Η ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ "ΚΡΙΣΗ" ΣΤΗΝ ΑΛΛΑΓΗ

Άρθρο του Δημήτρη Κατσούλη

Η Περιφέρεια ως επίπεδο Αυτοδιοίκησης έχει μόνο τρία χρόνια ζωής. Η θεσμοθέτησή της με το Πρόγραμμα «Καλλικράτης»  αποτελεί μία σημαντική τομή στο διοικητικό και πολιτικό σύστημα, τομή όμως που έμεινε ατελής εξαιτίας της οικονομικής κρίσης και των μνημονιακών πολιτικών. Υπάρχουν ασφαλώς και εγγενείς θεσμικές αστοχίες από τον ίδιο τον νομοθέτη. Η ανάλυση όλων αυτών των παραμέτρων είναι αναγκαία για να κατανοήσουμε την πορεία που πρέπει να ακολουθήσει η Περιφέρεια για να αναδειχθεί σε πραγματικό επίπεδο Αυτοδιοίκησης στο πλαίσιο μίας πολυεπίπεδης διακυβέρνησης ως απόρροια της ενσωμάτωσης του ευρωπαϊκού αυτοδιοικητικού κεκτημένου.
Η ελληνική αυτοδιοικητική Περιφέρεια «στιγματίζεται» από την μηχανιστική μετάβαση της από την κρατική Περιφέρεια, την αναγωγή στην νομαρχιακή αυτοδιοίκηση η οποία κουβαλούσε αντίστοιχα το ίδιο φορτίο της κρατικής νομαρχίας και τέλος από την αναγωγή στην πρωτοβάθμια τοπική αυτοδιοίκηση που αποτελούσε ιστορικά την μοναδική αυτοδιοικητική εμπειρία του ελληνικού πολιτικού και διοικητικού συστήματος . Όλα αυτά συνθέτουν έναν θεσμό που δεν έχει δική του ταυτότητα γεγονός που δεν του επιτρέπει να  κατακτήσει την θέση που του ανήκει σε ένα πολυεπίπεδο σύστημα διακυβέρνησης.
Η πρώτη θητεία συνέπεσε με το Μνημόνιο. Τα αποτελέσματά του ήταν καταστροφικά για την Αυτοδιοίκηση στο σύνολό της αλλά και ειδικότερα για την Περιφέρεια. Η περικοπή έως  την ουσιαστική κατάργηση των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων, η αποψίλωση από την κατάλληλο προσωπικό, ο εκμηδενισμός του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων κατέστησαν την Περιφέρεια ανίκανη να συγκροτηθεί και να φέρει σε πέρας την αποστολή της. Μόνο η διαχείριση του ΕΣΠΑ μπόρεσε να δώσει μία ανάσα καταξίωσης αλλά και αυτό είχε ήδη υποθηκευτεί από τις επιλογές των κρατικών Περιφερειών και των Υπουργείων.

H ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ, Η ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΗ ΑΝΤΙΠOΛΙΤΕΥΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ.

 ΜΙΑ ΠΡΩΤΗ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΜΕ ΠΟΛΛΟΥΣ ΑΠΟΔΕΚΤΕΣ

Του Γιώργου Σωτηρέλη
Καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών

Μετά από μακρά κυοφορία σε όλους τους πολιτικούς χώρους το τοπίο των επερχόμενων αυτοδιοικητικών εκλογών έχει ξεκαθαρίσει και οι πρωταγωνιστές βρίσκονται στην αφετηρία. Θα άξιζε λοιπόν τον κόπο να επιχειρήσουμε μια πρώτη κριτική αποτίμηση της πολιτικής αντιμετώπισης αυτών των εκλογών, τόσο από την κυβέρνηση όσο και από την αξιωματική αντιπολίτευση:
Α. Όσον αφορά την κυβέρνηση, το πρώτο που έχει να παρατηρήσει κανείς είναι η ανεκδιήγητη θεσμική πολιτική του Υπουργείου Εσωτερικών, όλο το τελευταίο διάστημα, με μοναδικό στόχο να υποβαθμίσει την ευρύτερη πολιτική σημασία των δημοτικών εκλογών και να τις υποτάξει σε μικροκομματικές σκοπιμότητες. Το πρώτο (και ευτυχώς ατελέσφορο) βήμα έγινε με την προσπάθεια αλλαγής του εκλογικού συστήματος, προκειμένου να επανέλθει το αντιδημοκρατικό 42%, ως όριο ανάδειξης δημάρχων και περιφερειαρχών, και να προσωποποιηθεί εντελώς η τοπική πολιτική διαμάχη. Προφανώς έχει τη σημασία της η διευκόλυνση της ανάδειξης προσωπικοτήτων σε τοπικό επίπεδο. Αυτό όμως μπορεί να γίνει (όπως θα δείξουμε με συγκεκριμένη σχετική πρόταση), χωρίς να αλλοιωθεί ο πολιτικός κατά βάση χαρακτήρας των τοπικών εκλογών, ο οποίος προϋποθέτει πολιτικά συλλογικά υποκείμενα, τα οποία επεξεργάζονται θέσεις και προτάσεις τοπικής πολιτικής, και όχι απλή επιλογή προσώπων, που μας ξαναγυρίζει στον ατομοκεντρισμό του 19ου αιώνα. Εξ άλλου, για να μην έχουμε αυταπάτες, σε όλες τις προηγμένες δημοκρατικές χώρες οι τοπικές εκλογές είναι εντονότατα πολιτικές ενώ για τις περιφέρειες ως επί το πλείστον είναι ταυτόχρονα και κομματικές, αφού στον εκλογικό στίβο τους κατέρχονται, κατά την σχετική νομοθεσία, αυτοδιοικητικοί σχηματισμοί που όχι μόνον  έχουν  κομματικό χρίσμα αλλά και φέρουν τον τίτλο των εθνικών κομμάτων.

ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΠΕΝΟΣ: ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ Η ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΩΝ ΔΗΜΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ



"ΟΙ ΔΗΜΑΡΧΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΡΧΕΣ ΕΙΝΑΙ ΣΥΜΜΑΧΟΙ ΜΟΝΟ ΜΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΤΟΥΣ. ΑΝ ΕΜΠΛΑΚΟΥΝ ΣΤΙΣ ΟΜΑΔΕΣ ΜΙΚΡΟΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΣΕ ΜΙΑ ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΕΧΟΥΝ ΑΚΥΡΩΘΕΙ"


Συνέντευξη του Σταύρου Μπένου

Αναδημοσίευση από www.citybranding.gr  *
«Ύστερα από σαράντα σχεδόν χρόνια στη δημόσια ζωή έχω καταλήξει με έναν τρόπο σχεδόν αξιωματικό – δογματικό, ότι οι δύο μεγαλύτερες άυλες υποδομές των δήμων και των περιφερειών είναι το σύστημα διοίκησης και η καθολική πολεοδομική και χωροταξική οργάνωση. Το πρώτο προσφέρει ένα υψηλό επίπεδο παροχής υπηρεσιών και το δεύτερο μια στρατηγική ματιά που χωρίς αυτήν ο δήμαρχος και ο περιφερειάρχης δρουν στα τυφλά. Χωρίς τη διοικητική μεταρρύθμιση ο δήμαρχος και ο περιφερειάρχης δεν μπορούν να διοικήσουν αξιοκρατικά και σωστά και χωρίς το πολεοδομικό και χωροταξικό σχέδιο δεν έχουν πυξίδα».

1. Πως αξιολογείτε συγκριτικά τις μεταρρυθμίσεις του "Καποδίστρια" και του "Καλλικράτη", τον τρόπο μετάβασης στον "Καλλικράτη" και ποια τα συμπεράσματα σας από την 3ετή εφαρμογή του νέου θεσμού; Πως κρίνετε γενικότερα τη σχέση της αυτοδιοίκησης με το κεντρικό πολιτικό σύστημα, τις κυβερνήσεις και τα κόμματα;
Οι μεταρρυθμίσεις του «Καποδίστρια» και του «Καλλικράτη» ήταν ένα πολύ σημαντικό βήμα προόδου για τη δημιουργία ενός σύγχρονου κράτους με ισχυρή Περιφέρεια και ουσιαστική Τοπική Αυτοδιοίκηση. Παρόλα αυτά επειδή η εφαρμογή της μεταρρύθμισης αυτής ήταν «σπασμωδική» και «διαχειριστική» δεν έδωσε, σχεδόν δεν άγγιξε τα οραματικά στοιχεία της μεταρρύθμισης. Όσο για τις σχέσης της αυτοδιοίκησης με το κεντρικό πολιτικό σύστημα, τις κυβερνήσεις και τα κόμματα δύο είναι οι μαγικές λέξεις: συνεργασία και αυτοτέλεια.

ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΤΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ "ΕΥΡΩΠΗ 2020"

Η παντελής έλλειψη συμμετοχής της τοπικής αυτοδιοίκησης στη στρατηγική της ΕΕ (στρατηγική «Ευρώπη 2020»), είναι αυτή που υποσκάπτει την οικονομική ανάπτυξη, διαπιστώνεται στη «Δήλωση της Αθήνας», που αποτελεί το μεταρρυθμιστικό σχέδιο επτά σημείων της Επιτροπής των Περιφερειών, που παρουσιάσθηκε σήμερα κατά την 6η Ευρωπαϊκή Διάσκεψη των Περιφερειών και των Πόλεων.
Στην πολιτική τοποθέτηση, που συνιστά η «Δήλωση της Αθήνας», η Επιτροπή των Περιφερειών υποστηρίζει ότι η ΕΕ πρέπει να επανεξετάσει την προσέγγισή της και να διαφοροποιήσει την πορεία της, όσον αφορά στην ανάμειξη των τοπικών και περιφερειακών Αρχών. Διαφορετικά θα είναι δύσκολο να τηρήσει την υπόσχεσή της για την επίτευξη μιας «έξυπνης, βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς οικονομίας έως το 2020».
Τα επτά σημεία της «Δήλωσης της Αθήνας» είναι τα εξής:

ΧΑΡΤΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ ΤΩΝ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ ΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΣΤΗΝ «ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ»


Αναδημοσίευση από: ΠΟΛΕΙΣ & ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ (Citybranding.gr)
Η «κοινωνία της γνώσης» δημιουργεί νέα δεδομένα και νέες ευκαιρίες για την ανάπτυξη, την ευημερία και την ποιότητα ζωής. Οι νέες τεχνολογίες αλλάζουν τον τρόπο εργασίας, διασκέδασης, επικοινωνίας και συναλλαγής, μεταλλάσσοντας τις βάσεις του οικονομικού ανταγωνισμού. Αποτελούν εργαλείο για τον εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης και την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, δημιουργούν νέες δεξιότητες και την ανάγκη συνεχούς μάθησης και μεταβολής του εκπαιδευτικού συστήματος. Παράλληλα, επιτρέπουν τη βελτίωση των υπηρεσιών στην υγεία, την πρόνοια, το περιβάλλον, τις μεταφορές και συμβάλλουν στην ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Οι Δημοτικές αρχές έχουν την υποχρέωση να εξασκούν πολιτικές και οι πολίτες να διεκδικούν.
Η «Κοινωνία της γνώσης» που διαμορφώνεται, πρέπει να είναι μια κοινωνία για όλους, χωρίς κινδύνους ανισοτήτων όπως η ψηφιακή διαίρεση, όπου διαφυλάσσονται τα δικαιώματα του πολίτη, καθώς και η ελευθερία έκφρασης και πληροφόρησης.
Στα πλαίσια αυτά το Δίκτυο ΙΚΑΡΟΣ ( Διαδημοτική συνεργασία Δήμων Κρήτης και νησιών του Αιγαίου για θέματα πληροφορικής και επικοινωνιών http://www.ikarosnetwork.gr/ ) επεξεργάσθηκε και υιοθέτησε Καταστατικό χάρτη υποχρεώσεων των Δημοτικών αρχών έναντι των πολιτών στην "κοινωνία της γνώσης".

ΟΙ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕ ΤΟ ΔΙΚΟ ΤΟΥΣ ΔΙΑΚΥΒΕΥΜΑ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ

Άρθρο του Δημήτρη Κατσούλη
Οι Αυτοδιοικητικές Εκλογές είναι εκλογές πολιτικές. Η Αυτοδιοίκηση ως θεσμός θεμέλιο του Δημοκρατικού Πολιτεύματος δεν είναι πασαρέλα  απολίτικων αιρετών ούτε  εμπορικό κατάστημα  που δεν θέλει να στενοχωρήσει τους πελάτες  και έτσι αποφεύγει τον σαφή και ειλικρινή πολιτικό λόγο. Η Αυτοδιοίκηση, οι Δήμοι και οι Περιφέρειες  είναι πολιτικοί θεσμοί και οι εκλογές για την ανάδειξη των αιρετών είναι διαδικασία μεταβίβασης πολιτικής εντολής.
Το ότι ορισμένα πολιτικά κόμματα επιχειρούσαν ανέκαθεν, ή άλλα προστέθηκαν τώρα να το επιχειρούν, για να προσδώσουν απολίτικο χρώμα στις εκλογές το κάνουν ασφαλώς γιατί θέλουν να κρύψουν τον πολιτικό  προσανατολισμό των εκλεκτών τους και να παραπλανήσουν τους εντολείς πολίτες.
Το ότι πολλές φορές  ταυτίζεται το πολιτικό διακύβευμα με τους κεντρικούς πολιτικούς στόχους προσδιορίζοντας ως περιεχόμενο της εντολής την επιδίωξή στο κεντρικό πολιτικό σύστημα  είναι ζήτημα συγκυρίας που ορθά ή άστοχα επιχειρείται εκτός και εάν εκλαμβάνεται ως αυτονόητο στο πλαίσιο μίας πολιτικής και οργανωτικής αντίληψης για το κράτος, δηλαδή της βαθιάς συγκεντρωτικής σύλληψης του πολιτικού και διοικητικού συστήματος.  Είναι εξάλλου αυτή η αντίληψη που δεν επιτρέπει,  σε όσους την  φέρουν, να δομήσουν την τοπική η περιφερειακή πολιτική στα πραγματικά συμφέροντα της αντίστοιχης τοπικής η περιφερειακής κοινωνίας  αναγνωρίζοντας και εμπεδώνοντας έννοιες και αξίες όπως η τοπική και περιφερειακή αυτονομία, με το περιεχόμενο που της αποδίδει ο Ευρωπαϊκός Χάρτης Τοπικής Αυτονομίας.

Η ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ: ΜΙΑ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΓΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ


ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ

To Κέντρο Ανανεώσιμων Πηγών και Εξοικονόμησης Ενέργειας (ΚΑΠΕ) καλεί όλους τους φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην Ελλάδα να συμμετάσχουν στην πρώτη από τις Ημερίδες ανάπτυξης δεξιοτήτων, που θα πραγματοποιηθούν ανά την Ευρώπη τα επόμενα χρόνια με τη συγχρηματοδότηση του Γραφείου του Συμφώνου των Δημάρχων. Η εκδήλωση απευθύνεται σε Δημάρχους, Περιφερειάρχες, Δημοτικούς και Περιφερειακούς Συμβούλους, συμβούλους ανάπτυξης των ΠΕΔ και σε στελέχη της ΤΑ που ασχολούνται με θέματα ενέργειας, περιβάλλοντος και τεχνικών έργων.
Η ημερίδα θα λάβει χώρα στις 13 Μαρτίου 2014 στη Θεσσαλονίκη, στην Αίθουσα Συνεδριάσεων του Δημοτικού Συμβουλίου του Δημαρχείου Θεσσαλονίκης,  Βασ. Γεωργίου Α’, 1 στις 9:30 π.μ. και τελεί υπό την αιγίδα της Κεντρικής Ένωσης Δήμως Ελλάδας (ΚΕΔΕ), του Δήμου Θεσσαλονίκης και του Δικτύου Ελληνικών Πράσινων Πόλεων.  Έχει ως στόχο την ανταλλαγή εμπειρίας και καλών πρακτικών για την ανάπτυξη και υλοποίηση Σχεδίων Δράσης για την Αειφόρο Ενέργεια (ΣΔΑΕ) μεταξύ των Δήμων που έχουν υπογράψει το Σύμφωνο, αλλά και άλλων.  Θα αναδείξει επίσης τις χρηματοδοτικές ευκαιρίες και τα οικονομικά οφέλη που προκύπτουν από την εφαρμογή πρακτικών ενεργειακής αποδοτικότητας στην Τοπική Αυτοδιοίκηση παρά την οικονομική κρίση, ανοίγοντας το δρόμο για ένα ρεαλιστικά αισιόδοξο και αειφορικό μέλλον.
Τα θέματα που θα αναπτυχθούν περιλαμβάνουν το όραμα του Συμφώνου των Δημάρχων για την αειφόρο ενέργεια και το ρόλο των τοπικών αρχών ανά την Ευρώπη, οικονομικά και θεσμικά εργαλεία, την υποστήριξη που παρέχεται μέσω οργανισμών και πρωτοβουλιών και την εμπειρία Δημάρχων της Ελλάδας κατά την ανάπτυξη και εφαρμογή των ΣΔΑΕ.

Για πληροφορίες και αποστολή των δηλώσεων συμμετοχής, οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να απευθύνονται στο ΚΑΠΕ, κα Δήμητρα Μηναδάκη, e-mail: minadaki@cres.gr 

Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ ΓΙΑ ΜΙΑ ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ


Tου Πάνου Σκοτινιώτη, Δημάρχου Βόλου* 

Αναδημοσίευση από: http://www.eklogika.gr/
Η κοινωνία πολιτών  στην Ελλάδα εξακολουθεί να  παραμένει καχεκτική. Στο πολιτικό λεξιλόγιο, ωστόσο, χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο έννοιες όπως συμμετοχικές διαδικασίες,  διαβούλευση, συμμετοχική δημοκρατία κλπ.
Οι συμμετοχικές διαδικασίες έχουν πολλές μορφές και ακόμη περισσότερες εφαρμογές. Στο κέντρο τους (πρέπει να) βρίσκεται  ο πολίτης, ο δημότης, ως πηγή δύναμης, δημιουργίας, έμπνευσης.
Συμμετοχή δεν σημαίνει, φυσικά, αέναη συζήτηση. Η συμμετοχική διαδικασία απαιτεί σωστό σχεδιασμό, συγκεκριμένο πλαίσιο και σαφείς στόχους, προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να ακυρωθεί τελικά η όλη πρωτοβουλία.
Σε πολλές χώρες έχει αναπτυχθεί ολόκληρος επιστημονικός κλάδος σχετικά με την ανάπτυξη εργαλείων, τα οποία υποστηρίζουν τις συμμετοχικές αποφάσεις και το συμμετοχικό σχεδιασμό. Μεθοδολογίες, όπως τα εργαστήρια σεναρίων, οι συναινετικές συνελεύσεις, τα δικαστήρια πολιτών και οι συμμετοχικές προσομοιώσεις, είναι ελάχιστα γνωστές στη χώρα της.
Σε πολλές χώρες, επίσης, είναι πολύ διαδεδομένη η ηλεκτρονική δημοκρατία και οι ηλεκτρονικές συμμετοχικές διαδικασίες, που επιτρέπουν, μεταξύ άλλων, την ευκολότερη και ταχύτερη διεξαγωγή ψηφοφοριών σε μαζική κλίμακα.
Το παράδειγμα του Δήμου Βόλου
Στο Δήμο Βόλου, παρά τις γνωστές αντιξοότητες που όλοι οι δήμοι αντιμετωπίσαμε, προσπαθήσαμε από την πρώτη στιγμή να περάσουμε μια διαφορετική αντίληψη στη λήψη αποφάσεων, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στις συμμετοχικές διαδικασίες, στις οργανωμένες διαβουλεύσεις, στην αξιοποίηση του θεσμικού πλαισίου και στην ενδυνάμωση των θεσμικών οργάνων.  Αξιοποιήσαμε, επίσης, τις νέες τεχνολογίες και προσπαθήσαμε τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων να λαμβάνονται υπόψη όσο το δυνατόν περισσότερο.
Αναπτύξαμε τις συμμετοχικές διαδικασίες σε τρεις, κυρίως, άξονες.
Α. Κανονιστικές Αποφάσεις – Διαβούλευση

“ΞΗΛΩΝΟΝΤΑΙ” ΟΙ ΔΗΜΟΙ-ΝΗΣΙΑ;


 
Η τροπολογία Σηφουνάκη
Δημοσιοποιήθηκε στο διαδίκτυο (www.aftodioikisi.gr )μία τροπολογία του Βουλευτή του ΠΑΣΟΚ κ. Νίκου Σηφουνάκη με την οποία επιχειρείται η τροποποίηση του άρθρου 1 του ν.3852/2010 περί συστάσεως των Δήμων και ειδικότερα προβλέπει την διαίρεση των υφισταμένων Δήμων που αντιστοιχούν σε ένα νησί εφόσον το νησί αυτό έχει περισσότερους από 30.000 κατοίκους. Η αφορμή αυτής της τροπολογίας είναι ασφαλώς η πολυζητημένη περίπτωση της Λέσβου, στην οποία και πολιτεύεται ο κ. Σηφουνάκης. Μαζί με την Λέσβο όμως συμπαρασύρονται ακόμη έξι νησιά προσθέτοντας έως και 16 νέους δήμους στους ήδη 325 υπάρχοντες. Το ζήτημα δεν είναι ούτε ποσοτικό ούτε απλώς αριθμητικό. Είναι δείγμα του πως κάποιοι ακόμη και σήμερα κατανοούν τις μεταρρυθμίσεις.

Η ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ


Του Δημήτρη Ι. Κατσούλη

Ο θεσμός της Περιφέρειας, ως δεύτερος βαθμός Αυτοδιοίκησης, έχει πολύ μικρή ηλικία, μόλις τριών ετών. Αυτό σημαίνει ότι μόλις τώρα αρχίζει να κάνει τα πρώτα βήματα κουβαλώντας πολιτικά στερεότυπα από την Κρατική Περιφέρεια και την Νομαρχία. Σημαίνει επίσης ότι έχει μεγάλο δρόμο να διανύσει για να αναδειχθεί σε πραγματικό αυτοδιοικητικό θεσμό. Αυτό όμως είναι και το σημαντικό διακύβευμα  των περιφερειακών αρχών για την επόμενη θητεία. Να καταστήσουν  τον θεσμό πραγματική αυτοδιοίκηση. Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Η περίοδος που ξεκινά την 1η Σεπτεμβρίου 2014 συμπίπτει περίπου με προγραμματική περίοδο 2014-2020. Η ελληνική Περιφέρεια πρέπει παράλληλα με την πρωταγωνιστική εμπλοκή της στην υλοποίηση των στόχων και στη διαχείριση των πόρων της προγραμματικής περιόδου 2014-2020 να κατακτήσει το ευρωπαϊκό αυτοδιοικητικό κεκτημένο. Η προγραμματική περίοδος είναι το πεδίο στο οποίο η ελληνική περιφερειακή αυτοδιοίκηση πρέπει, πέραν της αξιοποίησης των πόρων, να συμβάλλει στην πολιτική και θεσμική σύγκλιση και την συνέργεια  με τις άλλες αυτοδιοικητικές Περιφέρειες της Ευρώπης και πρωτίστως με  εκείνες του Ευρωπαϊκού Νότου.
Στην περίοδο που τελειώνει, στην πρώτη τους θητεία, οι Περιφέρειες – πλην ελαχίστων εξαιρέσεων- λειτούργησαν ως συγκόλληση Νομαρχιών και ως κατάλοιπα της Κρατικής Περιφέρειας. Σε αυτό συνετέλεσε και η αντίληψη ή η εμμονή καθώς και οι στενοί πολιτικοί ορίζοντες των αιρετών που υπηρέτησαν ως περιφερειακές ηγεσίες τον θεσμό. Πολλοί από αυτούς είχαν, εξάλλου ως μόνο εφόδιο την θητεία τους στην Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση.  Τούτο είχε συνέπεια να επικρατήσει η αντίληψη ότι η Περιφέρεια είναι απλώς το «καπέλο», το περίβλημα  στα προϋπάρχοντα νομαρχιακά συστήματα  που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο εξακολουθούν να λειτουργούν. Δεν κατανόησαν ή δεν ήθελαν να αποδεχθούν την Περιφέρεια ως μία νέα θεσμική συλλογικότητα, ως ενιαίο αντιπροσωπευτικό θεσμό  η εξουσία του οποίου πηγάζει αδιαίρετα από την αντίστοιχη, οργανωμένη σε εκλογικό σώμα, περιφερειακή κοινωνία.  Βοήθησε βέβαια και το ισχύον θεσμικό πλαίσιο αλλά πρωτίστως  συνέβαλε η κυρίαρχη αντίληψη για την εφαρμογή του.
Η Περιφέρεια, για να γίνει πραγματικός οργανισμός τοπικής αυτοδιοίκησης  πρέπει να κατακτήσει  την συλλογικότητά της. Δηλαδή την συνείδηση ότι είναι ένα σύνολο τοπικών κοινωνιών με συγκλίνοντα συλλογικά συμφέροντα και συγκροτείται για να διαχειριστεί το συνολικό περιφερειακό συμφέρον.

Ασφαλώς η Περιφέρεια, ως ευρύτερη τοπική κοινωνία έχει ενδοτοπικές ανισότητες, συγκρουόμενα συμφέροντα, αλλά η αποστολή της Περιφερειακής Ηγεσίας  είναι η έκφραση, η σύνθεση η διαμόρφωση και η υπηρέτηση του περιφερειακού συμφέροντος μετά από την διαρκή σύγκλιση των αντικρουόμενων τοπικών ή τοπικιστικών συμφερόντων. Η λειτουργία αυτή είναι επίπονη και επίμονη αλλά είναι η μοναδική μέθοδος  που μπορεί να διαμορφώσει και να δυναμώσει την περιφερειακή συλλογικότητα.  Αυτή ακριβώς η συλλογικότητα είναι το εφόδιο για να υπάρξει ισχυρή περιφερειακή αυτοδιοίκηση.

ΔΙΚΤΥΑ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ: ΜΙΑ ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΕΡΓΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ


Συνήθως η διεξαγωγή των αυτοδιοικητικών εκλογών δίνει το έναυσμα για την ενεργή συμμετοχή των πολιτών στα πολιτικά δρώμενα της Αυτοδιοίκησης. Μετά από τις εκλογές και όσο απομακρυνόμαστε από αυτές οι περισσότεροι γυρίζουν στον καναπέ και αρκούνται στην επιδοκιμασία, την αποδοκιμασία της δημοτικής ή περιφερειακής πολιτικής και σε κάθε περίπτωση στην παθητική ουδετερότητα και αδιαφορία έως να ξανάρθουν πάλι οι εκλογές. Όταν λειτουργούσε το κομματικό σύστημα- τις τελευταίες δύο δεκαετίες όλο και πιο σπάνια- υπήρχαν και τα κομματικά στελέχη που επίσης επιζητούσαν ρόλους. Τώρα όμως  το κομματικό σύστημα όχι απλώς απαξιώθηκε αλλά κατέρρευσε. Αυτό σε συνδυασμό με την γενικότερη παθητικότητα της κοινωνίας επιτείνει την αποχή των πολιτών και αφήνει «μόνους» τους αιρετούς να διαμορφώνουν και να ασκούν την «αυτοδιοικητική πολιτική», πολλές φορές μακριά από τα μάτια της τοπικής κοινωνίας την οποία θυμούνται μόνο όταν χρειάζεται να «νομιμοποιήσουν» τις επιλογές τους.
Αυτή η πεπατημένη όχι μόνο δεν συμβάλλει στην  άσκηση αυτοδιοικητικών πολιτικών που λύνουν προβλήματα αλλά συντελεί στη συσσώρευση νέων και διαρκώς περισσότερο δυσεπίλυτων προβλημάτων για πολλούς λόγους από τους οποίους εν προκειμένω σημειώνουμε τους ακόλουθους: α) Η βαθιά οικονομική, πολιτική και κοινωνική κρίση απαιτεί  απλές και ριζοσπαστικές λύσεις τις οποίες όμως το τοπικό πολιτικό σύστημα δεν έχει την νομιμοποίηση ούτε και την ικανότητα να τις εφαρμόσει, β) η κατάρρευση του παλιού κομματικού συστήματος σε συνδυασμό με την συγκεντρωτική αντίληψη των λειτουργούντων κομματικών σχηματισμών της Αριστεράς  έχει διαμορφώσει ένα μεγάλο κενό διαμεσολάβησης και αντιπροσώπευσης στο τοπικό πολιτικό σύστημα. γ) η φύση των σύγχρονων μεγάλων τοπικών προβλημάτων απαιτεί πλέον αξιοποίηση της επιστημονικής και τεχνολογικής τεκμηρίωσης αλλά το τοπικό πολιτικό και διοικητικό σύστημα δεν έχει τρόπους για την αναζήτηση, την επιλογή και την αξιοποίηση αυτής της τεκμηρίωσης. δ) Το κενό του ελλείμματος τεκμηρίωσης των αυτοδιοικητικών πολιτικών αλλά και μηχανισμών ρύθμισης των συγκρουόμενων συμφερόντων καλύπτεται από την αποδοχή ετεροκαθοριζομένων πολιτικών που κατασκευάζονται σε κεντρικό επίπεδο ή προωθούνται από τους φορείς ισχυρών συμφερόντων σε βάρος του τοπικού δημοσίου συμφέροντος.  Όλα τα παραπάνω και άλλα πολλά συνθέτουν αυτό που θα ονομάσουμε κρίση της αυτοδιοικητικής πολιτικής.