Γράφει ο Παύλος Τσίμας
Αναδημοσίευση από: https://www.kreport.gr/ 12.8.2023
Στις δημοτικές εκλογές του 2010, στην Θεσσαλονίκη, συνέβη ένα μικρό πολιτικό θαύμα. Το ΠΑΣΟΚ- με ισχυρές αντιστάσεις του κομματικού του μηχανισμού- είχε υποστηρίξει την υποψηφιότητα ενός διακεκριμμένου πολίτη, με πολύχρονη παρουσία στα κοινά της πόλης, που βρισκόταν εκτός των κομματικών τειχών, πεισματικά ανεξάρτητος. Η επιλογή του Γιάννη Μπουτάρη ως υποψήφιου δημάρχου (όπως και η ταυτόχρονη επιλογή του Γιώργου Καμίνη στην Αθήνα) ήταν, βέβαια, μια επιλογή αυτοσυντήρησης. Σε μια εξαιρετικά δύσκολη, «μνημονιακή» πολιτική συγκυρία για την κυβέρνηση Παπανδρέου, που σε λίγο θα γινόταν απείρως δυσκολότερη, το ΠΑΣΟΚ δεν είχε καμιά ελπίδα να σπάσει την μακρά- επί 34 ολόκληρα χρόνια- ηγεμονία της ΝΔ στα δημοτικά πράγματα των δύο μεγαλύτερων πόλεων της χώρας, με υποψηφιότητες που θα ανέμιζαν την σημαία με τον πράσινο ήλιο. Μα το αποτέλεσμα αυτής της επιλογής ήταν να εκλεγεί δήμαρχος Θεσσαλονίκης ένας άνθρωπος που έβαλε τέλος σε μια μακρά περίοδο εσωστρέφειας, επαρχιωτισμού, μιζέριας και πελατειακής διαφθοράς, που άλλαξε την εικόνα, τον «αέρα» της πόλης, αποκατέστησε τον ιστορικό της χαρακτήρα και της έδωσε μια νέα θέση στον παγκόσμιο χάρτη.
Στις εκλογές
του 2019, ένα αντίστοιχο- και ακόμη πιο αναπάντεχο- θαύμα συνέβη στα Γιάννενα,
την ιστορική πατρίδα του ελληνικού διαφωτισμού. Μια προσωπικότητα της πόλης, με
σημαντικό επιστημονικό και πνευματικό εκτόπισμα, διεκδίκησε την εκλογή του ως
Δήμαρχος, χωρίς «χρίσμα», χωρίς την υποστήριξη οποιουδήποτε κόμματος,
ανεξάρτητος απέναντι στους υποψηφίους που κάθε κόμμα και οι τοπικοί μηχανισμοί
του υποστήριζε. Ο Μωϋσης Ελισάφ, τέκνο μιας οικογένειας που επέζησε του
ολοκαυτώματος και της ιστορικής ρωμανιώτικης εβραϊκής κοινότητας της πόλης,
διέψευσε τόσο τα στερεότυπα όσο και τα προγνωστικά. Η εκλογή του ήταν μια
έκπληξη. Κι ήταν σαν ένα ζωογόνο αεράκι να φύσηξε πάνω από τη λίμνη. Η θητεία
του, παρότι σύντομη, αφού την διέκοψε ένας πρόωρος θάνατος, κατάφερε ν’ αλλάξει
τη μοίρα, την εικόνα και το στίγμα της πόλης, όχι μόνον εντός μα και εκτός
συνόρων.
Ο Μπουτάρης
και ο Ελισάφ είναι τα δύο πιο εντυπωσιακά παραδείγματα δημάρχων με όραμα και
τόλμη, που απέδειξαν ότι η κοινωνία των πολιτών δεν είναι απλώς ένα θεωρητικό
σχήμα και η αυτοδιοίκηση δεν είναι πάντα μια χαμένη, υπονομευμένη υπόθεση. Ότι
μπορεί, υπό προϋποθέσεις, αν κάποιος την εμπνεύσει, η κοινωνία των πολιτών να
κινητοποιηθεί και να υπερβεί τα στενά όρια της κομματικής κουζίνας. Κι ότι ένας
δήμαρχος, παρ’ όλους τους πολλούς περιορισμούς που επιβάλει ένα θεσμικό πλαίσιο
ατελούς, αντιφατικής και απρόθυμης αποκέντρωσης, μπορεί να αλλάξει την ζωή μιας
πόλης.
Ήταν οι πιο
προβεβλημένες (αλλά όχι μοναδικές) εξαιρέσεις σε ένα κυρίαρχο μοντέλο, όπως επί
δεκαετίες διαμορφώθηκε, που ήθελε τα πολιτικά κόμματα να επιβάλουν επιλογές και
να δίνουν το χρίσμα, με κριτήρια πολιτικού «ταμείου», πολιτικών ισορροπιών,
κομματικής ισχύος ή εσωκομματικών ανταγωνισμών. Και δεν είναι ότι οι εκτός
κομματικών μηχανισμών, οι ανεξάρτητοι, είναι υποχρεωτικά καλύτεροι από τα
«παιδιά της κομματικής επετηρίδας». Είναι ότι, όταν η επιλογή γίνεται με αυτά
τα κριτήρια, πολλαπλασιάζονται οι πιθανότητες να εκλεγεί κάποιος με
περιορισμένη διαχειριστική ικανότητα, φτωχές ιδέες και ασθενέστερες αντιστάσεις
στην παντοδύναμη «αποκέντρωση της διαφθοράς». Είναι ότι, έτσι,η εκλογή ενός
δημάρχου υποτάσσεται στους ίδιους κανόνες με τους οποίους επιλέγονται οι
γενικοί γραμματείς ενός υπουργείου, οι διοικητές μεγάλων δημόσιων οργανισμών
και νοσοκομείων- τους κανόνες ενός παιχνιδιού διεκδίκησης και αναπαραγωγής της
εξουσίας. Κι είναι προπάντων ότι έτσι διαιωνίζεται η ατροφία της αυτοδιοίκησης,
η εξάρτησή της από μια κεντρική διοίκηση, που είναι πάντα απρόθυμη να χάνει
αρμοδιότητες, αποκεντρώνοντάς τις.
Ακριβώς γι’
αυτό, οι περιπτώσεις Μπουτάρη και Ελισάφ καταγράφηκαν ως ελπιδοφόρα σημάδια
μιας νέα εποχής. Όπου η αυτονομία της τοπικής διοίκησης επιβεβαιώνεται στην
πράξη, όπου η αυτοδιοίκηση είναι ένα λειτουργικό αντίβαρο του συγκεντρωτικού
κράτους, με ρόλο αναπτυξιακό και ενισχυτικό της κοινωνικής συνοχής. Και όπου οι
θεσμοί της προσελκύουν σημαντικές προσωπικότητες, με ανοιχτούς ορίζοντες, κι
όχι μόνον πολιτευτές που κάνουν το «αγροτικό» τους πριν πατήσουν την κεντρική
πολιτική σκηνή. Η σκληρή εμπειρία της δεκαετούς κρίσης έμοιαζε να ενθαρρύνει
την αλλαγή. Και τα κόμματα, από ένστικτο αυτοσυντήρησης μάλλον, έμοιαζε να
απομακρύνονται από την λογική του χρίσματος.
Το θεσμικό
καθρέφτισμα αυτής της νέας αντίληψης θα ήταν, υποτίθεται, η μεταρρύθμιση που
πήρε το όνομα «Καλλικράτης». Στην σύλληψή της (ασφαλώς όχι στην εφαρμογή της)
υποσχόταν μια ευθυγράμμιση με το ευρωπαϊκό πρότυπο και την αρχή της
επικουρικότητας, όπου η διοίκηση ασκείται και οι αποφάσεις λαμβάνονται όσο
γίνεται πιο κοντά στον πολίτη. Οι νέοι, εκλεγμένοι πια περιφερειάρχες θα ήταν
«μικροί πρωθυπουργοί», θα διαχειρίζονταν τους πόρους από τον ΦΠΑ και τα
ευρωπαϊκά προγράμματα και θα είχαν αρμοδιότητες που εκτείνονταν έως την
διοίκηση των νοσοκομείων ή την λειτουργία της εκπαίδευσης. Ο ρόλος τους θα ήταν
να αλλάξουν εκ θεμελίων το μοντέλο διοίκησης αλλά και το αναπτυξιακό μοντέλο της
χώρας.
Δεκατρία
χρόνια αργότερα, η μεταρρύθμιση παραμένει εκκρεμής, οι αρμοδιότητες των
περιφερειών ασαφείς και μπερδεμένες, η εικόνα της αυτοδιοίκησης θολή, οι
ευθύνες της ανεπίδοτες και η λογοδοσία της ατελής. Και ο τρόπος με τον οποίο
εξελίσσεται το γαϊτανάκι των εσωκομματικών διαδικασιών, σε όλο το πολιτικό
φάσμα, για την επιλογή υποψηφίων και την απονομή χρισμάτων, όπου οι αιρετοί του
προσεχούς Οκτωβρίου αλέθονται τώρα στις μυλόπετρες των πολιτικών και
εσωκομματικών σκοπιμοτήτων, δεν αφήνει και πολλές ελπίδες ότι το περιβάλλον θα
αλλάξει. Ότι από τις κάλπες θα προκύψουν περισσότεροι Ελισάφ και λιγότεροι
Πατούληδες.
Άλλωστε και ο
ρόλος των νέων περιφερειαρχών προορίζεται, σύμφωνα με προσφατη διατύπωση του
πρωθυπουργού, να είναι πολύ πιο πεζός. Οι νέοι περιφερειάρχες καλούνται να
είναι όχι «αναμορφωτές του αναπτυξιακού και διοικητικού μοντέλου», όπως κάποτε
ο ρόλος τους είχε υψιπετώς περιγραφεί. Αλλά απλώς «συνεργάτες της κυβέρνησης».
«Είναι σημαντικό να έχουμε περιφερειάρχες που ενστερνίζονται το όραμα μας για τον
τόπο», είπε σε κάποια στροφή της διαδικασίας απονομής χρισμάτων, ο Κυριάκος
Μητσοτάκης. Σαν να κάνουμε βήματα προς τα πίσω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου