήκη των ιδιαίτερων
τεχνασμάτων που της απέδωσε ο Ανακριτής εκλαμβάνοντας ως τέτοια την εγγραφή των παρακρατηθέντων
ασφαλιστικών εισφορών και φόρων σε άλλους κωδικούς, ώστε να εμφανίζονται ως
δαπάνες του δήμου κι όχι, ως έπρεπε, στου κωδικούς που εγγράφονταν τέτοια
ειδικά έσοδα του Δήμου, ήτοι έσοδα προοριζόμενα να αποδοθούν στους ανωτέρω
δικαιούχους φορείς, ή το γεγονός ότι τηρούσε τις συνημμένες τραπεζικές
αποδείξεις εισπράξεως και τα λοιπά παραστατικά της δαπάνης σε χωριστό φάκελο, ο
οποίος δήθεν απωλέσθηκε ή κρατούσε πρόχειρες σημειώσεις για τις παρακρατήσεις
αντί να αναγράφονται αυτές επί των γραμματίων, διότι τα τεχνάσματα αυτά δεν
ήταν ιδιαίτερα, ήτοι δεν πρόδιδαν κάποια ιδιαίτερη πολυπλοκότητα των ενεργειών
της, που απαιτούσαν μεθόδους που προϋπέθεταν εξειδικευμένες γνώσεις, ώστε να
δυσχεραίνεται ο έλεγχος (βλ. σχετ. σε Ν. Μπιτζιλέκη, Υπηρεσιακά Εγκλήματα, β'
έκδοση σελ. 560 επ.), πράγμα που στην υπό κρίσιν υπόθεση δεν προκύπτει ότι οι
διενεργήσαντες τον έλεγχο ελεγκτές συνάντησαν κατά την εξελεγκτική εργασία
τους, αφού δεν ανέφεραν αν η καταγραφή στα πορίσματα τους των ενεργειών αυτών
της πρώτης κατηγορουμένης δυσκόλεψαν ιδιαίτερα την αποκάλυψη των στοιχείων της
εγκληματικής της δραστηριότητας. Απεναντίας δεν προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις
ενοχής σε βάρος των υπολοίπων κατηγορουμένων για την αυτή κατηγορία.
Ειδικότερα η δευτέρα εξ' αυτών ορθά προβάλλει
τον ισχυρισμό, επικαλούμενη τόσο τα πορίσματα των ενεργησάντων την Ε.Δ.Ε
υπαλλήλων όσο και την έκθεση των επιθεωρητών Δημοσίας διοικήσεως ότι δεν της
είχε ανατεθεί από τον Δήμαρχο (τρίτο κατηγορούμενο) κανένα σχετικά με την
απόδοση των ασφαλιστικών εισφορών και των φόρων καθήκον, αφού αποκλειστικά είχε
αυτο η πρώτη κατηγορούμενη με την ιδιότητα και του ειδικού ταμία, όπως έτσι
ειδικώς οριζόταν στις προεκτεθείσες αποφάσεις του Δημάρχου. Επομένως, όπως
επισημαίνει, ο αντίθετος προς αυτά προβληθείς ισχυρισμός της πρώτης
κατηγορουμένης, ότι δηλ. αμφότερες εναλλάξ εκτελούσαν το καθήκον απόδοσης των
ασφαλιστικών εισφορών, διότι δεν ήταν ακριβώς
οριοθετημένα τα καθήκοντα τους, ισχυρισμός που απετέλεσε και την
γεγονοτική βάση της διατυπώσεως της αυτής κατηγορίας και σε βάρος της,
διαψεύδεται. Την έλλειψη οποιασδήποτε γνώσης περί παρανόμου ιδιοποιήσεως του
αναφερομένου στην κατηγορία ποσού προβάλλει στην απολογία του και ο τρίτος
κατηγορούμενος. Πράγματι, από κανένα στοιχείο της δικογραφίας προκύπτει το
αντίθετο, ότι δηλ. συνεννοήθηκε με τις συγκατηγορούμενές του να δράσουν με τον
ανωτέρω τρόπο και να ιδιοποιηθούν από κοινού το περιλαμβανόμενο στην κατηγορία
ποσό των 353.636 ευρώ. Ούτε η ίδια η πρώτη κατηγορουμένη υποστηρίζει αυτό. Η
εμπλοκή του στην υπόθεση προήλθε από τον ισχυρισμό της πρώτης κατηγορουμένης
ότι ο Δήμαρχος γνώριζε τον λόγο που ενεγράφονταν τα ποσά των γραμματίων
είσπραξης στους κωδικούς ως δαπάνες προκειμένου να γίνει με αυτό τον τρόπο η
ισοσκέλιση των εσόδων με τα έξοδα, επειδή ο Δήμος δεν είχε ταμειακά διαθέσιμα
να αποδίδει τις ασφαλιστικές εισφορές και τους φόρους στους δικαιούχους. Όμως
ακόμη κι αν ο ισχυρισμός αυτός αληθεύει κι ότι συνεπώς υπό τις οδηγίες του
αποδίδονταν στον Δήμο κι όχι στους πραγματικούς δικαιούχους οι κρατήσεις υπέρ
των ασφαλιστικών ταμείων και του δημοσίου, αυτό το γεγονός από μόνο του δεν
αποκαλύπτει και εμπλοκή του στην υπεξαίρεση του προαναφερομένου ποσού. Με βάση
λοιπόν τα ανωτέρω φρονούμε ότι προκύπτουν, όπως προείπαμε, επαρκείς ενδείξεις
ενοχής σε βάρος της πρώτης κατηγορουμένης, ... για την αξιόποινη πράξη της
υπεξαίρεσης στην υπηρεσία, τελεσθείσα κατ' εξακολούθηση σε βάρος νομικού
προσώπου από εκείνα που αναφέρονται στο άρθρο 263Α Π.Κ. ήτοι σε βάρος του Δήμου
Κεφ/νιας, ως καθολικού διαδόχου του πρώην Δήμου Πυλαρέων, με όφελος που πέτυχε
και αντίστοιχη ζημία που υπερέβη το ποσό των 150.000 ευρώ και η οποία
προξενήθηκε σε βάρος του ανωτέρω Δήμου, αφού από την περιουσία του προερχόταν
το συνολικό ποσό των 353.636 ευρώ, το οποίο προοριζόταν,δυνάμει του ΑΝ 86/67,
όσον αφορά στο επί μέρους ποσό των 233.585 ευρώ, προς απόδοση στα ασφαλιστικά
ταμεία και του Ν. 2523/1997, όσον αφορά στο υπόλοιπο ποσό των 120.051 ευρώ,
προς απόδοση των φόρων στο δημόσιο και συνεπώς αν ο ίδιος ο Δήμος όφειλε και
δεν απέδιδε τα ποσά αυτά θα απειλούνταν με τις κυρώσεις των νόμων αυτών κι όχι
με αυτή του άρθρου 375 ΠΚ, γεγονός που επιρρωνύει την άποψη περί υπάρξεως
κυριότητας του δήμου επί των παρακρατηθέντων (βλ. για το ζήτημα: Υπεξαίρεση και
ασφαλιστικές εισφορές σε Χ. Μυλωνόπουλο, Ποινικό Δίκαιο, Ειδικό Μέρος, Τα
εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας και της περιουσίας, σελ. 190, ο.π.). Η ανωτέρω
δε αξιόποινη πράξη προβλέπεται και τιμωρείται από τις διατάξεις των άρθρων: 1,
12, 13, 14, 27 παρ. 1, 51, 52, 98 παρ.2, 258 εδ. γ' στοιχείο β' ΠΚ σε συνδ. με
άρθρο 263Α του ΠΚ και άρθρ. 1 §§ 1 Ν. 1608/1950 (ως η παρ. 1 του άρθρ. 1, που
είχε αντικ. με άρθρ. 4 § 5 Ν. 1738/1987 και τροπ. με άρθρ. 2 Ν. 1877/1990,
αντικ. εκ νέου με άρθρ. 36 § 1 Ν. 2172/1993 και στη συνέχεια τροπ. και συμπλ.
με άρθρ. 24 § 3 Ν. 2298/1995 και τροπ. με άρθρ. 4 § 3α Ν. 2408/1996) και θα
πρέπει το Συμβούλιο σας, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 309 παρ.ί περ. ε',
313 και 315 παρ.1 ΚΠΔ ν αποφανθεί για την παραπομπή της στο ακροατήριο του
Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Πατρών, το οποίο είναι καθύλην και κατά τόπον
αρμόδιο, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 111 παρ.1 και 122 παρ.1 ΚΠΔ, για
να δικαστεί για την προαναφερθείσα αξιόποινη πράξη και, επιπροσθέτως να
διατηρήσει τους επιβληθέντες σε βάρος της με την αριθμ. 23/2017 διάταξη του
Ανακριτή Πλημ/κων Κεφ/νιας περιοριστικούς όρους της καταβολής εγγυήσεως, ποσού
5000 ευρώ και της απαγορεύσεως της εξόδου της από την χώρα. Περαιτέρω, και
επειδή δεν προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις ενοχής σε βάρος των κατηγορουμένων: 1)
..., κατοίκου Αγίας Ευθυμίας Κεφαλληνίας και 2) ..., κατοίκου Αργοστολίου
Κεφαλληνίας, οδ. ..., θα πρέπει το Συμβούλιο σας ν' αποφανθεί, κατ αρθρ. 309
παρ. 1α και 310 παρ.1 ΚΠΔ, να μην γίνει κατηγορία εναντίον τους για την ίδια ως
άνω αξιόποινη πράξη και να μην επιβληθούν σε βάρος τους δικαστικά έξοδα, διότι
η ποινική δίωξη ασκήθηκε αυτεπαγγέλτως.
Για
τους λόγους αυτούς
Προτείνω
Α.
Να παραπεμφθεί η κατηγορουμένη, ..., κατοίκου Διβαράτων Κεφ/νιας, ενώπιον του
Τριμελούς Εφετείου Κακ/των Πατρών για να δικασθεί ως υπαίτια του ότι: Στον
παρακάτω τόπο και χρόνο με περισσότερες πράξεις οι οποίες συνιστούν
εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, ούσα δημοτική υπάλληλος του πρώην Δήμου
Πυλαρέων, παρανόμως ιδιοποιήθηκε χρήματα τα οποία έλαβε λόγω αυτής της
ιδιότητας της και τα οποία ανήκαν κατά κυριότητα στον καθολικό διάδοχο αυτού,
ήτοι τον Δήμο Κεφ/νιας, η δε ζημία που προκάλεσε στην περιουσία αυτού ήταν
μεγαλύτερη των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ. Ειδικότερα κατηγορείται
ότι έχοντας ανατεθεί σ' αυτήν αφενός με την αριθμ. .../19-01-2007 απόφαση του
τότε Δημάρχου του Δήμου Πυλαρέων τα καθήκοντα της συντάξεως προϋπολογισμών και
απολογισμών, οικονομικής παρακολουθήσεως, μισθοδοσίας, διαχειρίσεως δαπανών,
παραλαβής και αρχειοθετήσεως εγγράφων και προμηθειών και αφετέρου με την
.../10-10-2007 απόφαση του αυτού Δημάρχου τα καθήκοντα ειδικού δημοτικού ταμία,
δυνάμει των οποίων διαχειριζόταν περαιτέρω και τις πιστώσεις του νομικού
προσώπου δημοσίου δικαίου υπό την επωνυμία «ΚΑΠΗ Πυλάρου» καθώς και την απόδοση
κρατήσεων υπέρ του ΙΚΑ τόσο του νομικού αυτού προσώπου όσο και της «Ζησιματείου
Βιβλιοθήκης», αυτή, κατά την χρονική περίοδο από 01-01-2008 έως 31-12-2010,
στην Πύλαρο Κεφ/νιας, παράνομα ιδιοποιήθηκε το συνολικό ποσό των 353.636 ευρώ,
που αφορούσε σε παρακρατήσεις ασφαλιστικών εισφορών και φόρων μισθωτών
υπηρεσιών, που μολονότι, σύμφωνα με τον νόμο (ΑΝ 86/67 και 2523/1997), έπρεπε
να παρακρατεί για να αποδώσει στην συνέχεια, εκδίδοντας εντάλματα πληρωμής,
στους ασφαλιστικούς φορείς, ήτοι στα ταμεία προνοίας των δημοτικών και
κοινοτικών υπαλλήλων, προς το ΙΚΑ και λοιπούς ασφαλιστικούς οργανισμούς καθώς
και το δημόσιο, εν τούτοις δεν απέδωσε, κατά την περίοδο από 01-01-2008 έως
31-12-2010, προς τους δικαιούχους αυτούς το συνολικό ποσό των 353.636 ευρώ, το
οποίο παράνομα ιδιοποιήθηκε. Ο προσδιορισμός δε του παράνομα ιδιοποιηθέντος
ποσού των 353.636 ευρώ έγινε, σύμφωνα με το από 30-7-2015 πόρισμα των
επιθεωρητών - ελεγκτών Δημοσίας Διοικήσεως, με εξέταση από τους τελευταίους των
χρηματικών ενταλμάτων που είχε εκδώσει η κατηγορουμένη κατά το χρονικό διάστημα
των ετών 2008-2009, από την οποία (εξέταση) προέκυπτε ότι από το συνολικό
παρακρατηθέν ποσό από έσοδα του δήμου από διάφορες πηγές, που ανερχόταν στις
614.760 ευρώ, απέδωσε η κατηγορουμένη μόνο το ποσό 261.124 ευρώ, ενώ δεν έκανε
το ίδιο και με το ποσό των 353.636 ευρώ, που όφειλε ο Δήμος προς τους
προαναφερόμενους ασφαλιστικούς φορείς και προς το δημόσιο. Τούτο εμφαίνεται
αναλυτικότερα στον παρακάτω πίνακα, στον οποίο αναγράφονται ανά στήλη οι
ασφαλιστικές εισφορές, η πηγή των κρατήσεων, τα ποσά που παρακρατήθηκαν, τα
ποσά που αποδόθηκαν και το ποσά που δεν έχουν αποδοθεί από την πρώτη
κατηγορουμένη :
………………………………………………
Από το συνολικό δε ποσό των 353.636 ευρώ που
παράνομα ιδιοποιήθηκε, το μεν ποσό των 120.051 ευρώ αντιπροσώπευε κρατήσεις
υπέρ του δημοσίου από φόρους μισθωτών υπηρεσιών που δεν του αποδόθηκαν, το δε
ποσό των 233.585 ευρώ κρατήσεις ασφαλιστικών εισφορών που δεν αποδόθηκαν στα
ασφαλιστικά ταμεία, όπως ειδικότερα αυτά αναγράφονται στον ύπερθεν πίνακα.
Β.
Να διατηρηθούν οι σε βάρος της επιβληθέντες με την αριθμ.23/2017 διάταξη του
Ανακριτή Πλημ/κων Κεφ/νιας περιοριστικοί όροι : 1) Της καταβολής εγγυήσεως,
ποσού 5000 ευρώ και 2) της απαγορεύσεως της εξόδου της από την χώρα.
Γ.
Να μην γίνει κατηγορία κατά των κατηγορουμένων : 1) ..., κατοίκου Αγίας
Ευθυμίας Κεφαλληνίας και 2) ..., κατοίκου Αργοστολίου Κεφαλληνίας, οδ. ..., για
υπεξαίρεση στην υπηρεσία σε βάρος του δημοσίου με αντικείμενο αξίας άνω των
150.000 ευρω, κατ' εξακολούθηση, πράξη που φέρονται ότι τέλεσαν στην Πύλαρο,
κατά το χρονικό διάστημα από 1-1-2008 έως 31-12-2010.
Δ.
Να μην επιβληθούν σε βάρος τους δικαστικά έξοδα.
Πάτρα
1 Δεκεμβρίου 2017
Ο
Εισαγγελέας Εφετών Πατρών
Γεώργιος
Μπισμπίκης
Αντεισαγγελέας
Εφετών».
ΜΕΛΕΤΗΣΕ
ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σε βάρος των: α) ..., που γεννήθηκε το έτος
1965 στον Κορυδαλλό Αττικής, κατοίκου Διβαράτων Κεφαλληνίας, β) ..., που
γεννήθηκε το έτος 1967 στην Μύρινα, κατοίκου Αγίας Ευφημίας Κεφαλληνίας, και γ)
..., που γεννήθηκε το έτος 1951 στα Μακρυώτικα Πυλάρου Κεφαλληνίας, κατοίκου
Αργοστολίου Κεφαλληνίας, ασκήθηκε ποινική δίωξη για υπεξαίρεση στην υπηρεσία σε
βάρος του δημοσίου με αντικείμενο αξίας άνω των 150.000 ευρώ, την οποία τέλεσαν
από κοινού και κατ' εξακολούθηση (άρθρα 1, 12, 13α, 14, 27 παρ.1, 45, 51, 52,
98 παρ.2, 258 περ.γ στοιχ.β, 263Α στοιχ.α ΠΚ και άρθρ. 1§§1α Ν. 1608/1950, ως η
παρ.1 του άρθρ. 1, που είχε αντικ. με άρθρ. 4§5 Ν.1738/1987 και τροπ. με άρθρ.
2 Ν.1877/1990, αντικ. εκ νέου με άρθρ. 36§1 Ν.2172/1993 και στη συνέχεια τροπ.
και συμπλ. με άρθρ. 24§3 Ν.2298/1995 και τροπ. με άρθρ. 4§3α Ν. 2408/1996). Η
κρινόμενη υπόθεση, νόμιμα φέρεται ενώπιον αυτού του Συμβουλίου με την
προπαρατεθείσα πρόταση του Εισαγγελέως Εφετών Πατρών (άρθρα 32 παρ. 1 και 4,
138 παρ. 2 β', 308 παρ. 1 εδ. γ και δ - ως τροπ. με αρθρ. 15 παρ.1
Ν.3904/2010-, του Κ.Π.Δ.), αφού περατώθηκε νομότυπα η κατά των ως άνω
κατηγορουμένων παραγγελθείσα και διενεργηθείσα κύρια ανάκριση και συνεπώς,
πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω.
Στην προκείμενη περίπτωση, από το αποδεικτικό υλικό που
συγκεντρώθηκε από την ανάκριση που διενεργήθηκε και ειδικότερα από όλα τα
έγγραφα της δικογραφίας, μεταξύ των οποίων τα πορίσματα του πειθαρχικού και
διοικητικού ελέγχου και το πόρισμα του ορκωτού λογιστή, τις ένορκες καταθέσεις
των μαρτύρων και τις απολογίες των κατηγορουμένων, προέκυψαν τα πραγματικά
περιστατικά που εκτίθενται αναλυτικά στη προπαρατεθείσα Εισαγγελική πρόταση,
στις ορθές και νόμιμες σκέψεις της οποίας και το Συμβούλιο τούτο αναφέρεται
προς αποφυγή άσκοπων επαναλήψεων. Με βάση αυτά, προέκυψαν σε βάρος της ως άνω
πρώτης κατηγορουμένης σοβαρές ενδείξεις ενοχής ικανές για τη στήριξη κατηγορίας
κατ' αυτής και για την παραπομπή της στο ακροατήριο για την αξιόποινη πράξη της
υπεξαίρεσης στην υπηρεσία τελεσθείσα κατ' εξακολούθηση σε βάρος νομικού
προσώπου αναφερομένου στο άρθρο 263Α ΠΚ, ήτοι σε βάρος του Δήμου Κεφαλληνίας ως
καθολικού διαδόχου του πρώην Δήμου Πυλαρέων, με όφελος που πέτυχε και
αντίστοιχη ζημία που υπερέβη το ποσό των 150.000 ευρώ και η οποία προξενήθηκε
σε βάρος του ανωτέρω Δήμου, (πράξη) η οποία προβλέπεται και τιμωρείται από τις
διατάξεις των άρθρων 1,12, 13α, 14, 26 παρ.1α, 27 παρ.1, 51, 52, 98 παρ.2, 258
περ.γ στοιχ.β, 263Α στοιχ. α ΠΚ και άρθρ. 1§§1α Ν. 1608/1950, ως η παρ.1 του άρθρ. 1, που είχε αντικ. με άρθρ. 4§5 Ν.
1738/1987 και τροπ. με άρθρ. 2 Ν. 1877/1990, αντικ. εκ νέου με άρθρ. 36§1
Ν.2172/1993 και στη συνέχεια τροπ. και συμπλ. με άρθρ. 24§3 Ν.2298/1995 και
τροπ. με άρθρ. 4§3α Ν. 2408/1996. Αντιθέτως δεν προέκυψαν ενδείξεις ενοχής σε
βάρος των κατηγορουμένων α) ..., που γεννήθηκε το έτος 1967 στην Μύρινα,
κατοίκου Αγίας Ευφημίας Κεφαλληνίας, και β) ..., που γεννήθηκε το έτος 1951 στα
Μακρυώτικα Πυλάρου Κεφαλληνίας, κατοίκου Αργοστολίου Κεφαλληνίας, για
υπεξαίρεση στην υπηρεσία σε βάρος του ως άνω Δήμου με αντικείμενο αξίας άνω των
150.000 ευρώ, και ως εκ τούτου δεν πρέπει να γίνει κατηγορία σε βάρος τους για
την πράξη αυτή. Στις κρίσεις αυτές το Συμβούλιο οδηγείται για όσους λόγους
αναφέρονται στην Εισαγγελική πρόταση, στους οποίους και αυτό εξ ολοκλήρου
αναφέρεται ώστε οι αιτιολογίες της να αποτελέσουν και αιτιολογίες του
βουλεύματος αυτού προς αποφυγή ασκόπως επαναλήψεων (ΟλΑΠ 1227/79 ΠΧρ Λ'253, ΑΠ
1762/2006 (σε Συμβ.) ΝοΒ 2006,1834, ΑΠ 923/95 ΠΧρ ΜΕΊ446, ΑΠ 459/92 ΠΧρ ΜΒ'
545.8). Επομένως, πρέπει, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 308 ΚΠΔ, να
παραπεμφθεί η πρώτη κατηγορουμένη για την ανωτέρω πράξη ενώπιον του Τριμελούς
Εφετείου Κακουργημάτων Πατρών, το οποίο είναι καθ' ύλην και κατά τόπον αρμόδιο,
σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 97 παρ. 2 του Συντάγματος 1975-1986-2001,
111 παρ.1, 119§1, 122 παρ.1 του Κ.Π.Δ., για να δικασθεί για την παραπάνω
πράξη, κατά τα ειδικότερα στο διατακτικό
εκτιθέμενα. Πρέπει, επίσης να διατηρηθούν οι περιοριστικοί όροι: α) της
απαγόρευσης εξόδου της από την χώρα και β) της καταβολής εγγυοδοσίας ποσού
πέντε χιλιάδων (5.000,00) ευρώ, που επιβλήθηκαν σε βάρος της ανωτέρω
κατηγορουμένης με την υπ' αριθμ. 23/2017 ανακριτική διάταξη, προκειμένου να
εξασφαλιστεί η παρουσία της στο ανωτέρω Δικαστήριο.
Περαιτέρω, δεν πρέπει να γίνει κατηγορία κατά
των κατηγορουμένων: α) ..., που γεννήθηκε το έτος 1967 στην Μύρινα, κατοίκου
Αγίας Ευφημίας Κεφαλληνίας, και β) ..., που γεννήθηκε το έτος 1951 στα
Μακρυώτικα Πυλάρου Κεφαλληνίας, κατοίκου Αργοστολίου Κεφαλληνίας, για
υπεξαίρεση στην υπηρεσία σε βάρος του ως άνω Δήμου με αντικείμενο αξίας άνω των
150.000 ευρώ.
Δικαστικά έξοδα δεν πρέπει να επιβληθούν
καθόσον η ποινική δίωξη ασκήθηκε αυτεπαγγέλτως.
ΓΙΑ
ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ την κατηγορούμενη ..., που
γεννήθηκε το έτος 1965 στον Κορυδαλλό Αττικής, κάτοικο Διβαράτων Κεφαλληνίας,
ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Πατρών, για να δικαστεί ως υπαίτια
του ότι: Στον παρακάτω τόπο και χρόνο με περισσότερες πράξεις οι οποίες
συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, ενώ ήταν δημοτική υπάλληλος του
πρώην Δήμου Πυλαρέων, παρανόμως ιδιοποιήθηκε χρήματα τα οποία έλαβε λόγω αυτής
της ιδιότητας της και τα οποία ανήκαν κατά κυριότητα στον καθολικό διάδοχο
αυτού, ήτοι τον Δήμο Κεφαλληνίας, η δε ζημία που προκάλεσε στην περιουσία αυτού
ήταν μεγαλύτερη των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ. Ειδικότερα, έχοντας
αναλάβει η ανωτέρω αφενός με την αριθμ. .../19-01-2007 απόφαση του τότε
Δημάρχου του Δήμου Πυλαρέων τα καθήκοντα της συντάξεως προϋπολογισμών και
απολογισμών, οικονομικής παρακολουθήσεως, μισθοδοσίας, διαχειρίσεως δαπανών,
παραλαβής και αρχειοθετήσεως εγγράφων και προμηθειών και αφετέρου με την
.../10-10-2007 απόφαση του αυτού Δημάρχου τα καθήκοντα ειδικού δημοτικού ταμία,
δυνάμει των οποίων διαχειριζόταν περαιτέρω και τις πιστώσεις του νομικού
προσώπου δημοσίου δικαίου υπό την επωνυμία «ΚΑΠΗ Πυλάρου», καθώς και την απόδοση κρατήσεων
υπέρ του ΙΚΑ τόσο του νομικού αυτού προσώπου όσο και της «Ζησιματείου Βιβλιοθήκης»,
αυτή, κατά την χρονική περίοδο από 01-01-2008 έως 31-12-2010, στην Πύλαρο
Κεφαλληνίας, παράνομα ιδιοποιήθηκε το συνολικό ποσό των 353.636 ευρώ, που
αφορούσε σε παρακρατήσεις ασφαλιστικών εισφορών και φόρων μισθωτών υπηρεσιών,
που μολονότι, σύμφωνα με τον νόμο (ΑΝ 86/67 και 2523/1997), έπρεπε να
παρακρατεί για να αποδώσει στην συνέχεια, εκδίδοντας εντάλματα πληρωμής, στους
ασφαλιστικούς φορείς, ήτοι στα ταμεία προνοίας των δημοτικών και κοινοτικών
υπαλλήλων, προς το ΙΚΑ και λοιπούς ασφαλιστικούς οργανισμούς καθώς και το
δημόσιο, εν τούτοις δεν απέδωσε, κατά την περίοδο από 01-01-2008 έως
31-12-2010, προς τους δικαιούχους αυτούς το συνολικό ποσό των 353.636 ευρώ, το
οποίο παράνομα ιδιοποιήθηκε. Ο προσδιορισμός δε του παράνομα ιδιοποιηθέντος
ποσού των 353.636 ευρώ έγινε, σύμφωνα με το από 30-7-2015 πόρισμα των
επιθεωρητών - ελεγκτών Δημοσίας Διοικήσεως, με εξέταση από τους τελευταίους των
χρηματικών ενταλμάτων που είχε εκδώσει η κατηγορουμένη κατά το χρονικό διάστημα
των ετών 2008-2009, από την οποία (εξέταση) προέκυπτε ότι από το συνολικό
παρακρατηθέν ποσό από έσοδα του δήμου από διάφορες πηγές, που ανερχόταν στις
614.760 ευρώ, απέδωσε η κατηγορουμένη μόνο το ποσό 261.124 ευρώ, ενώ δεν έκανε
το ίδιο και με το ποσό των 353.636 ευρώ, που όφειλε ο Δήμος προς τους
προαναφερόμενους ασφαλιστικούς φορείς και προς το δημόσιο. Τούτο εμφαίνεται
αναλυτικότερα στον παρακάτω πίνακα, στον οποίο αναγράφονται ανά στήλη οι
ασφαλιστικές εισφορές, η πηγή των κρατήσεων, τα ποσά που παρακρατήθηκαν, τα
ποσά που αποδόθηκαν και ταποσά που δεν έχουν αποδοθεί από αυτήν (...):
Από το συνολικό δε ποσό των 353.636 ευρώ που
παράνομα ιδιοποιήθηκε το μεν ποσό των 120.051 ευρώ αντιπροσώπευε κρατήσεις υπέρ
του δημοσίου από φόρους μισθωτών υπηρεσιών που δεν του αποδόθηκαν, το δε ποσό
των 233.585 ευρώ κρατήσεις ασφαλιστικών εισφορών που δεν αποδόθηκαν στα
ασφαλιστικά ταμεία, όπως ειδικότερα αυτά αναγράφονται στον ύπερθεν πίνακα.
ΔΙΑΤΗΡΕΙ τους περιοριστικούς όρους: α) της
απαγόρευσης εξόδου της από την χώρα και β) της καταβολής εγγυοδοσίας ποσού
ύψους πέντε χιλιάδων (5.000,00) ευρώ, που επιβλήθηκαν σε βάρος της ως άνω
κατηγορουμένης με την υπ' αριθμ. 23/2017 διάταξη του Ανακριτή Πλημμελειοδικών
Κεφαλληνίας.
ΑΠΟΦΑΙΝΕΤΑΙ να μη γίνει κατηγορία σε βάρος
των κατηγορουμένων: 1) ..., κατοίκου Αγίας Ευθυμίας Κεφαλληνίας και 2) ...,
κατοίκου Αργοστολίου Κεφαλληνίας, οδ. ..., για υπεξαίρεση στην υπηρεσία σε
βάρος του δημοσίου με αντικείμενο αξίας άνω των 150.000 ευρώ, κατ'
εξακολούθηση, πράξη που φέρεται ότι τέλεσαν στην Πύλαρο, κατά το χρονικό
διάστημα από 1-1-2008 έως 31-12-2010.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε στην Πάτρα στις 21
Δεκεμβρίου 2017, εκδόθηκε δε στις 10 Ιανουαρίου 2018.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου