Έωλη η αρμοδιότητα για την οργανωμένη απομάκρυνση των πολιτών.



 Άρθρο του Δημήτρη Ι. Κατσούλη

Η τραγικότατη καταστροφή στην Ανατολική και Δυτική Αττική εκτός των άλλων πολλών ζητημάτων ανέδειξε και εκείνο της οργάνωσης της πολιτικής προστασίας. Ο μεγαλύτερος αριθμός της «εκατόμβης» των θυμάτων έχασε τη ζωή του εξαιτίας του εγκλωβισμού και της αδυναμίας εξόδου από το πεδίο της φωτιάς. Ως συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις η δημόσια συζήτηση αναλώνεται στην αναζήτηση και στην ανάδειξη των ευθυνών. Αυτές πιθανόν να υπάρχουν αλλά αρμόδιες για να τις αναζητήσουν είναι οι δικαστικές αρχές. Για όλους τους άλλους η αναζήτηση έχει σημασία προκειμένου να διερευνηθούν και τα εγγενή προβλήματα του νομικού πλαισίου που διέπει την  οργανωμένη απομάκρυνση των πολιτών.

Το ισχύον νομικό πλαίσιο καταστρώνεται με  τη διάταξη της παραγράφου 5, περίπτωση στ΄ του άρθρου 108 του ν.4249/2014 (ΦΕΚ 73 Α/ 24.3.2014) η οποία μεταξύ των αρμοδιοτήτων της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας ορίζει ότι :"στ. Μεριμνά για την οργανωμένη απομάκρυνση των πολιτών από μία περιοχή για λόγους προστασίας της ζωής ή της υγείας τους από εξελισσόμενη ή από επικείμενη καταστροφή. Η λήψη της απόφασης για την οργανωμένη απομάκρυνση των πολιτών αποτελεί ευθύνη των κατά τόπους Δημάρχων, οι οποίοι έχουν το συντονισμό του έργου πολιτικής προστασίας για την αντιμετώπιση της καταστροφής σε τοπικό επίπεδο. Όταν η εξελισσόμενη ή επικείμενη καταστροφή μπορεί να επηρεάσει πάνω από ένα δήμο, η απόφαση λαμβάνεται από τον αρμόδιο Περιφερειάρχη, ο οποίος μπορεί να εξουσιοδοτήσει σχετικώς τον οικείο Αντιπεριφερειάρχη. Στις περιπτώσεις του άρθρου 2 παρ. 3 σε συνδυασμό με το άρθρο 8 παρ. 1 περιπτώσεις β΄, γ΄ και δ΄ του ν. 3013/2002 (Α΄ 102), όπως ισχύει, η ανωτέρω απόφαση λαμβάνεται από τον Γενικό Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας ή από τον Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, κατόπιν σχετικής εξουσιοδότησης, και εκτελείται από τους αρμόδιους Περιφερειάρχες και Δημάρχους. Η λήψη της απόφασης βασίζεται στις εισηγήσεις των φορέων που κατά περίπτωση έχουν την ευθύνη περιορισμού των επιπτώσεων από την εξέλιξη της καταστροφής."
Η παραπάνω διάταξη καταστρώθηκε αρχικά μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές του 2007 ( παράγραφος  2 του άρθρου 18 του ν.3616/2007, ΦΕΚ 263 Α/ 23.11.2007) και το 2014 αναδιατυπώθηκε με την ίδια περίπου δομή αλλά προφανώς έξω και πέρα από την πραγματικότητα μίας φυσικής καταστροφής και ιδίως χωρίς να λαμβάνει υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της. Για παράδειγμα είναι άλλος ο χρόνος στον οποίο μπορεί να εξελιχθεί ένα πλημμυρικό φαινόμενο και άλλος ο χρόνος μίας πυρκαγιάς με ανέμους 11 μποφώρ. Αυτό έχει να κάνει με τον χαρακτηρισμό ενός ακραίου φαινομένου ως τοπικού, διατοπικού και γενικού, μικρής ή μεγάλης εμβέλειας. Το μείζον όμως είναι ο σχεδιασμός και η ευρεία γνώση του σχεδίου πριν από την καταστροφή. 

Αν υποθέσουμε ότι όντως μία πυρκαγιά εξελίσσεται στα όρια ενός Δήμου, η έντασή της όμως και η αναγκαιότητα των μέσων για την αντιμετώπισή της απαιτεί κινητοποίηση περιφερειακού ή εθνικού επιπέδου, τότε  τα όρια της αρμοδιότητας είναι ευμετάβλητα.
Το σημαντικότερο όμως είναι άλλο. Ο Δήμαρχος μπορεί να αποφασίσει και ορθώς διότι έχει άμεση εικόνα του φαινομένου για την οργανωμένη απομάκρυνση των πολιτών από έναν οικισμό που απειλείται από την πυρκαγιά. Δεν έχει όμως καμία δυνατότητα να υλοποιήσει αυτή την Απόφαση. Πρέπει να αναλάβει την εκτέλεση του Σχεδίου απομάκρυνσης - εάν υπάρχει  τέτοιο Σχέδιο, διότι αυτό δεν γίνεται εκείνη την ώρα-  η αστυνομία και ενδεχομένως και ο στρατός. Συνεπώς η απόφαση του Δημάρχου είναι μόνο μία τυπική απόφαση η οποία δεν μπορεί να υλοποιηθεί χωρίς την συνεργασία και των άλλων αρχών. Από την άλλη πλευρά για να καταλήξει ένας Δήμαρχος στην λήψη μίας τόσο σοβαρής Απόφασης χρειάζεται την προηγούμενη εκτίμηση της Πυροσβεστικής και άλλων ίσως αρχών και φορέων για την επικινδυνότητα της κατάστασης, διότι αυτή πρέπει να είναι μία έσχατη προληπτική Απόφαση η οποία δεν πρέπει να λαμβάνεται  ασκόπως. Εν τούτοις ο νομοθέτης δεν προσφέρει στο Δήμαρχο αυτή την ευχέρεια. Μόνο τον καλεί να σταθμίσει ουσιαστικά μόνος την κατάσταση και να αποφασίσει. Και όταν αποφασίσει πρέπει κάποιος άλλος να διατάξει την αστυνομία να υλοποιήσει την Απόφαση.
Το πιο πολύπλοκο είναι όταν στην περίπτωση μίας θεωρούμενης γενικής καταστροφής ή τοπικής ή περιφερειακής μεγάλης καταστροφής κατά το άρθρο 3 του ν.3013/2002 (ΦΕΚ Α’ 102/1.5.2002)η απόφαση λαμβάνεται από τον Γενικό Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας ή τον Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης και εκτελείται από τον Περιφερειάρχη ή τον Δήμαρχο, χωρίς όμως να τους παρέχεται η εξουσία να έχουν  υπό τις διαταγές τους την αναγκαία για την εκτέλεση της απομάκρυνσης αστυνομική δύναμη.
Επαναλαμβάνουμε μονότονα: Τίποτε από τα παραπάνω δεν είναι εφικτό εάν δεν έχει υπάρξει εγκαίρως και σε ανύποπτο χρόνο Σχέδιο Εκκένωσης Οικισμών ή Πόλης το οποίο να είναι γνωστό τόσο σε όλους του εμπλεκόμενους φορείς όσο και στους πολίτες. Ας αλλάξουμε επιτέλους την νοοτροπία όλων σε αυτή την χώρα. Γιαυτό έχει ευθύνη τόσο η πολιτική κοινωνία όσο και η κοινωνία των πολιτών. 
Είναι προφανές ότι το νομικό πλαίσιο της πολιτικής προστασίας και ειδικότερα η διαδικασία απομάκρυνσης των πολιτών σε περίπτωση άμεσου κινδύνου για ζωές από ακραίο φαινόμενο ή φυσική καταστροφή χρειάζεται άμεσα αναθεώρηση και κυρίως απαγκίστρωση από την συγκεντρωτική δομή του ισχύοντος συστήματος.
Οι Δήμοι και οι Περιφέρειες πρέπει να αναλάβουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην πολιτική προστασία αφού όμως προηγουμένως αποκτήσουν τις αναγκαίες υπηρεσιακές και επιχειρησιακές μονάδες. Στο ζήτημα δε της εκκένωσης των οικισμών ορθά η ευθύνη πρέπει να ανήκει στο Δήμαρχο αρκεί ο Δήμος να έχει υποχρεωτικά:

  •   Σχέδιο εκκένωσης οικισμών και πόλεων  το οποίο να έχει συνταχθεί με την συνδρομή όλων των εμπλεκομένων φορέων και κυρίως της Αστυνομίας αλλά και των άλλων τοπικών υπηρεσιών Υγείας και Πρόνοιας.
  • ü  Υπηρεσία Δημοτικής Πολιτικής Προστασίας η οποία να έχει την επιχειρησιακή ευθύνη υλοποίησης του Σχεδίου Πολιτικής Προστασίας του οποίου η εκπόνηση και η ετήσια αξιολόγηση πρέπει να είναι υποχρεωτική όπως και η ψήφιση του Προϋπολογισμού.
  • ü  Σύσταση σε νέες βάσεις και με επιχειρησιακή ικανότητα για την προστασία των πολιτών Δημοτικής Αστυνομίας η οποία να συνεργάζεται με την κρατική αστυνομία και την πυροσβεστική  για την υλοποίηση του Σχεδίου.
Οι Περιφέρειες ως ενδιάμεσο επίπεδο να διαθέτουν τις Περιφερειακές Υπηρεσίες Πολιτικής Προστασίας, να σχεδιάζουν συμπληρωματικά με τους Δήμους το Σχέδιο Πολιτικής Προστασίας της Περιφέρειας το οποίο αποτελεί εξειδίκευση των κατευθύνσεων του Εθνικού Σχεδίου και προσαρμόζεται στις ιδιαίτερες συνθήκες της Περιφέρειας και ταυτόχρονα συμπληρώνει τα τοπικά Σχέδια των Δήμων.
Η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας μετεξελίσσεται σε Κρατική Επιτελική Δομή η οποία εκπονεί το Εθνικό Σχέδιο και έχει αρμοδιότητες Συντονισμού, Τεκμηρίωσης και εκπόνησης της εθνικής πολιτικής λαμβάνοντας υπόψη και την εμπειρία και τα συστήματα άλλων χωρών που δίνουν έμφαση στην πρόληψη και στον συντονισμό της  αντιμετώπισης αφήνοντας την πρωτοβουλία των Αποφάσεων στο αντίστοιχο με το εύρος του φαινομένου επίπεδο, δηλαδή Περιφέρειες ή Δήμους.
Όλα αυτά όμως προϋποθέτουν, πέραν από την νέα αποκεντρωμένη δομή, και υπεύθυνους Δημάρχους, Περιφερειάρχες και Κυβερνητικούς Αξιωματούχους. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι πρώτα απ΄όλα πρέπει να είμαστε υπεύθυνοι και εκπαιδευμένοι πολίτες και οργανωμένη κοινωνία συνοχής και αλληλεγγύης. 
Δεν αρκεί συνεπώς η ανείπωτη θλίψη. Χρειάζεται να τη διαδεχθεί ο προβληματισμός και η σύνεση για όλα αυτά που πρέπει να αλλάξουν πριν από την επόμενη καταστροφή.

1 σχόλιο:

  1. Συμφωνώ απόλυτα. Ο συντονισμένος σχεδιασμός και η εφαρμογή του θα πρέπει να μας απασχολήσει σοβαρά όλους στο πολιτικο - διοικητικό σύστημα της χώρας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή