Η αναθεώρηση του Εθνικού Σχεδίου Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων μπροστά σε δύο θεσμικά διακυβεύματα: Το Ευρωπαϊκό Σχέδιο και το Σύνταγμα

Του Δημήτρη Ι. Κατσούλη

Η προωθούμενη αναθεώρηση του Εθνικού σχεδίου Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων, το οποίο εγκρίθηκε μόλις το 2020 και μάλιστα προτού εφαρμοστεί καθώς δεν προσαρμόστηκε σε αυτό κανένα Περιφερειακό Σχέδιο, φέρνει στο προσκήνιο σοβαρά πολιτικά αλλά και θεσμικά  διακυβεύματα τόσο για αυτή κάθε αυτή την διαχείριση των στερεών αποβλήτων αλλά και για την προστασία της διοικητικής αυτοτέλειας των φορέων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης αλλά και της συνταγματικά προσδιορισμένης εξουσίας των Δήμων. Ειρήσθω εν παρόδω ότι εδώ γίνεται λόγος μόνο για τα αστικά στερεά απόβλητα, αυτά που διαχειρίζεται η Αυτοδιοίκηση, ήτοι για το 17,9% του συνόλου των Στερεών Αποβλήτων (στοιχεία 2018) και σε αυτά προστίθεται και το 0,4% που είναι οι ιλύες από τα αστικά λύματα. Όλα τα υπόλοιπα στερεά απόβλητα (82%)  έτσι και αλλιώς δεν ανήκουν στην αρμοδιότητα της Αυτοδιοίκησης.

Το υπό αναθεώρηση Εθνικό Σχέδιο  ορίζει ότι έως το 2030 το υπόλειμμα που θα θάβεται θα είναι κάτω από το 10% των αστικών αποβλήτων. Την ίδια στιγμή  η ευρωπαϊκή νομοθεσία θέτει αυτόν τον στόχο για το 2035. Στην Ελλάδα με την μεγάλη υστέρηση στις υποδομές, τον εξοπλισμό και τα αποτελέσματα της ανακύκλωση η Κυβέρνηση επέλεξε έναν άπιαστο στόχο, για να έρθει δύο χρόνια μετά, με την πρόωρη αναθεώρηση, υπό την πίεση της  ασφυκτικού χρονικού στόχου που η ίδια επέβαλε και την δαμόκλεια σπάθη της καθυστέρησης των χρηματοδοτήσεων για έργα που είναι προ πολλού ώριμα, όπως του Περιφερειακού Σχεδίου της Στερεάς Ελλάδας, να προωθήσει την δρομολόγηση έργων αποκλειστικά με ΣΔΙΤ ενώ ταυτόχρονα επιλέγει την εισαγωγή της καύσης όχι μόνο δευτερογενούς καυσίμου από επεξεργασμένα στις Μονάδες Επεξεργασίας αστικά απόβλητα αλλά και  την καύση των συμμίκτων αποβλήτων, δηλαδή των μη επεξεργασμένων, που σήμερα είναι το 80% του συνόλου των αστικών στερεών αποβλήτων. Η μεθόδευση είναι απροκάλυπτη και διασαφηνίζεται από τις δημόσιες τοποθετήσεις και συνεντεύξεις αρμοδίων κυβερνητικών αξιωματούχων. Η Αυτοδιοίκηση είναι πλέον ένας αδύναμος συνομιλητής και η διαβούλευση αφορά κυρίως την Κυβέρνηση, την αγορά και την τσιμεντοβιομηχανία.  Η μεταβατικότητα των προτεινομένων μέτρων είναι προσχηματική διότι οι επενδύσεις των ιδιωτών αυτονόητα δεν θα έχουν ορίζοντα ολοκλήρωσης των σχεδιασμένων δομών επεξεργασίας οι οποίες – εφόσον δεν έχουν ολοκληρωθεί- θα παραπεμφθούν στις καλένδες.

Η προτεινόμενη αναθεώρηση έρχεται αντιμέτωπη με δύο θεσμικά διακυβεύματα.

Πρώτον. Υπονομεύει ευθέως τους θεσμοθετημένους στόχους του Ευρωπαϊκού Σχεδίου αλλά και του Εθνικού Σχεδίου για την πρόληψη της παραγωγής στερεών αποβλήτων και την προώθηση της ανακύκλωσης, της επαναχρησιμοποίησης και των μέτρων για την μη παραγωγή αποβλήτων. Οδηγώντας στην καύση τα σύμμικτα δεν ενθαρρύνει την επεξεργασία στην πηγή, ακυρώνει όλες τις προσπάθειες για την ανακύκλωση, δεν επιμένει στην μείωση των αποβλήτων που είναι όρος βιώσιμης ανάπτυξης και προστασίας του αστικού και φυσικού περιβάλλοντος.

Δεύτερον. Ουσιαστικά και χωρίς προσχήματα πλέον βάζει στην γωνία τους Δήμους και τους ΦΟΔΣΑ διότι όταν δεν συμφωνούν με το σχεδιασμό της παράδοσης της διαχείρισης στην αγορά ρητά αναφέρεται ότι αποφασίζει το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, στο πλαίσιο του άκρατου πλέον συγκεντρωτισμού που κατέστρωσε το δήθεν «επιτελικό κράτος». Έτσι μεταβιβάζεται η αρμοδιότητα της διαχείρισης των στερεών αποβλήτων στην αγορά, στις Μονάδες παραγωγής ενέργειας και στην τσιμεντοβιομηχανία.

 Η αφαίρεση της αρμοδιότητας από την τοπική αυτοδιοίκηση αποτελεί ευθέως παραβίαση του άρθρου 102 Συντ. Σύμφωνα με το Σύνταγμα η τοπικές υποθέσεις ανήκουν στην αρμοδιότητα των Δήμων και των Περιφερειών εφαρμοζόμενης στην μεταξύ τους κατανομή των αρχών της εγγύτητας και της επικουρικότητας. Σε εκτέλεση της συνταγματικής επιταγής η αρμοδιότητα της διαχείρισης των αστικων στερεών αποβλήτων ανήκει στους Δήμους και σε φορείς διαδημοτικής συνεργασίας που δημιουργούν οι ίδιοι οι Δήμοι (ΦΟΔΣΑ). Ο σχεδιασμός διαρθρώνεται σε Περιφερειακά και Τοπικά Σχέδια που εκπονούνται από τους φορείς των Δήμων και εγκρίνεται ο περιφερειακός σχεδιασμός με την γνώμη του οικείου Περιφερειακού Συμβουλίου. Η διαχείριση δεν μπορεί να αποσυνδέεται από την αποκομιδή ιδίως τώρα που σύμφωνα με το πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Σχεδιασμού το σύστημα διαχείρισης βασίζεται στη διαλογή στην πηγή, στην επίτευξη των στόχων της μείωσης με δομές και εξοπλισμό στην βάση της πυραμίδας δηλαδή στην τοπική κοινότητα και στα νοικοκυριά. Επειδή η βιώσιμη διαχείριση των αστικών στερεών αποβλήτων πρέπει υποχρεωτικά να βασίζεται σε πρακτικές κυκλικής οικονομίας, αυτή δεν είναι δυνατόν να αποξενωθεί από τον δημότη και τον Δήμο. Τούτων λεχθέντων, η διαχείριση από την αποκομιδή έως την επεξεργασία και την διάθεση του υπολείμματος είναι τοπική υπόθεση υπό την έννοια του άρθρου 102 Συντ. ασκούμενη με την συνέργεια των Δήμων, Διαδημοτικών Φορέων (εν προκειμένω ΦΟΔΣΑ)  και των Περιφερειών σύμφωνα με την αρχή της εγγύτητας και της επικουρικότητας. Ως εκ τούτου η με οποιοδήποτε τρόπο αφαίρεση της αρμοδιότητας όπως προοπτικά επιχειρεί η Κυβέρνηση με την προτεινόμενη αναθεώρηση του Εθνικού Σχεδίου έχει βάσιμο υπόβαθρο αντισυνταγματικότητας.

Ευλόγως, η προτεινόμενη αναθεώρηση αναμένεται να συναντήσει την δίκαιη αντίδραση της Αυτοδιοίκησης.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου