Αποστολή και καθήκον της δημοτικής υπαλληλίας
Άρθρο του Δημήτρη Κατσούλη
Συχνά, μετά από τόσο χρόνια
στην Αυτοδιοίκηση, ακούω την αγωνία πολλών αιρετών για την μη ανταπόκριση της
δημοτικής υπαλληλίας στις απαιτήσεις τους για την επιτυχία του έργου, έτσι όπως
ο καθένας το έχει πλάσει στην φαντασία του ή το έχει σχεδιάσει στην σκέψη του.
Αναλογίζομαι τι σημαίνει αυτό;
Πόση αλήθεια ή πόση ψευδαίσθηση περικλείει;
Αποτιμώντας τις μεταρρυθμίσεις των τελευταίων
είκοσι χρόνων, που έφεραν την πρωτοβάθμια τοπική αυτοδιοίκηση από την
πολυδιάσπαση των 5.600 περίπου μικρών και επιχειρησιακά καχεκτικών κοινοτήτων
στους κατά κανόνα υπερμεγέθεις 325
Δήμους του Καλλικράτη, με σταθμό τους 900 Δήμους του Προγράμματος Ι.
Καποδίστριας, μπορώ «μετά λόγου γνώσεως»
να υποστηρίξω ότι ο ισχυρισμός περί ανεπάρκειας της δημοτικής υπαλληλίας είναι
όντως μία ψευδαίσθηση για τους ανυποψίαστους αιρετούς και ένα δάκτυλο πίσω από
το οποίο κρύβονται οι ενδεχομένως υποψιασμένοι. Για να ακριβολογώ: όταν το παραγόμενο έργο δεν είναι αρκούντως
αποτελεσματικό γιαυτό δεν ευθύνεται η δημοτική υπαλληλία αλλά το δημοτικό
πολιτικό σύστημα και ιδίως οι ίδιοι οι αιρετοί και το περιεχόμενο της ηγεσίας
τους.
Η εφαρμογή του Προγράμματος Ι.
Καποδίστριας ήταν μία ευκαιρία και πάντα φέρνω στην μνήμη το παράδειγμα του
επιστημονικού προσωπικού των Δήμων. Όταν το 1998 ξεκίνησε η λειτουργία των νέων
ΟΤΑ του προγράμματος Ι.Καποδίστριας είχε προηγηθεί η πρόσληψη 2500 επιστημόνων
για να στελεχώσουν τους νέους δήμους. Δεν πέρασε ούτε η πρώτη θητεία των νέων
Δημοτικών Αρχών και πολλοί από αυτούς, κυρίως Μηχανικοί, μεταφέρθηκαν στους
μεγάλους και μη συνενωθέντες Δήμους, όπου κατά κανόνα διέθεταν ήδη επιστημονικό
προσωπικό. Η μεταφορά έγινε με την συναίνεση και ενίοτε την ανακούφιση των
Δημοτικών Αρχών. Η Πολιτεία που είχε προτάξει την πρόσληψή τους κατά παρέκκλιση
των ισχυουσών τότε διατάξεων, και είχε γιαυτό δαπανήσει μέρος των κονδυλίων για
την εφαρμογή της μεταρρύθμισης, αδιαφόρησε και εντέλει ευνόησε την αποψίλωση
των νέων Δήμων από το επιστημονικό προσωπικό. Οι Δημοτικές Αρχές δεν κατανόησαν
την σημασία της παρουσίας του αφού η μεν στελέχωση του Δήμου με στελέχη
πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και μάλιστα μη δημότες τους δεν ήταν διακύβευμα
πολιτικού κόστους και εν πολλοίς τους ήταν αδιάφορο αφού για την ωρίμανση και
την ένταξη των έργων στο ΕΠΤΑ ή στο τότε ΚΠΣ αρκούσε η καλή γνωριμία με τον
Κρατικό Περιφερειάρχη και η συνδρομή των ιδιωτικών μελετητικών γραφείων που
πάντα συνδράμουν με το αζημίωτο τους μικρούς και μεσαίους αλλά και τους
μεγάλους Δήμους.
Εν τω μεταξύ η οργάνωση των
Υπηρεσιών που τότε για πρώτη φορά επεκτάθηκε στο σύνολο των ΟΤΑ, κατανοήθηκε ως τοποθέτηση «στα κουτάκια» και
όχι σαν εργαλείο επίτευξης των επιχειρησιακών στόχων του Δήμου, σε καμία δε
περίπτωση ως εργαλείο αναβάθμισης της ποιότητας των παρεχόμενων στους δημότες
υπηρεσιών.
Η αποστολή, η οργάνωση και η
λειτουργία ενός Δήμου δεν είναι ασφαλώς η περιγραφόμενη πιο πάνω νωχελική
κατάσταση παρότι σε πολλές περιπτώσεις, ακόμη και μεγάλων Δήμων, είναι
πραγματική.
Οι
αιρετοί είναι οι φορείς της πολιτικής εντολής.
Εκπροσωπούν την τοπική κοινωνία ως εντολοδόχοι και οφείλουν να διευθύνουν τις
τοπικές υποθέσεις με γνώμονα το συλλογικό, δημόσιο τοπικό συμφέρον. Έχουν την
ευθύνη της πολιτικής διεύθυνσης του Δήμου, δηλαδή της διαμόρφωσης και εφαρμογής
δημοσίων πολιτικών που στοχεύουν στη διαχείριση των προβλημάτων της πόλης και του τόπου.
Αντίθετα, η δημοτική υπαλληλία είναι το ανθρώπινο δυναμικό που εργάζεται για την
υλοποίηση των πολιτικών που σχεδιάζουν οι αιρετοί ως εντολοδόχοι της τοπικής
κοινωνίας. Η υπαλληλική σχέση επιβάλλει ασφαλώς την λειτουργία στο πλαίσιο
της διοικητικής ιεραρχίας, την ανταπόκριση στην εκτέλεση των καθηκόντων με βάση
το εργασιακό αντικείμενο αλλά και τις δεξιότητες, γνώσεις ή και ικανότητες που
επιτάσσει η θέση τους. Επειδή η διαδρομή προς την κορυφή της ιεραρχίας είναι
διαδικασία αξιολόγησης οι δημοτικοί υπάλληλοι πρέπει να επιδιώκουν διαρκώς να
αυξάνουν τα εργασιακά τους προσόντα και να αναπτύσσουν τις δεξιότητες και τις
γνώσεις έτσι ώστε να κατακτούν τις θέσεις ευθύνης. Αυτό σημαίνει στοιχειωδώς
επαγγελματισμός και αξιοκρατία.
Ο
επαγγελματισμός και η χρηστή διοίκηση είναι τα κλειδιά για την επιτυχία κάθε
δημοτικής πολιτικής στην πράξη. Ιδιαίτερα σε μία εποχή που
οι τεχνολογικές εξελίξεις «τρέχουν» η διαρκής επιμόρφωση, η παροχή κινήτρων για
την απόκτηση γνώσεων και δεξιοτήτων, η δίκαιη και αντικειμενική αξιολόγηση και
κρίση αποτελούν κεφάλαια της ανάπτυξης
του ανθρώπινου δυναμικού που χωρίς αυτά ένας Δήμος δεν μπορεί να προχωρήσει.