Προτάσεις για άμεσα επιβαλλόμενες βελτιώσεις στο Πρόγραμμα "Καλλικράτης"



Πάρις Μουτσινάς πρ. Δήμαρχος Ιωλκού, πρ. Βουλευτής

Οι προσδοκίες τις οποίες δημιούργησε το πρόγραμμα «Καλλικράτης» επαληθεύτηκαν σε πολύ μικρό βαθμό, αφού υπηρέτησε πιστά την δημοσιονομική προσαρμογή των ΟΤΑ στην οικονομική κρίση και ελάχιστα την αναβάθμιση της λειτουργίας των αυτοδιοικητικών θεσμών και της περιφερειακής ανάπτυξης.
Ο νόμος που σχεδίασε ο κ. Ραγκούσης και ψήφισε η Κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου και φιλοδοξούσε να αλλάξει ριζικά την αρχιτεκτονική δομή των ΟΤΑ και του διοικητικού χάρτη της χώρας, αποδείχτηκε τελικά πολύ κατώτερος των προσδοκιών μιας αναγκαίας τολμηρής μεταρρύθμισης. Μιας μεταρρύθμισης που θα ξεπερνά τις κομματικές γραμμές, την κρατική γραφειοκρατία και τα συμφέροντά της. Το εγχείρημα σχεδιάστηκε πρόχειρα χωρίς τον απαιτούμενο χρόνο για ουσιαστική κοινωνική και αυτοδιοικητική διαβούλευση, ούτε καν με τον καθ’ ύλη αρμόδιο φορέα, την ΚΕΔΚΕ .

Δεν χειραφετούν την Αυτοδιοίκηση οι θεσμικές αλλαγές που προανήγγειλε η Κυβέρνηση.



Του Δημήτρη Ι. Κατσούλη

Διαβάζοντας τα κύρια σημεία της ομιλίας του Υπουργού Εσωτερικών κ. Πάνου Σκουρλέτη στο συνέδριο της ΚΕΔΕ σχετικά με τις «τολμηρές αλλαγές στη τοπική αυτοδιοίκηση και τη θέσπιση της απλής αναλογικής»  σκέφθηκα πόσο δίκιο είχα όταν σχολίαζα την προ οκτώ και πλέον μηνών την  Πρόταση του Υπουργείου Εσωτερικών για την μεταρρύθμιση στην τοπική αυτοδιοίκηση με την ρήση «ώδινεν όρος και έτεκεν μυν» (Η Πρόταση του Υπουργείου Εσωτερικών για τις αρμοδιότητες και τα διάφορα «μοντέλα» των ΟΤΑ: «Ώδινεν όρος και έτεκεν μυν» http://tetradioaftodioikisis.blogspot.gr/2017/03/blog-post_25.html ) καθόσον η επί έτη πλέον κυοφορούμενη «αλλαγή ή – άλλοτε- κατάργηση – του Καλλικράτη» καταλήγει σε αποσπασματικές αλλαγές που σχεδόν καμία από αυτές δεν θα κερδίσει τον τίτλο της «ριζοσπαστικής» ενώ απέχουν πολύ από το πλαίσιο της προοδευτικής μεταρρύθμισης που έχει ανάγκη η χώρα.  Αντίθετα είναι αλλαγές  προς τα πίσω, αλλαγές  συντηρητικές και -ακόμη χειρότερα- συντεχνιακές.

Θεμιτή κατά το ΣτΕ η θέση σε αργία των αιρετών που παραπέμπονται για κακούργημα

H θέση σε αργία των αιρετών οργάνων λόγω παραπομπής κακούργημα, δεν αποτελεί μέτρο καταφανώς απρόσφορο, ούτε υπερβαίνει προδήλως το αναγκαίο μέτρο για την επίτευξη του ανωτέρω σκοπού δημόσιου συμφέροντος.


ΣτΕ 360/2017 Τμήμα Γ' - Συνοπτική περιγραφή

Καθιστώντας υποχρεωτική την επιβολή αργίας στα αιρετά όργανα των Ο.Τ.Α. σε περίπτωση παραπομπής τους σε δίκη για κακούργημα, αδιαφόρως εάν το κακούργημα έχει ή όχι σχέση με την άσκηση των καθηκόντων τους, ο νομοθέτης στάθμισε την απαξία των εγκλημάτων αυτών και τη συνακόλουθη ανάγκη προστασίας του δημόσιου συμφέροντος και επέλεξε το μέτρο τούτο για την εξυπηρέτηση του θεμιτού αυτού σκοπού, έθεσε δε ως πρόσθετη προϋπόθεση επιβολής του εν λόγω διοικητικού μέτρου την επιβολή προσωρινής κράτησης ή περιοριστικών όρων. Λαμβανομένου δε υπόψη ότι πρόκειται για μέτρο προσωρινό, που δεν συνεπάγεται μόνιμο αποκλεισμό από την άσκηση των καθηκόντων, ούτε κωλύει τη συμμετοχή στις δημοτικές εκλογές των δημοτικών αρχόντων, σε βάρος των οποίων έχει επιβληθεί, η θέση σε αργία των ως άνω αιρετών οργάνων λόγω παραπομπής σε δίκη για κακούργημα, δεν αποτελεί μέτρο καταφανώς απρόσφορο, ούτε υπερβαίνει προδήλως το αναγκαίο μέτρο για την επίτευξη του ανωτέρω σκοπού δημόσιου συμφέροντος.

Κώλυμα συμμετοχής Δημοτικού Συμβούλου για λόγους ηθικού συμφέροντος.




Με τις διατάξεις του άρθρου 99 του ν. 3463/2006 και του άρθρου 10 της Υ.Α. 16852/2011 (Β΄ 661/20-4-2011), θεσπίζεται κώλυμα συμμετοχής των δημοτικών συμβούλων στις οικείες συνεδριάσεις, το οποίο ιδρύεται και από μόνη τη συνδρομή στο πρόσωπό τους ηθικού συμφέροντος, ανεξαρτήτως αν προκύπτει ή αποδεικνύεται και οποιοδήποτε υλικό συμφέρον του ίδιου προσώπου. Τέτοιο, εξ άλλου, ηθικό συμφέρον απορρέει και από μόνη την ιδιότητα του δημοτικού συμβούλου ως μετέχοντος στη διοίκηση εταιρείας, ένεκα της οποίας υπέχει υποχρέωση πίστεως προς αυτήν (βλ. άρθρο 390 Ποιν. Κώδικα), εφόσον το συλλογικό όργανο του δήμου καλείται να αποφανθεί για ζήτημα που την αφορά, όπως, ιδίως, όταν πρόκειται για τη λήψη αποφάσεως σχετικής με την εκτέλεση συμβάσεως μεταξύ του δήμου και της εταιρείας.

Ο Δήμος έχει μόνο γνωμοδοτική αρμοδιότητα στην έγκριση ή τροποποίηση σχεδίου πόλης ή πολεοδομικής μελέτης.


Ανεπίτρεπτη η μετατροπή ρέματος σε οδό. Απόφαση 62/2017 ΣτΕ (Ε’ Τμήμα)



Προστασία του φυσικού περιβάλλοντος. Πότε είναι επιτρεπτή η ένταξη των ρεμάτων σε πολεοδομική ρύθμιση. Ο οικείος δήμος δεν έχει αποφασιστική αλλά μόνο γνωμοδοτική αρμοδιότητα, όσον αφορά την έγκριση ή την τροποποίηση του σχεδίου πόλεως ή της πολεοδομικής μελέτης. Η απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, με την οποία επιχειρείται ο καθορισμός κοινόχρηστου χώρου, έχει εκτελεστό χαρακτήρα. Ο καθορισμός χάνδακα ως οδού εντός των ορίων οικισμού προϋφιστάμενου του 1923 επιχειρήθηκε αναρμοδίως από τον οικείο ΟΤΑ. Μη νόμιμα επιτράπηκε επέμβαση στη φυσική λειτουργία ρέματος διά της μετατροπής του σε οδό. Δεκτή η αίτηση ακύρωσης.

Πρόταση για ένα νέο δημοκρατικό σύστημα περιφερειακής αυτοδιοίκησης

Του Δημήτρη Κατσούλη

Μία από τις πολλές παθογένειες του πολιτικού και θεσμικού πολιτισμού μας είναι η απέχθεια προς την πραγματική και σε βάθος αξιολόγηση των θεσμών και των μεταρρυθμίσεων που κατά καιρούς έχουν συντελεστεί. Ως προς την αυτοδιοίκηση η παθογένεια αυτή εντείνεται και από την σχεδόν διαχρονική συνήθεια του πολιτικού προσωπικού να αρνείται να εμπεδώσει αλλαγές που επηρεάζουν τον σκληρό πυρήνα της εξουσίας του και να επιχειρεί να διατηρήσει κεκτημένα εξουσίας κατά τρόπο συντηρητικό και αντιμεταρρυθμιστικό.
Πρόσφατο χαρακτηριστικό παράδειγμα η δημόσια παρέμβαση 41 τοπικών (χωρικών) αντιπεριφερειαρχών οι οποίοι σχεδόν προτείνουν την επιστροφή στο παρελθόν με την ανασύσταση των νομαρχιών και την επαναφορά των αιρετών νομαρχών διαλύοντας έτσι την Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση στο βωμό προδήλως της «συντεχνιακής» απόκτησης μεριδίου εξουσίας και θεσμικής οντότητας που ο νομοθέτης δεν τους αναγνώρισε με τη συγκρότηση των Περιφερειών. Ανάλογο αίτημα θα μπορούσαν να αρθρώσουν οι τοπικοί αντιδήμαρχοι ή αρθρώνουν ήδη οι πρόεδροι των τοπικών κοινοτήτων. Η αγωνία των αιρετών με λογική μάλιστα συντηρητικής οπισθοδρόμησης και ανακύκλωσης στην παρακμιακή πολιτική πραγματικότητα δεν μπορεί να έχει μερίδιο στο ώριμο αίτημα των καιρών για  την ενδυνάμωση της περιφερειακής διακυβέρνησης και την ενίσχυση των δομικών της στοιχείων στο πλαίσιο της αναγκαίας προοδευτικής μεταρρύθμισης για πολυεπίπεδη δημοκρατική διακυβέρνησης με Επιτελικό Κράτος και τολμηρή αποκέντρωση σε Περιφέρειες και Δήμους.

Η Εγκύκλιος 19 του Υπουργείου Εσωτερικών για την πρόσληψη μονίμου προσωπικού στην καθαριότητα των Δήμων. Νέες συμβάσεις έως 31.3.2018

ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΣΤΟ "ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ"
ΘΕΜΑ: Οδηγίες για την εφαρµογή του άρθρου 24 του ν. 4479/2017 (Α’ 94) - Πρόσληψη µονίµου προσωπικού στις ανταποδοτικές υπηρεσίες καθαριότητας των ΟΤΑ α΄ βαθµού και τα νοµικά τους πρόσωπα – Παροχή των αντίστοιχων υπηρεσιών, µέχρι την κατάρτιση των προσωρινών πινάκων διοριστέων στις θέσεις αυτές.

Συμβασιούχοι στα σκουπίδια. Ένα πρόβλημα «ανακύκλωσης» πάγιων και διαρκών υστεροβουλιών.

Του Δημήτρη Κατσούλη


Το ζήτημα των συμβασιούχων προέκυψε πάλι στο προσκήνιο για να αναδείξει τα τραγελαφικά αδιέξοδα του πλέον συγκεντρωτικού και παρακμιακού κράτους της Ευρώπης.
Ο συντακτικός αλλά και ο κοινός νομοθέτης καθώς και η πάγια νομολογία των Δικαστηρίων έχουν πλέον καταστρώσει με τον πιο σαφή τρόπο την αρχή της κάλυψης των πάγιων και διαρκών αναγκών στις υπηρεσίες του Δημοσίου και των ΟΤΑ με μόνιμο προσωπικό. Η πρόνοια αυτή ανταποκρίνεται σε δύο κρίσιμα κίνητρα: αντιμετώπιση των διαρκών και σταθερών αναγκών με προσωπικό του οποίου αξιοποιείται η εμπειρία και κατοχυρώνονται τα ανάλογα εργασιακά δικαιώματα.
Αυτή την νομοθετική και νομολογιακή σταθερά έρχονται να διαρρήξουν  πρωτίστως η Κεντρική Διοίκηση και συνακόλουθα η Τοπική Αυτοδιοίκηση. Η με πρώτη περιορίζοντας, ιδίως στα χρόνια της κρίσης, την ευχέρεια κάλυψης των παγίων και διαρκών αναγκών με μόνιμο προσωπικό και η δεύτερη έχοντας την ευχέρεια να προσλαμβάνει συμβασιούχους λόγω και της απαγόρευσης των προσλήψεων μονίμων αλλά και λόγω της διαιώνισης «πάγιων» πελατειακών πρακτικών.
Ο τραγέλαφος γίνεται πιο πολύπλοκος όταν η Κυβέρνηση έρχεται και ενθαρρύνει την άμεση ή έμμεση μονιμοποίηση των συμβασιούχων χωρίς να έχει διασφαλίσει την αντιστοιχία τους στην κάλυψη των παγίων και διαρκών αναγκών και κυρίως χωρίς να έχει  εξασφαλίσει την ικανότητα των ΟΤΑ να καλύψουν την μισθοδοσία των συμβασιούχων αυτών. Παράλληλα καταλύει το καταξιωμένο σύστημα αντικειμενικών κριτηρίων για την πρόσληψη μονίμου προσωπικού το οποίο για πάνω από δύο δεκαετίες έχει εμπεδώσει τη διαφάνεια αλλά και τον ασφυκτικό περιορισμό των πελατειακών σχέσεων. Το χειρότερο καταλύει την συνταγματική αρχή της διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας της τοπικής αυτοδιοίκησης για την οποία πάντως η ίδια η τοπική αυτοδιοίκηση σπανίως και αποσπασματικά μόνο κόπτεται.
Από την άλλη πλευρά, πρόκειται για εργαζόμενους και οικογένειες που υποφέρουν και αναζητούν μία θέση εργασία στη δίνη της ανέχειας και της φτώχειας. Πρόκειται για εργαζόμενους ομήρους του άκρατου συγκεντρωτισμού και της αμετανόητης πελατοκρατικής νοοτροπίας του πολιτικού συστήματος.
Οι λύσεις που προκρίνονται δεν αντιμετωπίζουν το πρόβλημα αλλά διαρκώς το αναπαράγουν όπως εξάλλου έγινε και με το λεγόμενο Διάταγμα «Παυλόπουλου». Από την άλλη είναι λύσεις εμπαιγμού και μετακύλισης των πολιτικών ευθυνών όπου η Κυβέρνηση νομοθετεί δεσμεύσεις που θα κληθεί να πληρώσει η έτσι και αλλιώς χειραγωγημένη τοπική αυτοδιοίκηση, στην οποία εν προκειμένω δεν μεταφέρεται η ευθύνη της επιλογής των λύσεων και της ρύθμισης των προβλημάτων, παρά μόνο τα απόνερα  των επιλογών του συγκεντρωτισμού και της πελατοκρατείας.
Εν τούτοις τα πράγματα θα ήταν πιο απλά εάν ο καθένας στεκόταν στα όρια της συνταγματικής ευθύνης και ιδίως εάν οι ΟΤΑ μπορούσαν να αναλάβουν υπεύθυνα τη διοίκηση των υποθέσεών τους σε περιβάλλον διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας και τοπικής πολιτικής αυτονομίας κατά την έννοια του Ευρωπαϊκού Χάρτη Τοπικής Αυτονομίας.
Για όλα αυτά έχουμε ήδη καταθέσει απόψεις (http://tetradioaftodioikisis.blogspot.gr/2017/05/blog-post_12.html) συνοψίζουμε όμως και εδώ:
  • ·     Κάλυψη των πάγιων και διαρκών αναγκών από μόνιμο προσωπικό. Καταρχήν, οπωσδήποτε στις ανταποδοτικές υπηρεσίες αλλά και στις άλλες όπως π.χ. οι κοινωνικές δομές, οι επί σειρά ετών συμβασιούχοι της «Βοήθειας στο Σπίτι» για τους οποίους κανείς δεν νοιάζεται γιατί δεν έχουν όπλα αγώνα τα σκουπίδια.
  • ·         Τήρηση των κανόνων διαφάνειας και αντικειμενικότητας υπό τον έλεγχο του ΑΣΕΠ.
  • ·         Ελευθερία των ΟΤΑ πρώτου και δευτέρου βαθμού να προσλαμβάνουν το προσωπικό τους χωρίς έγκριση από κανέναν κρατικό φορέα στο πλαίσιο της διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας η οποία επιτέλους πρέπει να εμπεδωθεί.

Η επίκαιρη κρίση των συμβασιούχων έδωσε την ευκαιρία σε δυνάμεις του συγκεντρωτισμού και της νεοπελατείας να επικοινωνήσουν τη παράδοση της αποκομιδής των απορριμμάτων στις ιδιωτικές εταιρείες (με ένα ντελίριουμ κατ΄εξοχήν επένδυσης στην κρατικοδίαιτη ιδιωτική οικονομία)  και μάλιστα στο πλαίσιο της νεοφιλελεύθερης επιλογής για λιγότερο κράτος όπως την εξέφρασε ο αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Άλλοι το αξιοποίησαν ως απειλή για να νουθετήσουν τους συνδικαλιστές. Όσα δεν φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια.
Το πολύ ή λίγο κράτος δεν έχει να κάνει με τον σκληρό πυρήνα της υπόθεσης των συμβασιούχων που είναι πρωτίστως το έλλειμα στο κράτος δικαίου και σύγχρονο κοινωνικά δίκαιο κράτος, ιδίως όμως έχει να κάνει ως προς τους συμβασιούχους της Αυτοδιοίκησης με συγκεντρωτικό κράτος και χειραγωγημένη αυτοδιοίκηση.
Ειδικότερα στη διαχείριση των στερεών αποβλήτων και ειδικότερα στην αποδοκομιδή οι διελκυστίνδες μεταξύ κυβέρνησης- δήμων και συνδικαλιστών στήνονται σε ένα πλαίσιο που βρίσκεται εκτός του ισχύοντος πλαισίου της ευρωπαϊκής πολιτικής αλλά και του εθνικού σχεδιασμού για την μείωση των απορριμμάτων και την ορθολογική διαχείριση στη πηγή. Στήνονται στο παλιό καμβά της αποκομιδής των συμμείκτων χωρίς διαλογή στη πηγή. Η εφαρμογή της ισχύουσας Ευρωπαϊκής Οδηγίας και του Εθνικού Σχεδίου πρόληψης της παραγωγής και διαχείρισης των στερεών αποβλήτων απαιτεί άλλες μορφές οργάνωσης και επιχειρησιακού εξοπλισμού των υπηρεσιών καθαριότητας και ενδεχομένως αναδιάταξη των εργασιακών σχέσεων αλλά και του προσδιορισμού των παγίων και διαρκών αναγκών.
Είναι παράδοξο πάντως όταν η ίδια η σημερινή Κυβέρνηση φαινόταν να υποστηρίζει τη συμμετοχική εμπλοκή των πολιτών και των οργανώσεων της κοινωνίας στην εφαρμογή του Εθνικού Σχεδίου του βασιζόμενου στη διαλογή στη πηγή να έρχεται σήμερα και να  πλειοδοτεί ουσιαστικά στην συνέχιση του παλαιού συστήματος δίνοντας θάρρος στα μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα που κινούνται γύρω από τα στερεά απόβλητα και ενθαρρύνοντας ουσιαστικά τον εγκλωβισμό της τοπικής αυτοδιοίκησης σε μία εντελώς αναχρονιστική διελκυστίνδα μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού.
 Αν παρέμενε έστω και εδώ συνεπής όφειλε να δείξει τον δρόμο της συμμετοχής των οργανώσεων της κοινωνικής οικονομίας σε μία δραστηριότητα κατεξοχήν κυκλικής οικονομίας, να ενθαρρύνει σχήματα συνεταιρισμών εργαζομένων και να συνδυάσει αυτή την προώθηση της κοινωνικής οικονομίας με την εφαρμογή της συλλογής στη πηγή με βάση τα ρεύματα που προβλέπει το Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων. Δεν το κάνει όμως επιμένοντας σταθερά στον κρατισμό και στην κρατικοδίαιτη ιδιωτική επιχειρηματικότητα η οποία στο τομέα των στερεών αποβλήτων είναι επίμονα κρατικοδίαιτη.  Σε αυτό τον καμβά εμπλέκει τις λύσεις για τους συμβασιούχους της Καθαριότητας και διαιωνίζει όλα όσα θα έπρεπε να αλλάξει.

Υποστηρίζουμε εντέλει ότι η συστηματική και ορθολογική αξιολόγηση των πάγιων και διαρκών αναγκών των Δήμων στο τομέα της καθαριότητας και της αποκομιδής των απορριμμάτων είναι η αναγκαία προϋπόθεση για τη δίκαιη και αποτελεσματική διαχείριση των σταθερών θέσεων εργασίας. Αυτή η αξιολόγηση πρέπει να γίνεται στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Οδηγίας και του Εθνικού Σχεδίου πρόληψης της παραγωγής των στερεών αποβλήτων με την εφαρμογή της διαλογής στη πηγή. Εκεί ακριβώς οι Δήμοι πρέπει να ενθαρρύνουν την εμπλοκή των φορέων της κοινωνικής οικονομίας που μπορούν να αναπτυχθούν σε κατ΄εξοχήν δράσεις κυκλικής οικονομίας όπως η διαχείριση των απορριμμάτων  επιμερίζοντας ρόλους στη διαχείριση των ρευμάτων, παράγοντας δυναμικές θέσεις εργασίας, ενισχύοντας το τοπικό κοινωνικό κεφάλαιο και περιορίζοντας την ασυδοσία των κρατικοδίαιτων ιδιωτικών συμφερόντων που καραδοκούν αλλά και τα αδιέξοδα του πελατειοκρατικού κρατικίστικου μοντέλου διαχείρισης που εμπορεύεται τις ελπίδες διαβίωσης των φτωχότερων τμημάτων της κάθε τοπικής κοινωνίας. 

Οι αδειοδοτήσεις των Δημοτικών Παιδικών Σταθμών


 Άρθρο του Τάσου Σαπουνάκη

Οικονομολόγου- Συμβούλου Τοπικής Αυτοδιοίκησης


ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η μεταφορά της αρμοδιότητας της λειτουργίας των κρατικών παιδικών σταθμών στους πρωτοβάθμιους ΟΤΑ, που υπαγόντουσαν προηγούμενα στο Υπουργείο Υγείας - Πρόνοιας, πραγματοποιήθηκε σε τρεις φάσεις με τους νόμους 2218/94, 2880/01, 3106/03. Ειδικά με τον τελευταίο μεταφέρθηκαν οι παιδικοί σταθμοί δημόσιων οργανισμών κοινωνικής πρόνοιας (Ιδρύματα Βρεφονηπιακών Σταθμών Αθήνας, Θεσσαλονίκης, Λάρισας,, Π.Ι.Κ.Π.Α., Εθνικός Οργανισμός Πρόνοιας, Κέντρο βρεφών «Μητέρα»). Οι δήμοι και οι κοινότητες ήταν υποχρεωμένοι να συστήσουν δημοτικά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (ΝΠΔΔ) για τους σταθμούς που τους μεταβιβαζόντουσαν από το Υπουργείο ή τους παραπάνω οργανισμούς.
Μέσω των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων των Β΄ και Γ΄ Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης (περιφερειακών και τομεακών) δημιουργήθηκαν από τις επιχειρήσεις των ΟΤΑ (αποκλειστικοί δικαιούχοι) σταθμοί βρεφικοί, βρεφονηπιακοί, παιδικοί και βρεφονηπιακοί ολοκληρωμένης φροντίδας (με τμήμα νηπίων ΑμεΑ). Οι σταθμοί αυτοί αδειοδοτήθηκαν με βάση τρεις υπουργικές αποφάσεις του 1997 (Β΄ Κ.Π.Σ.) και του 2002 (Γ΄Κ.Π.Σ.).
Το 2008 η ΕΕΤΑΑ εκπόνησε, με χρηματοδότηση του ΥΠ.ΕΣ. και της ΚΕΔΚΕ, μελέτη απογραφής των παιδικών σταθμών των ΟΤΑ. Προέκυψε ότι μεταβιβάστηκαν από το κράτος και δημόσιους οργανισμούς 1.400 σταθμοί ( Κρατικοί σταθμοί 1.245, σταθμοί δημόσιων οργανισμών 155, σύνολο 1.400.), 218 δημιουργήθηκαν από επιχειρήσεις ΟΤΑ στο πλαίσιο των δύο Κ.Π.Σ. και 133 είχαν δημιουργηθεί από τους ίδιους τους Δήμους (κυρίως Αθήνας και Θεσσαλονίκης). Συγκεντρωτικά το 2008 καταγράφηκαν 1.751 παιδικοί σταθμοί σε 653 ΟΤΑ και οι περισσότεροι (1.491) ήταν ενταγμένοι σε δημοτικά ΝΠΔΔ και ιδρύματα.
Από τους 1034 ΟΤΑ που είχαν συσταθεί με το πρόγραμμα «Ι. Καποδίστριας», μόνο οι 653 λειτουργούσαν παιδικούς σταθμούς (63%). Το υπόλοιπο 27% δεν διέθετε παιδικούς σταθμούς.
Κατά τη διάρκεια του 2011, με βάση τις ρυθμίσεις του Ν. 3852/10 (Καλλικράτης), οι νέοι Δήμοι προχώρησαν σε συγχωνεύσεις / καταργήσεις των νομικών τους προσώπων δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου. Σε ότι αφορά τους δημοτικούς παιδικούς σταθμούς, οι περισσότεροι έχουν ενταχθεί πλέον σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, πολλοί λειτουργούν ως δημοτικές υπηρεσίες και ορισμένοι έχουν παραμείνει σε δημοτικές επιχειρήσεις. Με τη συγκέντρωση των σταθμών σε ένα ΝΠΔΔ ή δημοτική υπηρεσία παρατηρείται ότι έχει διευρυνθεί σημαντικά το αντικείμενο τους, κυρίως στους μεγάλους και μεσαίους Δήμους: πολλοί σταθμοί (εκτιμάται ότι πάνω από 50 Δήμοι διαθέτουν από 15 έως 20 σταθμούς και ορισμένοι περισσότερους), μεγάλοι αριθμοί παιδαγωγικού και λοιπού προσωπικού, αυξημένοι προϋπολογισμοί κ.α.

ΑΔΕΙΕΣ ΙΔΡΥΣΗΣ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
Για να λειτουργήσει ένα παιδικός / βρεφονηπιακός σταθμός απαιτείται μετά το 2000, με κανονιστικές πράξεις, η χορήγηση άδειας ίδρυσης και λειτουργίας. Οι υπάρχουσες ρυθμίσεις αφορούν τους παιδικούς σταθμούς των επιχειρήσεων των ΟΤΑ και του ιδιωτικού τομέα, ενώ για τους δημοτικούς εμφανίζεται «νομοθετικό κενό», γεγονός που δημιουργεί προβλήματα στα δημοτικά ΝΠΔΔ / ιδρύματα που λειτουργούν ανάλογους σταθμούς. Το σχετικό θεσμικό πλαίσιο έχει ως εξής:
  • Το βασικό κείμενο που ισχύει είναι η Υ.Α. Π1β/ΓΠ/οικ.116847/02 (ΦΕΚ 1519 Β΄, 4/12/02) «Προϋποθέσεις ίδρυσης και λειτουργίας βρεφονηπιακών σταθμών ολοκληρωμένης φροντίδας από δημοτικές επιχειρήσεις του άρθρου 277 και επόμενα του Κ.Δ.Κ., διαδημοτικές επιχειρήσεις, ενώσεις δημοτικών επιχειρήσεων και φορείς ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα». Με βάση αυτή την Υ.Α., αδειοδοτήθηκαν οι παιδικοί σταθμοί των επιχειρήσεων των ΟΤΑ που χρηματοδοτήθηκαν από το Γ΄ Κ.Π.Σ.
  •   Οι σταθμοί που χρηματοδοτήθηκαν από το Β΄ Κ.Π.Σ., αδειοδοτήθηκαν βάσει της Υ.Α. Π2β/οικ.2808/97 (ΦΕΚ 645 Β΄, 31/7/97) «Προϋποθέσεις ίδρυσης και λειτουργίας μονάδων φροντίδας, προσχολικής αγωγής και διαπαιδαγώγησης (βρεφικών, παιδικών, βρεφονηπιακών σταθμών, μονάδων φύλαξης βρεφών και νηπίων) από φορείς ιδιωτικού δικαίου, κερδοσκοπικού και μη χαρακτήρα».
  •   Στο παρελθόν είχαν εκδοθεί επίσης οι Γ2β/οικ.1570/99, (ΦΕΚ 749 Β΄, 19/05/99) και Π1β/οικ. 4014/2000, (ΦΕΚ 1316 Β΄, 31/10/2000) «Προϋποθέσεις ίδρυσης και λειτουργίας μονάδων προσχολικής αγωγής από φορείς ιδιωτικού δικαίου κερδοσκοπικού ή μη χαρακτήρα», που δεν αφορούσαν όμως τους δημοτικούς παιδικούς σταθμούς.

Η κατασκευή παιδικών σταθμών πριν το 1997 (κρατικοί, δημόσιων οργανισμών, δημοτικοί, ιδιωτών) ακολουθούσε τις ρυθμίσεις της απόφασης του Υπουργού Υγείας - Πρόνοιας, ΔΤΥ β΄, οικ. 4234, 1616/8-12-1983 «Τεύχος προδιαγραφών κτιρίων που στεγάζουν παιδικούς σταθμούς», η οποία δεν έχει καταργηθεί τυπικά και δεν έχει αποσαφηνιστεί μέχρι σήμερα, η σχέση της με τις προηγούμενες Υ.Α.
Οι υπηρεσίες των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων και μετά των Περιφερειών ήταν αρμόδιες να χορηγούν τις παραπάνω άδειες.

Αδειοδότηση δημοτικών παιδικών σταθμών: 10 χρόνια παρατάσεις με νομοθετικές ρυθμίσεις (2007 - 2017) !!!

ΡΥΘΜΙΣΗ Νο 1
Στο Ν. 3613/07 (ΦΕΚ 263Α΄), στο άρθρο 24, παρ. 10 προβλεπότανε: «Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Υγείας - Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζονται οι τεχνικές προδιαγραφές και οι ειδικοί όροι καταλληλότητας των χώρων που λειτουργούν ως παιδικοί και βρεφονηπιακοί σταθμοί των Δήμων και Κοινοτήτων με τη μορφή των ΝΠΔΔ». Η απόφαση αυτή δεν εκδόθηκε ποτέ !!

ΡΥΘΜΙΣΗ Νο 2
Στο Ν. 3801/09 (ΦΕΚ 163 Α), άρθρο 41, παρ. 4, 5, 6 προστέθηκαν οι εξής διατάξεις με τις οποίες επαναρυθμίστηκαν οι σχετικές διαδικασίες:
«4. Με απόφαση του ΥΠ.ΕΣ., η οποία εκδίδεται ύστερα από γνώμη της ΚΕΔΚΕ, της ΠΟΕ-ΟΤΑ και ΠΟΠ-ΟΤΑ και δημοσιεύεται στην Ε.τ.Κ., καθορίζονται οι γενικοί όροι λειτουργίας των παιδικών / βρεφονηπιακών σταθμών των Δήμων, ανεξάρτητα από τη νομική τους μορφή. Κάθε παιδικός / βρεφονηπιακός σταθμός των Δήμων καταρτίζει τον κανονισμό λειτουργίας του σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω απόφαση.
6.α. Ως την έκδοση της άδειας ίδρυσης και λειτουργίας των παιδικών και βρεφονηπιακών σταθμών που λειτουργούν ως ΝΠΔΔ των δήμων και πάντως όχι πέραν της 31.12.11, θέση άδειας ίδρυσης και λειτουργίας υπέχει η συστατική τους πράξη.
β. Ως τη σύνταξη των νέων κανονισμών λειτουργίας που προβλέπονται στην προηγούμενη παράγραφο, τα νομικά αυτά πρόσωπα των Δήμων και Κοινοτήτων εξακολουθούν να λειτουργούν σύμφωνα με τους υφιστάμενους κανονισμούς λειτουργίας τους» .
 ( Το 2002 δημοσιεύτηκε η Κ.Υ.Α. 16065, ΦΕΚ 497 Β΄, 22/04/2002 «Πρότυπος κανονισμός λειτουργίας δημοτικών και κοινοτικών ΝΠΔΔ παιδικών και βρεφονηπιακών σταθμών». Σε αυτό τον κανονισμό αναφέρεται το σχετικό άρθρο.)

ΡΥΘΜΙΣΗ Νο 3
Με βάση το άρθρο 94 του Ν. 3852/10 «Καλλικράτης», μεταφέρθηκαν στους δήμους οι εξής δύο σχετικές αρμοδιότητες:
1.  Η άσκηση ελέγχου και εποπτείας στα ιδρύματα παιδικής προστασίας ιδιωτικού δικαίου (ιδιωτικοί παιδικοί σταθμοί) και η ευθύνη λειτουργίας των παιδικών εξοχών.
2. Η χορήγηση άδειας ίδρυσης και λειτουργίας δημοτικών και ιδιωτικών παιδικών ή βρεφονηπιακών σταθμών.

ΡΥΘΜΙΣΗ Νο 4:
Στο N. 4018/11 (ΦΕΚ 215 Α΄), άρθρο 9, παρ. 2, η προηγούμενη παράγραφος 6α αντικαταστάθηκε ως εξής:
6α. Έως την έκδοση της άδειας ίδρυσης και λειτουργίας των παιδικών και βρεφονηπιακών σταθμών που λειτουργούν ως ΝΠΔΔ των δήμων ή μεταφέρθηκαν στους δήμους και πάντως όχι πέραν της 31.12.13, θέση άδειας ίδρυσης και λειτουργίας υπέχει η συστατική τους πράξη. Εντός της ιδίας περιόδου είναι δυνατή η συνέχιση της λειτουργίας παιδικού ή βρεφονηπιακού σταθμού από δήμο μετά την κατάργηση του οικείου ΝΠΔΔ.
β. Οι ρυθμίσεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του παρόντος εφαρμόζονται ανάλογα και επί παιδικών, βρεφικών και βρεφονηπιακών σταθμών που λειτουργούν στο πλαίσιο επιχείρησης ΟΤΑ και η λειτουργία τους μεταφέρεται σε υπηρεσία του δήμου ή σε ΝΠΔΔ αυτού.
Με τη διάταξη αυτή λήφθηκαν υπ΄όψιν οι ανακατάξεις των παιδικών σταθμών σε  δημοτικές υπηρεσίες και δημοτικά ΝΠΔΔ / Ιδρύματα, που επήλθαν λόγω των ρυθμίσεων του Ν. 3852/10 (συγχωνεύσεις / καταργήσεις νομικών προσώπων και επιχειρήσεων των δήμων).

ΡΥΘΜΙΣΗ Νο 5
Στο N. 4071/12 (ΦΕΚ 85 Α΄), άρθρο 19, παρ. 14, προβλέφθηκαν τα εξής: «Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Υγείας & Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ύστερα από γνώμη της ΚΕΔΕ, καθορίζονται οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση άδειας ίδρυσης και λειτουργίας των παιδικών και βρεφονηπιακών σταθμών που λειτουργούν ως ΝΠΔΔ των δήμων ή ως υπηρεσία των δήμων, οι τεχνικές προδιαγραφές και ειδικοί όροι καταλληλότητάς τους, η διαδικασία ελέγχου τους, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου η παρ. 10 του άρθρου 24 του ν.3613/07 καταργείται.» (προστέθηκαν νέα εδάφια, βλέπε παρακάτω).

ΡΥΘΜΙΣΗ Νο 6
Στο Ν. 4147, ΦΕΚ 98 Α΄, 26/04/13, άρθρο 13 «Ρυθμίσεις για τους δημοτικούς παιδικούς βρεφονηπιακούς σταθμούς» τροποποιούνται οι παραπάνω ρυθμίσεις ως εξής:
«1. H περίπτωση α΄ της παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 4018/11 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«6α. Έως την έκδοση της άδειας ίδρυσης και λειτουργίας των παιδικών και των βρεφονηπιακών σταθμών που λειτουργούν ως ΝΠΔΔ των δήμων ή μεταφέρθηκαν στους δήμους, ή συστήνονται εντός ΝΠΔΔ του δήμου ή ως υπηρεσία του δήμου και πάντως όχι πέραν της 31ης Δεκεμβρίου 2014, θέση άδειας ίδρυσης και λειτουργίας επέχει η συστατική τους πράξη ή ο οργανισμός εσωτερικής υπηρεσίας του δήμου, εφόσον πρόκειται για υπηρεσία. Εντός της ίδιας περιόδου είναι δυνατή η συνέχιση της λειτουργίας παιδικού ή βρεφονηπιακού σταθμού από δήμο μετά την κατάργηση του οικείου ΝΠΔΔ».
2. Στο τέλος της παρ.14 του άρθρου 19 του ν. 4071/12 προστίθενται νέα εδάφια ως εξής:
«Με απόφαση των δημοτικών συμβουλίων, καθορίζεται ο κανονισμός λειτουργίας των δημοτικών παιδικών και βρεφονηπιακών σταθμών, με βάση πρότυπο κανονισμό λειτουργίας, ο οποίος εκδίδεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, ύστερα από γνώμη της ΚΕΔΕ, της ΠΟΕ-ΟΤΑ και της ΠΟΠ-ΟΤΑ και δημοσιεύεται στην Ε.τ.Κ. Μέχρι τη σύνταξη νέων κανονισμών λειτουργίας, οι δημοτικοί παιδικοί και βρεφονηπιακοί σταθμοί εξακολουθούν να λειτουργούν με τους υφιστάμενους κανονισμούς.
Οι διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 12 του ν. 2880/01, καθώς και της παρ. 4 του άρθρου 41 του ν. 3801/09, καταργούνται».

ΡΥΘΜΙΣΗ Νο 7
Στο Ν. 4315/2014, ΦΕΚ 269 Α’, 24-12-2014 «Πράξεις εισφοράς σε γη και σε χρήμα- Ρυμοτομικές απαλλοτριώσεις και άλλες διατάξεις» και συγκεκριμένα στο άρθρο 44, παρατάθηκε η σχετική προθεσμία μέχρι την 31/12/2015 (βλέπε εγκύκλιο ΥΠ.ΕΣ. με Α.Π. 1552, 13/01/2015).

ΡΥΘΜΙΣΗ Νο 8
Στο Ν. 4369/2016, ΦΕΚ 33 Α΄, «Εθνικό Μητρώο Επιτελικών Στελεχών της Δημόσιας Διοίκησης …………………..» και συγκεκριμένα στο άρθρο 43, παρατάθηκε η σχετική προθεσμία μέχρι την 31/12/2016 (βλέπε εγκύκλιο ΥΠ.ΕΣ. με Α.Π. 6674, 02/03/2016).

Συνεπώς εκκρεμούν, για δέκα ολόκληρα χρόνια, δύο Κ.Υ.Α., η πρώτη αφορά τις άδειες ίδρυσης και λειτουργίας των δημοτικών παιδικών σταθμών και η δεύτερη τον κανονισμό λειτουργίας τους. Εκκρεμεί επίσης η έκδοση Υ.Α. για το παιδαγωγικό πρόγραμμα των δημοτικών παιδικών σταθμών.




Διαδικασίες αδειοδότησης
Με βάση την τελευταία ρύθμιση, οι Β.Ν.Π.Σ. που λειτουργούν ως Ν.Π.Δ.Δ./ ιδρύματα / δημοτικές υπηρεσίες των Δήμων, θεωρείται ότι διαθέτουν μέχρι την 31/12/16 άδεια ίδρυσης και λειτουργίας, με βάση την συστατική τους πράξη.
Επιπλέον με βάση το άρθρο 94 του ν. 3852/10, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, η αρμοδιότητα της χορήγησης αδειών ίδρυσης και λειτουργίας δημοτικών και ιδιωτικών Β.Ν.Π.Σ. μεταφέρθηκε στους Δήμους από τις Περιφέρειες την 01/07/2011.
Χωρίς όμως να έχει εκδοθεί Υ.Α. ανάλογη με τις Υ.Α. που προαναφέρθηκαν, η σχετική αρμοδιότητα δεν μπορεί να ασκηθεί. Εκκρεμεί επίσης η έκδοση των Υ.Α. για τους γενικούς όρους λειτουργίας των σταθμών και για το παιδαγωγικό πρόγραμμα που θα εφαρμόζουν.
Το 2005, το Δ.Σ. της Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., ενέκρινε πρόταση της Επιτροπής Κοινωνικής Πολιτικής σχετικά με τον Πρότυπο Κανονισμό Λειτουργίας των Παιδικών και Βρεφονηπιακών Σταθμών. Ο κανονισμός αυτός ήταν αποτέλεσμα συνεργασίας της Επιτροπής, στελεχών της Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., της Ε.Ε.Τ.Α.Α. και του Πανελλήνιου Συλλόγου Βρεφοκόμων Τ.Ε.Ι. Οι βασικοί άξονες του κανονισμού αυτού ήταν, το παιδαγωγικό πρόγραμμα, οι κτιριακές υποδομές, η ασφάλεια - υγιεινή και το προσωπικό. Ο πρότυπος αυτός κανονισμός, δεν υιοθετήθηκε και παράμεινε ανενεργός.
Επίσης το 2009 εκπονήθηκε από το Ε.Κ.Π.Α. (ΤΕΑΠΗ) παιδαγωγικό πρόγραμμα για τους παιδικούς σταθμούς (ενδιάμεση έκθεση), το οποίο όπως παρέμεινε ανολοκλήρωτο ως περιεχόμενο και διαδικασία.
Προβλήματα αδειοδότησης
Αυτή η μπερδεμένη κατάσταση δημιουργήθηκε γιατί πολλοί - όχι όλοι - κρατικοί παιδικοί σταθμοί, καθώς και σταθμοί των δημόσιων οργανισμών, ήταν εκτός προδιαγραφών των Κ.Υ.Α. που εκδόθηκαν μετά το 2000, κυρίως σε ότι αφορά τις κτιριακές προδιαγραφές (έκταση, ελεύθεροι χώροι, κ.α.).
Είναι γεγονός ότι ειδικά σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και σε πολλές πρωτεύουσες νομών οι παλιοί παιδικοί σταθμοί δεν πληρούσαν τις απαραίτητες προδιαγραφές για ουσιαστική φροντίδα και αγωγή των βρεφών και νηπίων. Το μεγάλο κόστος γης στις αστικές περιοχές, η έλλειψη οικοπέδων, η αξιοποίηση ακατάλληλων εγκαταστάσεων για λόγους κόστους ήταν οι βασικοί λόγοι που οδήγησαν στην κατάσταση αυτή.
Αυτό όμως αποτελεί ένα κλασσικό πρόβλημα της ελληνικής πραγματικότητας σε οποιοδήποτε εκσυγχρονισμό της νομοθεσίας που αφορά την αδειοδότηση επαγγελματικών δραστηριοτήτων και έχει αντιμετωπιστεί με δύο τρόπους. Είτε οι υπάρχουσες επαγγελματικές εγκαταστάσεις, εφόσον έχουν τηρήσει την πολεοδομική νομοθεσία, θεωρούνται ότι διαθέτουν άδειες ίδρυσης και λειτουργίας, δηλαδή λειτουργούν νόμιμα, είτε δίνονται μεταβατικές περίοδοι για να προσαρμοστούν, οι οποίες συνήθως υπόκεινται σε πολλές παρατάσεις.
Το Υπουργείο Εσωτερικών επέλεξε, χωρίς να έχει πλήρη γνώση της πραγματικότητας, την δεύτερη λύση. Δεν έκδοσε όμως εγκαιρα την κανονιστική πράξη (Κ.Υ.Α.) με τις τεχνικές προδιαγραφές, τους όρους καταλληλότητας κ.λπ., οπότε οι αλλεπάλληλες παρατάσεις δεν έλυναν κανένα πρόβλημα, απλά το μετέθεταν στο μέλλον.
Η δεύτερη λύση (μεταβατική περίοδος και προσαρμογή) προϋπέθετε κάτι πολύ πιο ουσιαστικό. Το Υπουργείο Εσωτερικών, ως επιβλέπων φορέας και η ΚΕΔΕ ως φορέας άσκησης συγκεκριμένης αρμοδιότητας θα συνδιαμόρφωναν μία πολιτική για την προσχολική αγωγή, ένας από τους άξονες της οποίας θα ήταν το στεγαστικό πρόβλημα των παιδικών σταθμών.
Γιατί ας είμαστε ειλικρινείς: το πρόβλημα της προσχολικής αγωγής στην χώρα μας δεν είναι αν κάποιοι παιδικοί σταθμοί είναι εκτός των νέων προδιαγραφών, αλλά το ότι έχουμε λίγους παιδικούς σταθμούς, που αδυνατούν να καλύψουν την υπάρχουσα ζήτηση, η οποία έχει αυξηθεί με την κοινωνικοοικονομική κρίση. Οι υπάρχουσες θέσεις, ακόμα και αν προσμετρηθούν οι ιδιωτικοί παιδικοί σταθμοί, δεν μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες, ειδικά δε στους βρεφικούς σταθμούς οι ελλείψεις είναι τραγικές.
Ενώ το Υπουργείο Παιδείας, μέσω του Γ΄ Κ.Π.Σ. και του ΕΣΠΑ, χρηματοδότησε και κατασκεύασε ένα πολύ μεγάλο αριθμό νηπιαγωγείων και προώθησε σε ικανοποιητικό βαθμό την πανελλαδική κάλυψη της υποχρεωτικής προσχολικής εκπαίδευσης, το Υπουργείο Εσωτερικών ούτε καν διεκδίκησε ένα τμήμα της χρηματοδότησης αυτής και οι δήμοι περιορίστηκαν στην χρηματοδότηση 10 - 15 παιδικών σταθμών από τα Περιφερειακά Επιχειρησιακά Προγράμματα για κάθε προγραμματική περιόδο.
Αν μάλιστα η σχετική Κ.Υ.Α. είχε εκδοθεί στην ώρα της και κάποιοι παιδικοί σταθμοί δεν πληρούσαν τις νέες προδιαγραφές που έβαζε, θα έπρεπε οι αντίστοιχοι δήμοι να χρηματοδοτηθούν κατά προτεραιότητα για να τους αντικαταστήσουν.
Το πρόβλημα οξύνθηκε το καλοκαίρι του 2014, όταν ο Πανελλήνιος Σύλλογος Ιδιωτικών Παιδικών Σταθμών (ΠΑΣΙΠΣ) κατέθεσε καταγγελία στην Ελληνική Αστυνομία και ζητούσε τον έλεγχο όλων των παιδικών σταθμών που δεν έχουν άδεια ίδρυσης και λειτουργίας. Στη συνέχεια άρχισαν να σταματούν περιπολικά της αστυνομίας έξω από δημοτικούς παιδικούς σταθμούς και με τη γνωστή διακριτικότητα που διακρίνει το ένστολο προσωπικό, άρχισαν να ζητούν άδειες λειτουργίας, καταστάσεις νόμιμης απασχόλησης προσωπικού κ.α. Ορισμένες προϊστάμενες παιδικών σταθμών αρνήθηκαν να τους επιτρέψουν την είσοδο και τους παρέπεμπαν στην διοικητική υπηρεσία που τηρεί τα σχετκά στοιχεία. Επίσης πολλοί αιρετοί, Πρόεδροι δημοτικών νομικών προσώπων προσχολικής αγωγής ή αρμόδιοι Αντιδήμαρχοι, επικοινωνούσαν ξαφνιασμένοι με τους Διοικητές των αστυνομικών τμημάτων για να καταλάβουν την αιτιολογία των ξαφνικών ελέγχων και να προσκομίσουν τις διατάξεις των νόμων που έδιναν τις παρατάσεις στην αδειοδότηση των σταθμών. Αφήνουμε βέβαια το ουσιαστικό πρόβλημα της εμφάνισης ένστολων και οπλισμένων αστυνομικών να τριγυρνούν σε αίθουσες παιδικών σταθμών, να ελέγχουν προϊστάμενες και παιδαγωγούς μπροστά σε μικρά παιδιά και να απαιτούν να σταματήσει κάθε δραστηριότητα για να διεξαχθεί ο έλεγχος.
Αφήνοντας πέρα τα κίνητρα του ΠΑΣΙΠΣ, αλλά και κατά πόσον μία τέτοια καταγγελία μπορεί να στραφεί εναντίον των μελών του, αφού είναι βέβαιο ότι αρκετοί ιδιωτικοί σταθμοί είναι και αυτοί εκτός προδιαγραφών, αν ξεκινήσουν μάλιστα αυστηροί και συστηματικοί έλεγχοι από τους Δήμους που είναι πλέον αρμόδιοι για τον έλεγχο των παιδικών σταθμών και από τις διευθύνσεις Υγιεινής των Περιφερειών, είναι βέβαιο ότι θα πέσουν πολλά πρόστιμα.
Τέλος με την Υ.Α. Δ22/οικ. 11828/293, ΦΕΚ 1157, 04/04/2017 «Καθορισμός προϋποθέσεων για άδεια ίδρυσης και λειτουργίας Μονάδων Φροντίδας, Προσχολικής Αγωγής και Διαπαιδαγώγησης (Βρεφικών - Παιδικών - Βρεφονηπιακών Σταθμών, Μονάδων Απασχόλησης βρεφών και νηπίων) από φορείς ιδιωτικού δικαίου, κερδοσκοπικού και μη χαρακτήρα» εκσυγχρονίστηκε το καθεστώς αδειοδότησης που διέπει τους ιδιωτικούς παιδικούς σταθμούς.

ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗ, ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
Η μεταφορά των κρατικών και γενικά δημόσιων παιδικών σταθμών στους Δήμους, αποτέλεσε την μεγαλύτερη μεταφορά κρατικής αρμοδιότητας στην τοπική αυτοδιοίκηση (αριθμός σταθμών, προσωπικό, ακίνητα - εγκαταστάσεις, ύψος δαπανών κ.α.). Πέρα από τα προβλήματα της χρηματοδότησης που εξομαλύνθηκαν σιγά - σιγά, ανέκυψε το ουσιαστικό πρόβλημα της συγκρότησης δημόσιας πολιτικής στον τομέα αυτό και της άσκησης της σε αποκεντρωμένο επίπεδο από τους Δήμους.
Η δημόσια προσχολική αγωγή και φροντίδα στην Ελλάδα ήταν χρόνια ελλειμματική όσον αφορά τον αριθμό των βρεφών και νηπίων που θα μπορούσαν να φιλοξενηθούν, αλλά και προβληματική στο περιεχόμενο της, αφού εφάρμοζε ένα ξεπερασμένο φιλανθρωπικό - προνοιακό πρότυπο φύλαξης. Η κατάσταση αυτή είχε ως αποτέλεσμα μετά το 1980 τη δημιουργία πολλών ιδιωτικών σταθμών, που πάλι δεν μπορουσαν να καλύψουν την αυξανόμενη ζήτηση, οι περισσότεροι από τους οποίους λειτουργούσαν με χαμηλές ποιοτικές προδιαγραφές.
Η μεταφορά της στην πρωτοβάθμια τοπική αυτοδιοίκηση απετέλεσε μία πρώτης τάξεων ευκαιρία, αφενός μεν να πολλαπλασιαστούν οι προσφερόμενες υπηρεσίες στις οικογένειες και τα παιδιά, αφού κάθε παιδικός σταθμός έχει πάντοτε δύο αποδέκτες, τον άμεσο που είναι το παιδί και τον έμμεσο που αφορά την οικογένειά του, αφετέρου δε για να αναβαθμιστεί το περιεχόμενο της.
Η ευκαιρία αυτή αξιοποιήθηκε μερικά, αφού η αύξηση του αριθμού των σταθμών ουσιαστικά υλοποιήθηκε μέσω των χρηματοδοτήσεων των δύο Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης και του ΕΣΠΑ, ενώ η αναβάθμιση του περιεχομένου της αφέθηκε στο παιδαγωγικό προσωπικό, μέσω της εκπαίδευσης που παρείχαν τα ΤΕΙ βρεφονηπιοκόμων. Φυσικά υλοποιήθηκαν πολλές προσπάθειες και πρωτοβουλίες με καινοτομικό παιδαγωγικό περιεχόμενο, αλλά δεν συγκροτήθηκε μία αναβαθμισμένη πολιτική για την προσχολική αγωγή και φροντίδα
Από τότε που οι Δήμοι αποτέλεσαν τον κύριο φορέα σύστασης και λειτουργίας παιδικών σταθμών, διαπιστώθηκε ότι δεν πρέπει να μιλάμε πλέον για παιδικούς σταθμούς, αλλά για προσχολική αγωγή, που αποτελεί τον πρώτο θεσμό εκπαίδευσης και κοινωνικοποίησης των αυριανών πολιτών. Η χρήση διαφορετικής ορολογίας συνεπάγεται μια άλλη προσέγγιση τόσο στο υποκείμενο (παιδιά αλλά και οικογένειες), όσο και στο αντικείμενο, ποσότητα (αριθμός παιδικών σταθμών) και ποιότητα (παιδαγωγικό πρόγραμμα και κατάλληλο προσωπικό). Πολύ απλά αφορά την συγκρότηση και εφαρμογή μιας πολιτικής για την προσχολική αγωγή, που μάλλον δεν έχουν φανταστεί.



Η Απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τους Συμβασιούχους

ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΣΤΟ "ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ"

Δημοσιεύτηκε η πολυσυζητημένη το Πρακτικό της 9ης Γενικής Συνέλευσης της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου της 10ης Μαίου 2017 για τους Συμβασιούχους. Πρόκειται για την πολυσυζητημένη Απόφαση που απασχολεί τους Δήμους, τους εργαζομένους με συμβάσεις ορισμένου χρόνου σε αυτούς καθώς και γενικότερα δοκιμάζει τις σχέσεις Κυβέρνησης και Αυτοδιοίκησης. Εισηγήτρια ήταν η Σύμβουλος κ. Μαρία Αθανασοπούλου ενώ στην ίδια κατεύθυνση ήταν και η εισήγηση του Γενικού Επιτρόπου κ. Μιχαήλ Ζυμή
Σύμφωνα με την Απόφαση γίνεται ομοφώνως αποδεκτό ότι:
«…η αυτοδίκαιη παράταση, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 16 του ν. 4429/2016, των συμβάσεων εργασίας ιδιωτικού δικαίου οκτάμηνης διάρκειας του άρθρου 205  του ΚΚΔΚΥ, για την κάλυψη των αναγκών των Ο.Τ.Α. στον τομέα της καθαριότητας, αντιβαίνει στις διατάξεις του άρθρου 103 παρ. 7 εδ. α΄ και 8 εδ. α΄ και β΄ του Συντάγματος, διότι οδηγεί στην κάλυψη των αναγκών αυτών με προσωπικό προσλαμβανόμενο εξαιρετικά, χωρίς οποιαδήποτε διαδικασία επιλογής ή διαγωνισμού, κατά παρέκκλιση των προμνησθεισών συνταγματικών αρχών της αξιοκρατίας, της διαφάνειας και της ισότητας, που διασφαλίζονται με τους όρους του άρθρου αυτού (103 Σ/τος). Οι συμβάσεις αυτές έχουν συναφθεί σε συνάρτηση αποκλειστικά και μόνο προς το αντικείμενο εργασίας, ήτοι την καθαριότητα, που το προσωπικό αυτό εκτελεί, ενώ οι ανάγκες τις οποίες αυτές καλύπτουν δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έχουν χαρακτήρα πρόσκαιρο, εποχικό ή περιοδικό. Περαιτέρω, αποσυνδεόμενες από την κάλυψη εποχιακών και πρόσκαιρων αναγκών, ενώ οι σχετικές τους δαπάνες εκτελούνται σε βάρος όχι μόνο των εσόδων των ανταποδοτικών τελών καθαριότητας αλλά και των κάθε είδους εσόδων των Ο.Τ.Α. α’ βαθμού, οι συγκεκριμένες προσλήψεις διενεργούνται κατά παράβαση των ρυθμίσεων της 33/2006 Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου «Αναστολή διορισμών και προσλήψεων στο Δημόσιο Τομέα» (Α΄ 280, όπως η ισχύς της παρατάθηκε διαδοχικά με τελευταία, κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, παράταση έως 31.12.2016 με την 51/30.12.2015 Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου), σύμφωνα με την οποία αναστέλλεται η πρόσληψη του πάσης φύσεως προσωπικού των Ο.Τ.Α., εξαιρουμένου ρητά (άρθρο 4 παρ. 1 περ. κγ΄ της ως άνω ΠΥΣ, όπως προστέθηκε με το άρθρο 8 του ν. 4325/2015, Α΄ 47) μόνον του προσωπικού που προσλαμβάνεται για την αντιμετώπιση εποχικών αναγκών ή άλλων περιοδικών και πρόσκαιρων αναγκών.
Α. ΙΙ.3. Περαιτέρω, η διάταξη του άρθρου 16 του ν. 4429/2016 έρχεται σε αντίθεση και με τις διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας, (Οδηγία 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου της 28.6.1999, όπως ενσωματώθηκε στο εθνικό δίκαιο με το π.δ.164/2004), διότι επέρχεται ανεπίτρεπτη, κατά το άρθρο 5 του π.δ. 164/2004, διαδοχικότητα συμβάσεων που καταρτίζονται και εκτελούνται μεταξύ του ίδιου εργοδότη και του ίδιου εργαζόμενου, με την ίδια ειδικότητα και με τους ίδιους όρους εργασίας, η οποία είναι δυνατή κατ' εξαίρεση, μόνον εφόσον δικαιολογείται από αντικειμενικούς λόγους, οι οποίοι απαιτείται να εξειδικεύονται κατά περίπτωση (βλ. σκέψ. Α.Ι.2.1.)…..»
Ως προς την θεώρηση των χρηματικών ενταλμάτων η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου αποφαίνεται κατά πλειοψηφία ότι : «Με τη ρύθμιση του άρθρου 25 του ν. 4456/2017 επιχειρείται η νομιμοποίηση τόσο των διενεργηθεισών με τη διαδικασία αυτή δαπανών καθαριότητας, μεταξύ άλλων και των υπηρεσιών των Ο.Τ.Α., όσο και εκείνων που πρόκειται να διενεργηθούν έως τις 31.12.2017. Προβλέπεται δε η κατά προτεραιότητα εκκαθάριση των αντίστοιχων δαπανών από τα έσοδα των ανταποδοτικών τελών καθαριότητας και, αν αυτά δεν επαρκούν, από τα κάθε είδους έσοδα των Ο.Τ.Α., γενικά και μη προοριζόμενα για την κάλυψη των δαπανών αυτών. Επομένως, τίθεται κατά παράβαση των προεκτεθέντων εθνικών και κοινοτικών κανόνων δικαίου. Ειδικότερα, α. Με τη διάταξη αυτή παραβιάζεται ο συνταγματικά κατοχυρωμένος στο άρθρο 98 παρ. 1 εδ. α' του Συντάγματος προληπτικός έλεγχος, διότι με αυτήν σκοπείται η αποφυγή των συνεπειών που συνεπάγεται η άσκηση του ελέγχου αυτού, η οποία καταλήγει στη μη θεώρηση των χρηματικών ενταλμάτων, με τα οποία εντέλλονται μη νόμιμες δαπάνες………………
β. Η διάταξη αυτή έρχεται ευθέως σε αντίθεση προς εκείνες του άρθρου 7 του π.δ. 164/2004, καθώς, κατά το μέρος με το οποίο επιδιώκεται καταβολή των ήδη δεδουλευμένων αποδοχών των εργαζομένων, αν και οι ρυθμίσεις της συμπίπτουν κατ’ αποτέλεσμα με τα ορισθέντα στην παράγραφο 2 αυτού, εντούτοις, δεν επάγονται των λοιπών συνεπειών του ως άνω άρθρου, που είναι, σύμφωνα με την παράγραφο 1, εκείνες της αυτοδίκαιης ακυρότητας των συναφθεισών (κατά παράβαση των άρθρων 5 και 6 του ιδίου π.δ/τος) συμβάσεων…………….Πολλώ δε μάλλον, είναι ανεπίτρεπτη από τις ως άνω διατάξεις η συνέχιση της απασχόλησης των εργαζομένων βάσει των άκυρων συμβάσεων, κατά παραβίαση της συνταγματικώς επιτρεπόμενης (άρθρο 103 παρ. 8 εδ. α΄) εξαιρετικής διαδικασίας προσλήψεων βάσει του άρθρου 205 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων, και η καταβολή των αποδοχών τους για το μέλλον.
Τέλος, επισημαίνεται ότι η ρύθμιση της ανωτέρω διάταξης που αφορά στην πληρωμή των σχετικών με τις προμνησθείσες συμβάσεις δαπανών από τα κάθε είδους έσοδα των Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού (πέραν των εσόδων από τα ανταποδοτικά τέλη καθαριότητας) οδηγεί σε τυχόν ανατροπή των ήδη καταρτισμένων προϋπολογισμών των εν λόγω Ο.Τ.Α. και ενδεχομένως τίθεται  θέμα αντίθεσης της διάταξης αυτής και προς τις διατάξεις του άρθρου 102 του Συντάγματος»
Στο Β΄σκέλος της Απόφασης που αφορά τη θεώρηση των χρηματικών ενταλμάτων και την νομιμότητα της καταβολής των δεδουλευμένων στους συμβασιούχους μειοψήφησαν οι : η Πρόεδρος Ανδρονίκη Θεοτοκάτου, οι Αντιπρόεδροι Ιωάννης Σαρμάς, Σωτηρία Ντούνη, Μαρία Βλαχάκη και Γεωργία Μαραγκού και οι Σύμβουλοι Ελένη Λυκεσά, Ευαγγελία - Ελισάβετ Koυλουμπίνη, Αγγελική Μυλωνά, Βασιλική Σοφιανού, Αγγελική Πανουτσακοπούλου, Δέσποινα Τζούμα, Ευφροσύνη Παπαθεοδώρου, Αργυρώ Μαυρομμάτη και Γεωργία Παπαναγοπούλου, διατυπώνοντας διαφορετικά επιχειρήματα ο καθένας.


Κοινωνική αλληλέγγυα οικονομία και προοδευτική τοπική αυτοδιοίκηση



Του Δημήτρη Κατσούλη

Ο τίτλος και το περιεχόμενο της παρούσας εισήγησης είχε ως αφορμή το ερώτημα που τέθηκε σε μία άλλη  παρόμοια συζήτηση: Ο ρόλος της τοπικής αυτοδιοίκησης στην προώθηση της  κοινωνικής αλληλέγγυας οικονομίας είναι δεδομένος και αυτονόητος;
Εκεί όπου η κοινωνική οικονομία έχει βαθιές ρίζες και ένα σημαντικό μερίδιο στην εθνική και τοπική οικονομία η σύνδεσή της με την τοπική αυτοδιοίκηση είναι ιστορικά και επιχειρησιακά καταξιωμένη. Το ερώτημα έχει άλλη ένταση σε περιπτώσεις όπως η Ελληνική και σε χρονικές περιόδους όπως αυτή που ζούμε τα τελευταία επτά χρόνια.
Σε μία εγχώρια αυτοδιοικητική πραγματικότητα όπου ακόμη και θεσμοί συνυφασμένοι με την ιστορία και την υπόσταση της τοπικής αυτοδιοίκησης, όπως οι θεσμοί της λαϊκής συμμετοχής, της άμεσης και αδιαμεσολάβητης συμμετοχής του πολίτη στη διαμόρφωση των δημοτικών πολιτικών και την λήψη των αποφάσεων υποτιμώνται και υποβαθμίζονται ή δεν αγγίζονται από το πολιτικό προσωπικό της Αυτοδιοίκησης η απάντηση   στο ερώτημα για την μεταχείριση της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας δεν είναι αυτονόητη.
Η δική μου προσπάθεια να απαντήσω ξεκινά βέβαια από την οπτική γωνία της Αυτοδιοίκησης, για όση σημασία έχει αυτό.
Ο Δήμος είναι πεδίο διαμόρφωσης και άσκησης δημοσίων πολιτικών  για «την προστασία, την ανάπτυξη και τη συνεχή βελτίωση των συμφερόντων και της ποιότητας ζωής της τοπικής κοινωνίας». Την αποστολή αυτή δεν θα τη φέρει σε πέρας  εάν δεν διαμορφώσει  ευνοϊκές συνθήκες για την κοινωνική συνοχή στην μικροκλίμακα του τοπικού. Εργαλείο για την κοινωνική συνοχή είναι η ανάπτυξη του τοπικού κοινωνικού κεφαλαίου. Σε κάθε περίπτωση πάντως κοινωνική συνοχή σημαίνει εν προκειμένω λιγότερη φτώχεια, λιγότερη ανεργία, παραγωγή και δίκαιη ανακατανομή τοπικού πλούτου. Σημαίνει να μην αντιλαμβάνεσαι την κοινωνική πολιτική για την πρόνοια και την αλληλεγγύη ως μίμηση ή προέκταση της φιλανθρωπίας ή της παροχικής και ενίοτε συγκεντρωτικής λογικής του κεντρικού κράτους, δηλαδή ως τοπική εκδοχή του κρατισμού αλλά ως διακύβευμα που συνυφαίνεται με την προώθηση του εθελοντισμού, της συμμετοχής, της συλλογικής δράσης της κοινωνίας των πολιτών  διαμέσου και της συλλογικής οργάνωσης για την παραγωγή κοινωνικών αγαθών παράλληλα με την παραγωγή εισοδήματος και συνεπώς μείωση των τοπικών οικονομικών ανισοτήτων.
Θα πουν ίσως αρκετοί, αυτό είναι το καθήκον του κάθε Δήμου ή η ευκαιρία του  στον καιρό της οικονομικής κρίσης που μαστίζει την χώρα.
Εγώ θα πω ότι ο Δήμος που ανακάλυψε μέσα στην κρίση το καθήκον του γιατί ως προϊόν πολιτικής επικοινωνίας πουλάει ότι έχει περιτύλιγμα την αλληλεγγύη είναι διαφορετικός από τον Δήμο που έχει ως  σταθερό άξονα της πολιτικής του την στρατηγική για την κοινωνική συνοχή και δοκιμάζει εμπειρίες για να κτίσει μία σταθερή και προσανατολισμένη  στρατηγική έχοντας κατανοήσει αυτό ως βασική προτεραιότητα της αποστολής του. Αυτή είναι στρατηγική επιλογή μίας προοδευτικής αυτοδιοίκησης.
Γιαυτό λέμε ότι ο ρόλος της τοπικής αυτοδιοίκησης στην προώθηση της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας δεν είναι δεδομένος και αυτονόητος, είναι όμως προνομιακός και εφόσον ασκηθεί γίνεται ιδιαίτερα γόνιμος και σημαντικός.
Είναι η προοδευτική αυτοδιοίκηση που διαμορφώνει και ασκεί τις δημοτικές πολιτικές με την άμεση και αδιαμεσολάβητη συμμετοχή των πολιτών, με διαφάνεια και λογοδοσία, είναι εκείνη που αντιλαμβάνεται και  μπορεί και πρέπει να αναδείξει τον ιδιαίτερο ρόλο της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας ως μοχλό ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής στην πόλη και ως  πεδίο ανάπτυξης του τοπικού κοινωνικού κεφαλαίου. Με σχέδιο, με συνεργασία, με ευρύτατο πεδίο ελευθερίας για τις κοινωνικές επιχειρήσεις χωρίς πρακτικές χειραγώγησης και πελατειακής μεταχείρισης.
Τα λέω αυτά, γιατί υπάρχει και η άλλη αυτοδιοίκηση, το κακέκτυπο του κρατικού συγκεντρωτισμού, το «περιβόλι» των πελατειακών λογικών,  της αδιαφάνειας και της αλλεργίας στη λογοδοσία. Αυτή μπερδεύει την στρατηγική της κοινωνικής συνοχής με την εκμετάλλευση  των θέσεων κοινωφελούς εργασίας, με τις δομές που φυτοζωούν περιμένοντας τις κοινοτικές επιχορηγήσεις και τους εργαζόμενους που αγωνιούν στη δίνη της πελατειακής ομηρίας. Μετράει κεφάλια και επιχορηγήσεις αλλά δεν μετράει κοινωνική και δημοκρατική υπεραξία, δεν μετράει το μέγεθος και τη δύναμη του κοινωνικού κεφαλαίου.
Εδώ όμως προσβλέπουμε στην Αυτοδιοίκηση με προοδευτικό προσανατολισμό και στρατηγική. Τι μπορεί να κάνει;
Πρώτα απ΄όλα ο Δήμος γίνεται προωθητής, μέντορας, εμψυχωτής των πρωτοβουλιών των πολιτών που επιχειρούν στην κοινωνική οικονομία.
Και επιπλέον να κινηθεί σε τρεις κατευθύνσεις
  • Ο Δήμος διαθέτει τους πόρους οικονομικούς αλλά και λειτουργικούς, ανθρώπινο δυναμικό για να στηρίξει τις κοινωνικές επιχειρήσεις. Τους πόρους αυτούς τους  αναζητά μοχλεύοντάς τους σε Ευρωπαϊκά Προγράμματα  ή ακόμη και αναδιατάσσοντας τις προτεραιότητες στον προγραμματισμό των δικών του δημοτικών δαπανών. Εννοείται ότι αυτούς πρέπει να τους αποδίδει, να τους αξιοποιεί για την κοινωνική αλληλέγγυα οικονομία και να εγείρεται η πολιτική απαίτηση γιαυτό!!!
  • Ο Δήμος δημιουργεί χώρους όπου δραστηριοποιούνται οι κοινωνικές επιχειρήσεις. Με διπλή έννοια: Δημιουργεί ευκαιρίες δραστηριοποίησης των κοινωνικών επιχειρήσεων, διαμορφώνει χώρους φιλοξενίας των δραστηριοτήτων των κοινωνικών επιχειρήσεων.
  • Ο Δήμος με προγραμματικές συμβάσεις ενισχύει τις κοινωνικές επιχειρήσεις μεταβαλλόμενος σε συνεργάτη- ή πελάτη τους  Ο θεσμός της προγραμματικής σύμβασης της ΚΟΙΝΣΕΠ με τον Δήμο και η παραχώρηση υποδομής, ή η ανάθεση παροχής υπηρεσίας  και είναι το μέσον με το οποίο ο μεν Δήμος στηρίζει και οικονομικά τον φορέα της κοινωνικής οικονομίας αλλά και οι φορείς αποκτούν πεδίο οικονομικής δραστηριότητας εκπληρώνοντας την αποστολή τους.

Συμπερασματικά, ο Δήμος με προοδευτικό προσανατολισμό:
  • Ενθαρρύνει κάθε μορφή κοινωνικοοικονομικής συμμετοχής που ανατάσσει το τοπικό κοινωνικό κεφάλαιο και παράλληλα δημιουργεί θέσεις εργασίας
  • Επιτυγχάνει την κοινωνικοποίηση ομάδων του πληθυσμού που έως τώρα ήταν στο περιθώριο
  • Ενισχύει τη κοινωνική συνοχή και συνεπώς κινεί  έστω και δύσκολα ένα βήμα για την κοινωνική ανάπτυξη.
Τέλος το πολιτικό προσωπικό της Αυτοδιοίκησης ενδέχεται να αλλάξει νοοτροπία, να απαλλαγεί από το σύνδρομο των πελατειακών σχέσεων και να ξαναδεί την πολιτική συμμετοχή ως προσφορά και όχι ως αποθέωση του πολιτικού ατομισμού.
Λέμε όμως ότι όλα αυτά είναι πολύ δύσκολα, θέλουν δουλειά αλλά πάνω απ΄όλα θέλουν σταθερή προοδευτική πολιτική που κτίζει δεσμούς κοινωνικής εμπιστοσύνης. Θέλουν νέες αντιλήψεις στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Θέλει εμπέδωση και πιστή προσήλωση στη διαφάνεια και την λογοδοσία, θέλει ανοικτούς ορίζοντες. Εξάλλου και η σχέση Τοπικής Αυτοδιοίκησης και κοινωνικής οικονομίας είναι μια σχέση  ανοικτών οριζόντων, μία σχέση διάφανου καθρέπτη, δεν έχει χώρο για παραγοντισμό, ιδιοτέλεια και χειραγώγηση.